Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει πλέον αποδείξει με τις πρακτικές της ότι αξιοποιεί την πανδημία για να επιβάλει μέτρα περαιτέρω απορύθμισης της εργασίας, που να παραμείνουν και μετά από αυτή.
Ένα από αυτά ήταν ότι επέτρεψε την επέκταση της τηλεργασίας με απόλυτο Διευθυντικό Δικαίωμα, καταργώντας την απαιτούμενη συναίνεση του εργαζόμενου και την υποχρέωση της εργοδοσίας να του εξασφαλίζει τον αναγκαίο εξοπλισμό, που είχαν μείνει αλώβητα ακόμα και τη σκληρή περίοδο των μνημονίων. Το κόλπο, που χρησιμοποίησε γι’ αυτή την παραβίαση ήταν ότι μετονόμασε την τηλεργασία σε εξ αποστάσεως εργασία.
Ως τηλεργασία εννοούμε κάθε μορφή απασχόλησης, που επιτρέπει στον εργαζόμενο να εργάζεται στο σπίτι του ή σε άλλο χώρο εκτός του χώρου της επιχείρησης – εργοδότη του ή στη διάρκεια μετακίνησής του, αξιοποιώντας τις δυνατότητες πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών[1].
Παράγοντες, που οδήγησαν στις αρχές του 21ου αιώνα στην επέκταση της τηλεργασίας, είναι:
- Οι τεχνολογικές δυνατότητες, λόγω ραγδαίας ανάπτυξης και συνδυασμού της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών, επιτρέπουν αποκεντρωμένη εκτέλεση εργασιών.
- Η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση διευκολύνει τις πολυεθνικές εταιρείες αλλού να έχουν τις έδρες τους και αλλού διασκορπισμένους τους χώρους παραγωγής και εμπορίας τους.
- Οι επιδιώξεις των επιχειρήσεων να εξοικονομήσουν χώρο εγκαταστάσεων, να αποκεντρώσουν λειτουργίες τους, να μειώσουν το κόστος λειτουργίας και ν’ αυξήσουν τα κέρδη τους. Επίσης, να κρατούν έξω από τους χώρους τους και από την όσμωση με τον κύριο κορμό του προσωπικού τους και την κοινή συνδικαλιστική δράση το πιο ειδικευμένο τμήμα εργαζομένων τους.
- Ο νέος τρόπος οργάνωσης της εργασίας (με χρήση πληροφοριακών συστημάτων και ανάθεση εργασιών σε εξωτερικούς συνεργάτες).
- Η ανάγκη κάποιων ανθρώπων να προσαρμόζουν την εργασία στις ανάγκες τους, να συνδυάσουν οικογενειακή με εργασιακή ζωή και να εξοικονομήσουν χρόνο, περιορίζοντας τις μετακινήσεις προς και από το χώρο εργασίας τους.
- Η αδυναμία κάποιων άλλων να μετακινηθούν (ΑμεΑ) και η ανάγκη απασχόλησής τους.
Η τηλεργασία αναπτύσσεται γρηγορότερα στις τράπεζες, ασφάλειες, τηλεπικοινωνίες, πληροφορική, εμπόριο, τουρισμό, ΜΜΕ. εκδόσεις, τμήματα παροχής υπηρεσιών επιχειρήσεων (πχ λογιστήρια), και πρόσφατα – και λόγω πανδημίας – στην εκπαίδευση.
Οι τηλεργαζόμενοι είναι, κυρίως, υψηλής ειδίκευσης σε διαδικασίες επεξεργασίας της πληροφορίας με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως προγραμματιστές, αναλυτές, μηχανικοί, αρχιτέκτονες, δημοσιογράφοι, ταξιδιωτικοί πράκτορες, δικηγόροι, λογιστές, εκπαιδευτικοί, σύμβουλοι κλπ.
Οι επιχειρήσεις αξιοποιώντας την ευρεία χρήση της τηλεργασίας την περίοδο του πρώτου κύματος της πανδημίας, επιδιώκουν να την διατηρήσουν και να την επεκτείνουν και μετά από αυτό, γιατί έχουν αρκετά οφέλη από αυτή, όπως:
- Μείωση κόστους λειτουργίας τους, λόγω μείωσης των απαιτουμένων χώρων εργασίας και συνεπαγόμενων πάγιων εξόδων τους για ενοίκιο, ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, τηλέφωνο, κοινόχρηστα κλπ, αλλά και του προσωπικού με πλήρη κανονική εργασία.
- Αύξηση της παραγωγικότητας, γιατί οι τηλεργαζόμενοι δεν επηρεάζονται από το θορυβώδες περιβάλλον του επιχειρησιακού χώρου εργασίας και τις αναδιοργανώσεις της επιχείρησης.
- Διατήρηση στην επιχείρηση μέσω τηλεργασίας απαραίτητων γι’ αυτή εργαζομένων, που αναγκάζονται για προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους να μετακινηθούν εκτός της έδρας της.
