Η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε στον εαυτό της ένα φιλόδοξο στόχο για την προστασία του περιβάλλοντος∙ την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050. Σε συμμόρφωση προς την Πράσινη Συμφωνία, οι στόχοι για τη μείωση των εκπομπών αυξήθηκαν πρόσφατα από το -40% στο -50 με -55% έως το 2030 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Βρισκόμαστε ενώπιον μιας εκ βάθρων μεταμόρφωσης των κοινωνιών μας, η οποία αφορά όλους τους τομείς, πρωτίστως όμως τον τομέα της ενέργειας.
Η Γερμανία και η Ελλάδα συγκαταλέγονται μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών που εξαρτώνται σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό από τον άνθρακα για τον ενεργειακό εφοδιασμό τους. Μέχρι σήμερα, ευημερία χωρίς την καύση άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ήταν αδιανόητη! Ωστόσο, οι στόχοι για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας καθιστούν αναγκαίο τον ταχύ και πλήρη μετασχηματισμό των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας που διαθέτουμε. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επιταχυνθεί σημαντικά τόσο η διάδοση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και όσο και η σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε πρόσφατα στρατηγικές σε επίπεδο βιομηχανιών και δικτύων υδρογόνου για τη στήριξη των διαδικασιών απανθρακοποίησης που ακολουθούν τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω στρατηγικές έχουν ως στόχο να διασφαλίσουν ότι η απανθρακοποίηση του τομέα της ενέργειας δεν θα οδηγήσει σε αποβιομηχανοποίηση. Το αντίθετο μάλιστα. Αν o ενεργειακός μετασχηματισμός για την επίτευξη ουδετερότητας σε επίπεδο εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου γίνει με το σωστό τρόπο, μπορεί να επιτευχθεί επαναβιομηχανοποίηση και δημιουργία νέων αλυσίδων αξίας στους τομείς της ενέργειας και της βιομηχανίας, οι οποίες θα είναι εστιασμένες σε αναδυόμενες πράσινες τεχνολογίες.
Το 2019, η Γερμανία αποφάσισε να κλείσουν όλες οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα το αργότερο έως το 2038. Η σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα σχεδιάστηκε αντιπροσωπεύοντας ένα είδος συμβιβασμού μεταξύ πολιτικής, επιστημών, ΜΚΟ, επιχειρήσεων και εργατικών συνδικάτων. Στο πλαίσιο μιας διαδικασίας ευρείας διαβούλευσης, που έγινε γνωστή ως η «Επιτροπή Άνθρακα», παρουσιάστηκαν αντικρουόμενοι στόχοι, ενώ ακούστηκαν πολλές διαφορετικές μεταξύ τους απόψεις. Παρόλο που δεν υπήρχε σε όλες τις περιπτώσεις ομοφωνία απόψεων, διασφαλίστηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό η νομιμότητα του σχεδίου σταδιακής κατάργησης χάρη στην ευρεία αντιπροσώπευση που χαρακτήριζε τη δομή της επιτροπής.
Ωστόσο, δεν ελήφθησαν υπόψη μόνο οι οικολογικοί στόχοι. Παράλληλα, ανακοινώθηκε επένδυση συνολικού ύψους 40 δισεκατομμυρίων ευρώ για τις περιοχές που θα πληγούν ιδιαίτερα από τη σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα. Τα χρήματα θα αξιοποιηθούν για τη διευρυμένη χρήση των σύγχρονων υποδομών, για επενδύσεις σε σχολεία, τη μετάβαση στην εποχή της ψηφιοποίησης των κέντρων ημερήσιας φροντίδας, καθώς και για την προσέλκυση νέων βιομηχανικών επιχειρήσεων. Βασική επιδίωξη αυτής της προσέγγισης είναι η στήριξη των περιφερειακών οικονομιών στην προσπάθεια ανανέωσης των βιομηχανιών τους.
