Η εποχή των πολυκρίσεων
Ζούμε σε μια μεταβατική εποχή όπου τέσσερις επάλληλες κρίσεις (οικονομική, κλιματική, υγειονομική και ενεργειακή) διαμορφώνουν μια νέα πραγματικότητα στην οικονομική και κοινωνική δομή σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία. Κάθε σχεδιασμός για το αύριο γίνεται πλέον με άλλα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα. Η συνειδητοποίηση της ανάγκης αυτών των αλλαγών είναι το στοίχημα της επόμενης ημέρας.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να συνειδητοποιήσουμε την ανάγκη διαφορετικής οργάνωσης οικονομίας και κοινωνίας, ώστε να δείξουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε επόμενες κρίσεις. Διαφορετική οργάνωση σε τοπικό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο. Ειδικά στην Ελλάδα πρέπει επιτέλους σε αυτή την συγκυρία να «τρέξουμε» ένα άλλο παραγωγικό μοντέλο. Να βάλουμε ως στόχο ένα παραγωγικό μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης που θα μετασχηματίσει την οικονομία σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία μέχρι το 2050. Η κοινωνική οικονομία με συνεταιριστικά σχήματα, τα οποία βρίσκονται στον αντίποδα των ολιγοπωλίων και των πολυεθνικών και η επάρκεια προσωπικού που θα σηκώσει το βάρος της πράσινης – ψηφιακής μετάβασης της χώρας είναι δυο πολύ κρίσιμες παράμετροι για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Η αναγκαιότητα της κοινωνικής οικονομίας
Η κοινωνική οικονομία δρα και αναπτύσσεται σε όλους σχεδόν τους οικονομικούς τομείς, την υγεία και πρόνοια, τον πολιτισμό, το περιβάλλον, την εκπαίδευση αλλά και την ενέργεια. Οι οντότητες της κοινωνικής οικονομίας δρουν μέσα από διάφορες νομικές μορφές, στην κάθε χώρα που δραστηριοποιούνται και μπορούν, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, να συνεισφέρουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στη στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και γενικά στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Και μπορεί μεν το θεσμικό όσο και το νομικό, οικονομικό και επιχειρηματικό πλαίσιο των κοινωνικών επιχειρήσεων στην Ε.Ε. να διαφέρει μεταξύ των κρατών μελών, αλλά είναι βέβαιο ότι παρά τις όποιες διαφορές, τα μοντέλα κοινωνικής επιχειρηματικότητας προσδίδουν αναπτυξιακή ώθηση σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Ως γνωστόν οι κοινωνικές επιχειρήσεις κινούνται ανάμεσα στο δημόσιο (κράτος) και το καθαρά ιδιωτικό επιχειρείν και αποτελούν έτσι τον λεγόμενο και τρίτο πυλώνα της οικονομίας – την κοινωνική οικονομία και την κοινωνική επιχειρηματικότητα. Αν και ο ορισμός του τι είναι μια κοινωνική συνεταιριστική επιχείρηση δεν έχει πλήρως αποσαφηνιστεί, θα σταθώ σε έναν όρο που στην διεθνή βιβλιογραφία γίνεται πολύ συχνά αναφορά ως Συνεργατική Οικονομία του Διαμοιρασμού και στο πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν στην σημερινή οικονομία τα Δεδομένα. Πολλοί λένε ότι ζούμε πια σε ένα στάδιο του Καπιταλισμού των Δεδομένων (Data Capitalism). Η Συνεργατική Οικονομία του Διαμοιρασμού ως μορφή κοινωνικής οικονομίας λοιπόν, με σύμμαχο καινοτόμα οικονομικά εργαλεία (Crowdfunding, Ομόλογα ειδικού σκοπού κα) και αποκεντρωμένες τεχνολογίες DLT παραγωγής, διαχείρισης και διαμοιρασμού (3D printing, Blockchain κα) μπορεί να παράξει και να αναδιανείμει πλούτο και γνώση δίνοντας μέρισμα στον κάθε εργαζόμενο αλλά και απλό πολίτη από την χρήση αυτών των Δεδομένων, που δεν πρέπει να τα εκχωρήσουμε με λευκή επιταγή στις μεγάλες πολυεθνικές.