- Μεγαλύτερες δυνατότητες ευελιξιών διαχείρισης του προσωπικού, αφού η τηλεργασία περιλαμβάνει ελαστικό ωράριο, ατομικές συμβάσεις εργασίας και άλλες ευέλικτες μορφές εργασίας.
- Οι επιχειρήσεις, που την χρησμοποιούν, δεν επηρεάζονται από λόγους εξωτερικούς ως προς αυτές, όπως οι απεργίες στα ΜΜΜ, ακραία καιρικά φαινόμενα, φυσικές καταστροφές.
- Οι τηλεργαζόμενοι μπορούν να χρησιμοποιούνται ως «απεργοσπαστικός μηχανισμός», για να υποκαθιστούν τους «κανονικούς» εργαζόμενους στις περιόδους απεργιακών κινητοποιήσεών τους.
Παρά τα οφέλη της τηλεργασίας για τις επιχειρήσεις, πολλές από αυτές προβληματίζονται για την επέκτασή της. Δεν μπορούν να υποβάλουν εύκολα τους τηλεργαζόμενους σε ενεργητική αυτό-υποκίνηση για αύξηση απόδοσής τους, δεν μπορούν να τους εκπαιδεύσουν αποτελεσματικά δίπλα σε έμπειρους εργαζόμενους. και δεν προσφέρονται όλες οι εργασίες για τηλεργασία, αφού πολλές απαιτούν προσωπικές επαφές, χειρονακτική εκτέλεση ή και την παραδοσιακή φορντιστική γραμμή παραγωγής.
Οι επιχειρήσεις, που επιδιώκουν να επεκτείνουν την τηλεργασία, για να προσελκύσουν σ΄αυτή ειδικευμένους εργαζόμενους, προβάλλουν ορισμένα επιχειρήματα για τα οφέλη της, ορισμένα από τα οποία έχουν υπαρκτή αντικειμενική βάση, όπως:
- Αύξηση θέσεων εργασίας (κυρίως στην περιφέρεια) και νέες ευκαιρίες για εργασία, γιατί εκλείπει ο περιοριστικός παράγοντας των μεγάλων αποστάσεων.
- Ενίσχυση της δυνατότητας νέων καταρτισμένων ανέργων για αυτοαπασχόληση ή δημιουργία δικών τους επιχειρήσεων με βάση την τηλεργασία.
- Εύρεση εργασίας γονέων, κυρίως, γυναικών με παιδιά σε βρεφική ηλικία ή γονέων σε μονογονεϊκές οικογένειες, ΑμεΑ που δεν μπορούν εύκολα να μετακινηθούν από το σπίτι τους.
- Καλύτερη ισορροπία εργασίας και οικογενειακής ζωής, αφού οι εργαζόμενοι/ες στο σπίτι μπορούν ταυτόχρονα να συμμετέχουν και σε οικογενειακές δραστηριότητες.
- Ανακατανομή χρόνου εργασίας και ελεύθερου χρόνου, αφού μπορούν μόνοι τους να προσαρμόζουν ευέλικτα το ωράριό τους στους προσωπικούς ρυθμούς της καθημερινότητάς τους.
- Περιορισμένος αριθμός προστριβών και συγκρούσεων με προϊσταμένους, πελάτες και συναδέλφους τους.
- Απουσία άμεσης επιστασίας από προϊσταμένους τους.
- Μείωση κόστους και χρόνου μετακίνησής τους, από και προς την επιχείρηση.
- Προστασία περιβάλλοντος (μείωση κυκλοφοριακού χάους).
Ωστόσο, η τηλεργασία δεν είναι πανάκεια για τους εργαζόμενους. Κρύβει πολλές παγίδες και αρνητικές επιπτώσεις για τους τηλεργαζόμενους και το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, όπως:
- Η απομόνωσή των τηλεργαζομένων από τους χώρους εργασίας μειώνει τις δυνατότητες συλλογικής δράσης και εκπροσώπησής τους, μπορεί να τους οδηγήσει σε ιδιότυπο κοινωνικό αποκλεισμό, αποστασιοποίηση, αντιπαράθεση και πόλωση με το «κανονικό» προσωπικό της επιχείρησης.
- Η τάση απομόνωσης επεκτείνεται και στην κοινωνική ζωή τους, ιδιαίτερα όταν ο φόρτος εργασίας τους είναι μεγάλος, υποχρεώνοντάς τους να μην αλλάζουν παραστάσεις και περιβάλλον.
- Η αναστάτωση προσωπικής και οικογενειακής ζωής. Ο εργασιακός χώρος μεταφέρεται στο σπίτι, με εντατικούς μάλιστα και ανεξέλεγκτους ρυθμούς εργασίας, περιορίζοντας τον προσωπικό και οικογενειακό ελεύθερο χρόνο. Καταστάσεις, που εξελίσσονται στο σπίτι (αρρώστιες, ενδοοικογενειακές συγκρούσεις κλπ), επηρεάζουν τους τηλεργαζόμενους.