Όταν επετεύχθη καταρχήν συμφωνία στην Επιτροπή Άνθρακα, η αντίστοιχη νομοθεσία ψηφίστηκε από το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο και τα κοινοβούλια των ομόσπονδων κρατιδίων το 2020. Από αυτό το σημείο και μετά άρχισαν να γίνονται πράξη ενέργειες που ήταν πραγματικά προς όφελος των εργαζομένων. Στο πλαίσιο συλλογικών διαπραγματεύσεων, συμφωνήθηκε οι μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της ενέργειας να αυξήσουν το ποσοστό της λεγόμενης προσαρμοζόμενης παροχής που έχει οριστεί από την κυβέρνηση στο 80% τουλάχιστον του τελευταίου καθαρού μισθού, ενώ αναπτύχθηκε εργαλειοθήκη για την προσέλκυση εργαζομένων σε νέες θέσεις εργασίας τόσο εντός της ίδιας εταιρείας όσο και σε άλλες εταιρείες. Σήμερα, έχει πλέον διασφαλιστεί ασφαλιστική κάλυψη για τον μη ευκαταφρόνητο αριθμό 18.000 εργαζομένων σε εταιρείες εξόρυξης άνθρακα έως το 2043. Αυτό είναι ένα εύστοχο παράδειγμα ενεργειακού μετασχηματισμού που συντελέστηκε με βάση την αλληλεγγύη και με σεβασμό στα αιτήματα των συνδικάτων.
Εκτός από τη σταδιακή κατάργηση του άνθρακα, ο έτερος πυλώνας του μετασχηματισμού του ενεργειακού τομέα είναι η ταυτόχρονη προοδευτική εισαγωγή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτές οι χρονικά παράλληλες διαδικασίες, δηλαδή η σταδιακή κατάργηση των τεχνολογιών και των υποδομών που βασίζονται στη χρήση ορυκτών καυσίμων με τη σύγχρονη προοδευτική εισαγωγή τεχνολογιών και υποδομών που βασίζονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, θα πρέπει να εφαρμοστούν και σε άλλους τομείς. Οι ενεργοβόρες βιομηχανίες, όπως η βιομηχανία παραγωγής χημικών, χάλυβα, αλουμινίου, υάλου ή τσιμέντου, έχουν στο σύνολό τους τεράστιες ενεργειακές ανάγκες τόσο σε επίπεδο ηλεκτρικού ρεύματος όσο και σε επίπεδο θέρμανσης για την υλοποίηση των διεργασιών που ακολουθούν. Οι εν λόγω βιομηχανίες χρειάζεται να υιοθετήσουν επειγόντως βιώσιμες εναλλακτικές σε σχέση με τη χρήση άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Σύντομα θα έχουμε στη διάθεσή μας πολλές νέες καινοτόμες λύσεις σε επίπεδο βιομηχανικών διεργασιών και προϊόντων. Εκτός από το πράσινο υδρογόνο, το οποίο ως βασική τεχνολογία μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε όλους σχεδόν τους τομείς της βιομηχανίας αντικαθιστώντας τα ορυκτά καύσιμα και τις πρώτες ύλες, σημαντικό επίσης ρόλο διαδραματίζουν και άλλες τεχνολογίες ειδικά σχεδιασμένες για διάφορους τομείς. Ωστόσο, πολλές από τις τεχνολογίες αυτές συνοδεύονται από σημαντικά υψηλότερες ενεργειακές ανάγκες. Για την απανθρακοποίηση της χημικής βιομηχανίας της Γερμανίας μέσω της χρήσης πράσινου υδρογόνου, χρειάζεται να καταναλωθεί η ίδια ποσότητα ηλεκτρικού ρεύματος με αυτή που καταναλώνεται σήμερα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνεπώς, για την απαλλαγή της βιομηχανίας από τη χρήση άνθρακα δεν απαιτείται μόνο να επιταχυνθεί στο έπακρο η διάδοση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των υποδομών υδρογόνου στην Ευρώπη. Η σύναψη νέων συμφωνιών εταιρικών σχέσεων με γειτονικές χώρες, όπως π.χ. η Βόρεια Αφρική ή η Μέση Ανατολή, από τις οποίες μπορεί να διασφαλισθεί η παραγωγή και η προμήθεια πράσινου υδρογόνου σε χαμηλές τιμές και με τρόπο ευέλικτο, κρίνεται απαραίτητη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Γερμανική κυβέρνηση βρίσκονται ήδη στη διαδικασία σύναψης των πρώτων τέτοιων συμφωνιών.