Από ενεργειακές κοινότητες με αποκεντρωμένα συστήματα παραγωγής και διανομής ενέργειας μέχρι τις κοινωνικές επιχειρήσεις διαμοιρασμού αυτοκινήτων, ηλεκτρικών και ιατρικών ειδών, υπάρχουν καλές πρακτικές που δείχνουν ότι μπορούν να λειτουργήσουν διαφορετικά τα πράγματα, με ιδέες «έξω από το κουτί». Υπάρχουν πολλά τέτοια πετυχημένα παραδείγματα από οικοσυστήματα στο Τρέντο της Ιταλίας, το Μοντραγκόν της Ισπανίας και στις περιοχές της Ρέτζιο Εμίλια και της Καρταγένα αντίστοιχα.
Πρέπει να υπογραμμιστεί ο πολύ σημαντικός ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ως φορέα που υποκινεί και συντονίζει την τοπική ανάπτυξη σε τέτοια παραδείγματα. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση γνωρίζει, όσο κανείς άλλος, τις ανάγκες, τα προβλήματα αλλά και τις δυνατότητες και ευκαιρίες που μπορούν να αξιοποιηθούν από το κοινωνικό κεφάλαιο της κάθε περιοχής.
Αλλά και η δράση του Κράτους, έχει κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός ενισχυτικού οικοσυστήματος για την κοινωνική οικονομία. Οι δράσεις αυτές πρέπει να είναι πολυεπίπεδες καθώς και μακροπρόθεσμες. Πρέπει δηλαδή να διαμορφώνονται πολιτικές που αφορούν τόσο το τοπικό, το περιφερειακό αλλά και το εθνικό επίπεδο και, ταυτόχρονα, οι δράσεις αυτές πρέπει να αποτελούν μέρος ενός συνολικού μακροπρόθεσμου σχεδίου για την ανάπτυξη των φορέων της κοινωνικής οικονομίας. Και βέβαια, ένα βασικό χαρακτηριστικό αυτών των δράσεων είναι ότι πρέπει να συνδιαμορφώνονται μεταξύ του Κράτους και των ίδιων των φορέων της κοινωνικής οικονομίας και της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Είναι πολύ ενθαρρυντικό το στοιχείο ότι στην Ε.Ε. λειτουργούν πάνω από 2.800.000 φορείς της κοινωνικής οικονομίας, στους οποίους πέρα από τους εθελοντές εργάζονται με αμοιβή πάνω από 13,6 εκατ. εργαζόμενοι. Οι αριθμοί αυτοί μαρτυρούν το δυναμισμό και τη σημασία του τομέα της κοινωνικής οικονομίας στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Στην Ελλάδα όμως, πώς έχουν τα πράγματα σε σχέση με την κοινωνική οικονομία; Κάποιοι θα σπεύσουν να πουν πως στην χώρα μας δεν μπορούν να λειτουργήσουν αυτά. Μια τέτοια στάση δείχνει την άρνηση να αντιληφθεί κανείς τη νέα πραγματικότητα η οποία όμως μπορεί να βρει εύφορο έδαφος. Οι ρίζες της κοινωνικής οικονομίας στον ελλαδικό χώρο, μας πάνε πίσω πριν την ελληνική επανάσταση του 1821. Ο περίφημος Συνεταιρισμός στα Αμπελάκια ξεκίνησε το 1778. Ο αριθμός των κοινωνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σήμερα στην Ελλάδα είναι περίπου 1.500. Στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας μόνο καταγράφονται 183 ενεργές κοινωνικές επιχειρήσεις.
Χρειάστηκε όμως να διαμορφωθεί πολύ αργά και σταδιακά ένα νομοθετικό πλαίσιο που έχει περάσει από πολλές διακυμάνσεις για την κοινωνική οικονομία. Αξίζει να σημειωθεί ότι το νομοθετικό αυτό πλαίσιο προωθήθηκε και στηρίχθηκε κατά καιρούς – κυρίως – από την παράταξη από την οποία προέρχομαι και γενικότερα τον προοδευτικό χώρο. Έτσι έχουμε τον ν.1667/1986 για τους Συνεταιρισμούς, που μπορεί να είχε αστοχίες και να μην εφαρμόστηκε όπως αρχικά είχαμε οραματιστεί αλλά έβαλε τις βάσεις για την κοινωνική συνεταιριστική οργάνωση μετά την Μεταπολίτευση στην Ελλάδα. Περάσαμε μετά στον θεσμό των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης με το αρ. 12 του ν.2716/1999 που είχε ως στόχο την κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων με ψυχικά προβλήματα. Για να φτάσουμε εν μέσω οικονομικής κρίσης στον ν. 4019/2011 με τον οποίο θεσμοθετούνται οι Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις. Και έχει ενδιαφέρον να δει κανείς γιατί ο Νομοθέτης αναγκάστηκε την στιγμή εκείνη να ενεργοποιήσει – σχεδόν άρον άρον – θα έλεγα τον τρίτο πυλώνα της οικονομίας.