- Ο κίνδυνος υπέρμετρης εντατικοποίησης της εργασίας τους και απώλειας αργιών, Κυριακών και των διακοπών τους.
- Η παραμέληση θεμάτων υγείας και ασφάλειάς τους. Αδυναμία να ελεγχθεί από δημόσιους ελεγκτικούς οργανισμούς, εάν τηρούνται στο σπίτι, οι θεσμοθετημένοι κανόνες υγιεινής και ασφάλειας.
- Η ευθύνη για εργονομική διάταξη του εξοπλισμού στο σπίτι, εργασιακές συνθήκες και οργάνωση της εργασίας μετατίθεται από την επιχείρηση στον τηλεργαζόμενο.
- Οι τηλεργαζόμενοι δεν καλύπτονται από τυχόντα επιχειρησιακά προγράμματα προληπτικής ιατρικής, και οποιαδήποτε επιδείνωση της υγείας τους λόγω της εργασίας τους δεν μπορεί να διαγνωσθεί εγκαίρως.
- Επειδή οι τηλεργαζόμενοι αυτονομούνται, από άποψη χώρου και χρόνου εργασίας, από την επιχείρηση, οι δυνατότητες επηρεασμού της οργάνωσης της εργασίας τους στο σπίτι (εργασιακός χώρος, εργασιακό περιβάλλον και ώρες εργασίας) μέσω των κανονισμών, που ισχύουν για τους «κανονικούς» εργαζόμενους, περιορίζονται, επιδεινώνοντας το καθεστώς αμοιβών και συνθηκών εργασίας τους. Επίσης, δεν επωφελούνται από τις προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης (προαγωγές, σεμινάρια, κατάρτιση), που υπάρχουν για τους «κανονικούς» εργαζόμενους.
- Η δημιουργία πεποίθησης στους τηλεργαζόμενους ότι δεν ανήκουν κοινωνικοταξικά στην εργατική τάξη, ότι είναι αυτοαπασχολούμενοι, έχοντας αποτινάξει τη «μισθωτή σκλαβιά».
- Η διασπορά, απομόνωση, εξατομίκευση, ο διαχωρισμός εργασιακών σχέσεων και εργασιακών συνθηκών των τηλεργαζομένων δυσκολεύουν την πρόσβαση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος σ’ αυτούς και τη συμμετοχή τους σ’ αυτό.
Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, οφείλει να παρέχει στους τηλεργαζόμενους πληροφορίες σχετικά με τα συνδικαλιστικά, ασφαλιστικά, μισθολογικά και εργασιακά δικαιώματά τους, να προσπαθεί να τους εντάξει σ’ αυτό και να διεκδικεί:
- Νομοθετική ρύθμιση, ώστε η τηλεργασία να θεωρείται εξαρτημένη μισθωτή εργασία προστατευόμενη από το Εργατικό Δίκαιο.
- Κατοχύρωση ισότητας δικαιωμάτων τους σε αμοιβές, επαγγελματική κατάρτιση, όγκο εργασίας, κριτήρια αξιολόγησης και εργασιακή εξέλιξη με τους συγκρίσιμους εργαζόμενους στους χώρους της επιχείρησης.
- Ο εργαζόμενος να επιτρέπεται να εργαστεί με τηλεργασία εθελοντικά, χωρίς εργοδοτικό εξαναγκασμό. Η άρνησή του να μην αποτελεί αιτία απόλυσης ούτε βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας του. Η αρμόδια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζόμενων να γνωμοδοτεί για την εισαγωγή της τηλεργασίας. Δικαίωμα επαναφοράς του τηλεργαζόμενου στο προηγούμενο καθεστώς εργασίας του.
- Κατοχύρωση ίδιων συλλογικών δικαιωμάτων (συνδικαλιστικών, απεργιακών κλπ) και συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας με τους εργαζόμενους στους χώρους της επιχείρησης.
- Δίκαιη φορολογική και ασφαλιστική αντιμετώπισή τους.
- Σεβασμός από την εργοδοσία της ιδιωτικής ζωής τους.
- Υπευθυνότητα της επιχείρησης για την παροχή, εγκατάσταση, τεχνική υποστήριξη και συντήρηση του αναγκαίου εξοπλισμού για τηλεργασία, εκτός εάν ο τηλεργαζόμενος χρησιμοποιεί δικό του εξοπλισμό, για το κόστος των επικοινωνιών, των απωλειών ή ζημιών εξοπλισμού και δεδομένων, που χρησιμοποιούνται από αυτόν.
Ιδού, λοιπόν, πεδίο πολιτικής παρέμβασης και της ριζοσπαστικής Αριστεράς, για να έχουν οι τηλεργαζόμενοι προστατευμένη και ποιοτική εργασία.
[1] Δ. Στρατούλης, Οι εργασιακές σχέσεις στη δίνη του νεοφιλελεύθερου τυφώνα, ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, 2005, σελ. 162 – 172.