Ειδικότερα, χρειάζονται πιο ισχυροί μηχανισμοί στήριξης της καινοτομίας και των επενδύσεων, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στους ευρωπαίους φορείς που προέρχονται από τον κλάδο της βιομηχανίας να επιτύχουν τη μετάβαση προς μεγάλης κλίμακας βιώσιμες διεργασίες με βάση την ηλεκτρική ενέργεια και το υδρογόνο. Οι δαπάνες για καινοτόμες λύσεις, επενδύσεις, καθώς και οι μακροπρόθεσμες αυξήσεις στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και του πράσινου υδρογόνου θα πρέπει να καλυφθούν εν μέρει από κρατική επιχορήγηση. Στη Γερμανία, συζητώνται και έχουν τεθεί σε δοκιμαστική εφαρμογή νέα μοντέλα άντλησης πόρων και χρηματοδότησης, π.χ. οι επονομαζόμενες Συμβάσεις Εγγυημένης Τιμής Άνθρακα επί διαφοράς ή ένα νέο ταμείο για τον μετασχηματισμό του ενεργειακού τομέα.
Από την πλευρά των εργαζομένων, σημαντική προϋπόθεση για τη διασφάλιση της κοινωνικής βιωσιμότητας του βιομηχανικού μετασχηματισμού είναι οι έρευνες και οι επενδύσεις σε νέες μονάδες, τεχνολογίες και προϊόντα να πραγματοποιηθούν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με άλλα λόγια, τα νέα προϊόντα που θα εμφανιστούν και οι αναδυόμενες τεχνολογίες δεν θα πρέπει να αποτελέσουν μόνο αντικείμενο έρευνας και ανάπτυξης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και αντικείμενο παραγωγής. Όταν η βιομηχανία που βασίζεται στη χρήση ορυκτών καυσίμων εκλείψει και μαζί της και οι θέσεις εργασίας, είναι πρωταρχικής σημασίας να υπάρχουν τόσο βιομηχανίες που θα λειτουργούν με βάση τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όσο και οι αντίστοιχες θέσεις εργασίας, προκειμένου να περιορισθούν στο ελάχιστο οι κοινωνικές επιπτώσεις του μετασχηματισμού. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο η βιομηχανική πολιτική να έχει πολύ πιο ενεργό χαρακτήρα, να είναι προσανατολισμένη προς το μέλλον, να χαρακτηρίζεται από βιωσιμότητα, και να ενσωματώνει τους τομείς της οικονομικής, εργασιακής, εκπαιδευτικής και τεχνολογικής πολιτικής. Τα κράτη μέλη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να στηρίξουν τους τομείς της εκπαίδευσης και της κατάρτισης για τις πράσινες τεχνολογίες και τις επιχειρήσεις που είναι πραγματικά συνυφασμένες με αυτές. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι η απανθρακοποίηση της Ευρώπης θα συνοδεύεται από την απαραίτητη αποβιομηχανοποίησή της και δεν θα οδηγήσει στην απώλεια σημαντικών τμημάτων της αλυσίδας αξιών και, κατά συνέπεια, θέσεων εργασίας, που θα δημιουργηθούν στη συνέχεια στην Ασία ή τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Με ποιον τρόπο θα μπορούσε η εμπειρία που οικοδομήθηκε από τη σταδιακή κατάργηση του άνθρακα και την ανανέωση του βιομηχανικού κλάδου της Γερμανίας να χρησιμοποιηθεί προς όφελος των λοιπών Ευρωπαϊκών χωρών που ακολουθούν διαδικασίες ενεργειακού μετασχηματισμού;
Δεν βρισκόμαστε στο τέλος της βιομηχανικής εποχής. Βρισκόμαστε στην αρχή ενός νέου κεφαλαίου για τη βιομηχανία. Τόσο τα κράτη όσο και οι υπόλοιποι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να αναπτύξουν με εντατικότερους ρυθμούς στρατηγικές και μεθόδους που θα προσφέρουν ουσιαστική στήριξη υπέρ του μετασχηματισμού. Η κοινωνικο-οικολογική μετάβαση της Ευρώπης μπορεί να στεφθεί με επιτυχία μόνο μέσω της εφαρμογής πολιτικών που θα χαρακτηρίζονται από καινοτομία, ανταγωνιστικότητα, ευκαιρίες κατάρτισης και νέες ευκαιρίες απασχόλησης.
Διευθύντρια του γερμανικού συνδικάτου IG BCE (μεταλλευτικής, χημικής και ενεργειακής βιομηχανίας)
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.