Οι Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις, λοιπόν έρχονται να προσπαθήσουν να κινητοποιήσουν υγιή κομμάτια της κοινωνίας μας και αποτελούν ενώσεις φυσικών προσώπων μόνο ή φυσικών προσώπων και νομικών προσώπων μαζί. Ειδικά τώρα λοιπόν, εν μέσω των πολλαπλών κρίσεων, ήρθε πιο δυναμικά στο προσκήνιο η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα, αλλά η πρόοδός της δεν είναι η αναμενόμενη, παρουσιάζοντας αποκλίσεις από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο πιο πρόσφατος νόμος για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία, ο ν.4430/2016, όρισε ως Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία: «Το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων που στηρίζονται σε μία εναλλακτική μορφή οργάνωσης των σχέσεων παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και επανεπένδυσης, βασισμένη στις αρχές της δημοκρατίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, καθώς και του σεβασμού στον άνθρωπο και το περιβάλλον». Ο νόμος αυτός ομαδοποίησε τους φορείς της κοινωνικής οικονομίας στις κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, που διέθεταν εμπορική ιδιότητα και σκόπευαν στη μέγιστη κοινωνική ωφέλεια (όπως είναι οι κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις ένταξης και οι κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις συλλογικής και κοινωνικής ωφέλειας), στους κοινωνικούς συνεταιρισμούς περιορισμένης ευθύνης, στους συνεταιρισμούς εργαζομένων και σε οποιοδήποτε άλλο νομικό πρόσωπο που δεν είναι μονοπρόσωπο και διαθέτει νομική προσωπικότητα, όπως οι αγροτικοί και αστικοί συνεταιρισμοί και οι αστικές εταιρείες κάτω από προϋποθέσεις.
Ταυτόχρονα, το Κράτος διαμόρφωσε ένα Σχέδιο Δράσης για την ανάπτυξη του οικοσυστήματος της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας 2017-2023, το οποίο τώρα που ολοκληρώνεται πρέπει να αξιολογηθεί και να αποτιμηθεί η εφαρμογή του. Σήμερα, στην χώρα μας όπου η κοινωνική οικονομία κινείται με αργούς και άτολμους ρυθμούς ανάπτυξης, πάντα σε σύγκριση με τα άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, χρειάζονται νέα μέτρα στήριξης και προώθησής της, καθώς μπορεί να αποτελέσει έναν τρίτο δρόμο ανάπτυξης και να συνδράμει στην αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων.
Οι επιχειρήσεις της Κοινωνικής Οικονομίας, όπως και οι επιχειρήσεις όλων των μορφών, έχουν ανάγκη πρόσβασης σε κεφάλαια, για την υλοποίηση των στόχων τους και της αποστολής τους. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, μέχρι στιγμής, δεν έχει εξειδικευμένα προϊόντα και υπηρεσίες για τις επιχειρήσεις της Κοινωνικής Οικονομίας, όπως έχουν οι τράπεζες σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Στην Ελλάδα οι τράπεζες που είναι πιο κοντά στις επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας είναι οι Συνεταιριστικές Τράπεζες και είναι πολύ λίγες δυστυχώς. Χρειάζεται λοιπόν να δημιουργηθούν χρηματοδοτικά εργαλεία για τους φορείς της κοινωνικής οικονομίας. Με πιστώσεις και επενδυτικά εργαλεία, με διευκόλυνση της πρόσβασης στις δημόσιες συμβάσεις, με επιδοτήσεις, με φορολογικές ελαφρύνσεις, με πρόσβαση σε πληροφόρηση για την αγορά κλπ. Όλα αυτά είναι απαραίτητα τόσο για την διασφάλιση επίτευξης των στόχων τους, που είναι για το κοινό καλό, όσο και για την διασφάλιση νέων θέσεων εργασίας και της βιωσιμότητά τους.
Η επάρκεια εξειδικευμένου προσωπικού στην πράσινη – ψηφιακή μετάβαση
Παράλληλα, ένα θέμα πολύ κρίσιμο για την βιωσιμότητα όλων των επιχειρήσεων, όσο και της ελληνικής οικονομίας στο σύνολό της, είναι η δημιουργία επαρκούς και ικανού τεχνικού και όχι μόνο προσωπικού σε θέματα πράσινης και ψηφιακής μετάβασης ως της βασικής προϋπόθεσης για ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο που έχει ανάγκη η χώρα μας. Την επένδυση δηλαδή στο ανθρώπινο κεφάλαιο που θα μπορεί να φέρει εις πέρας την πράσινη ψηφιακή μετάβαση επί του πεδίου των επιχειρήσεων και της οικονομίας.
Η τεχνική κατάρτιση του προσωπικού στα ανωτέρω θέματα είναι η νούμερο ένα προτεραιότητα για να στηριχθεί σε βιώσιμη βάση μια νέα παραγωγική διαδικασία στα χρόνια που έρχονται. Το «πρασίνισμα» και η ψηφιοποίηση μιας επιχείρησης θα εισχωρήσουν ως δυο απαραίτητες διαστάσεις σε κάθε έκφανση της εργασιακής καθημερινότητας. Δεν θα νοείται επιχείρηση που θα παραγνωρίζει τα κριτήρια ESG ή θα αγνοεί πλέον τον ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης.
Οι ανάγκες για εξοικονόμηση ενέργειας, για ουδέτερο ανθρακικό αποτύπωμα, για αυτοματοποίηση μέσω ρομπότ ή συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης μεταμορφώνουν την επαγγελματική ζωή και δημιουργούν παράλληλα σημαντικότατες προκλήσεις για τους εργαζόμενους. Οφείλουμε λοιπόν να μιλήσουμε όλοι με ειλικρίνεια στον κόσμο της εργασίας και να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα πέρα από τους μύθους και τις ωραιοποιήσεις. Να δούμε κατάματα τους φόβους και τις ελπίδες των εργαζομένων για το μέλλον της αγοράς εργασίας και να αναλάβει ο καθένας το μερίδιο της ευθύνης της. Να διαμορφώσουμε ως σοσιαλδημοκρατικό κόμμα πιο ενεργές και υποστηρικτικές πολιτικές σε αυτά τα ζητήματα. Να ξανασκεφτούν οι επιχειρήσεις τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας τους. Να επαναχαράξουν τον ρόλο τους τα Επιμελητήρια και η Τοπική Αυτοδιοίκηση σε θέματα ανάπτυξης.
Δυστυχώς, αυτό που παρατηρούμε είναι οι πολύ κακές επιδόσεις της χώρας μας στους ευρωπαϊκούς δείκτες ψηφιακής κατάρτισης των εργαζομένων. Αλλά και γενικότερα στην ενίσχυση και καλλιέργεια των δεξιοτήτων τους. Βλέπουμε επίσης τις ελληνικές επιχειρήσεις να επενδύουν ελάχιστα στην κατάρτιση του προσωπικού τους. Και αντίστοιχα απογοητευτικά – αναποτελεσματικά κινείται και η διάθεση δισεκατομμυρίων ευρώ της Ε.Ε. στην κατάρτιση «χωρίς ελέγχους και χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα» όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν και οι μελέτες του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ. Ε, αυτές οι παθογένειες πρέπει να ανατραπούν!
Για το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, το κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, αποτελεί μείζονα πρόκληση η ταυτόχρονη ανάπτυξη ενός εργατικού δυναμικού υψηλής τεχνικής κατάρτισης στα πράσινα – ψηφιακά ζητήματα και η διαμόρφωση νέων όρων προστασίας όχι της θέσης, όπως γινόταν παλαιότερα αλλά του εισοδήματος αυτών των εργαζομένων. Με δυο λόγια: υψηλή κατάρτιση, με υψηλή αμοιβή πάνε «χέρι – χέρι». Κάθε άλλη επιλογή όπως υψηλή κατάρτιση με χαμηλή αμοιβή ή χαμηλή κατάρτιση με υψηλή αμοιβή, θα μας οδηγήσει σε νέα αδιέξοδα.
Είναι καιρός να ανοίξει αυτή συζήτηση και να καταλήξει σε συγκεκριμένα μέτρα και προτάσεις γιατί η ευκαιρία και του Ταμείου Ανάκαμψης δεν πρέπει να χαθεί για την χώρα, τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους και την βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας μας.
Οικονομολόγος, Βουλευτής Β' Θεσσαλονίκης, Τομεάρχης Ενέργειας & Περιβάλλοντος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.