Η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας (ΙΝΕ ΓΣΕΕ) δημοσιοποίησαν πρόσφατα τα αποτελέσματα της ειδικής θεματικής έρευνας κοινής γνώμης με τίτλο «Δείκτες Κλίματος Αγοράς Εργασίας». Στην έρευνα απάντησαν εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, επιτρέποντας την καταγραφή-μέτρηση και συγκριτική αποτίμηση των δεικτών κλίματος αναφορικά με την εξέλιξη των αμοιβών, την ασφάλεια της θέσης εργασίας τους και την τηλεργασία.
Η έρευνα, πραγματοποιήθηκε σε μεγάλο πανελλαδικό δείγμα από τις 8 έως της 12 Ιανουαρίου και ουσιαστικά συνιστά συνέχεια ανάλογης έρευνας που έγινε τον Οκτώβριο του 2020. Τα δεδομένα επέτρεψαν την καταγραφή των οικονομικών και εργασιακών επιπτώσεων της πανδημίας στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Στην έρευνα αποτυπώνεται η ένταση του γενικευμένου κλίματος οικονομικής και εργασιακής ανασφάλειας αλλά και η διαρκώς αυξανόμενη ανησυχία για τις δυσμενείς αλλαγές που πιθανά θα επιφέρει η περίοδος της πανδημίας στις αμοιβές και τα εργασιακά δικαιώματα.
Πιο αναλυτικά, τα ευρήματα που προκύπτουν είναι:
Τα βασικά ζητήματα που αναδεικνύονται από την έρευνα σχετίζονται με την ανησυχητική μείωση των εισοδημάτων των εργαζομένων κατά την περίοδο της πανδημίας, λόγω της αναστολής εργασίας και των μειώσεων των αμοιβών από την πλευρά των επιχειρήσεων.
Σημαντικός είναι ο προβληματισμός των εργαζομένων για τη διαχείριση των κινδύνων που θα αναδειχθούν «την επόμενη μέρα» της πανδημίας, υπό την μορφή της επαπειλούμενης νέας κρίσης απασχόλησης, που θα έχει ως συνέπεια πρόσθετες υφεσιακές επιπτώσεις στην ήδη τραυματισμένη από μια δεκαετή κρίση ελληνική οικονομία. Ο συνδυασμός της μείωσης των αμοιβών και της μείωσης της απασχόλησης, θα έχουν ως αποτέλεσμα την περαιτέρω μείωση της καταναλωτικής δαπάνης και θα επιφέρουν ως αναπόφευκτη συνέπεια την χρονική επέκταση της ύφεσης.
Σε ό,τι αφορά την απότομη και ραγδαία επικράτηση της τηλεργασίας, είναι σημαντικό να σταθούμε στο γεγονός πως η πλειοψηφία των εργαζομένων τάσσονται απέναντι της με επιφυλακτική έως αρνητική στάση, καθώς υποδηλώνουν ότι η αρρύθμιστη χρήση της θα επηρεάσει δυσμενώς σημαντικές παραμέτρους της προσωπικής, εργασιακής και οικονομικής τους ζωής και εξέλιξης. Το εύρημα αυτό δεν θα έπρεπε να προκαλεί εντύπωση αν ληφθεί υπόψη η άναρχη λειτουργία της τηλεργασίας λόγω απουσίας ουσιαστικού θεσμικού πλαισίου ρύθμισής της.
Στο πλαίσιο αυτό, η υγειονομική κρίση λειτουργεί ως ένας μεγεθυντικός φακός που αποκαλύπτει τις εγγενείς αδυναμίες και τις στρεβλώσεις της αγοράς εργασίας στη χώρα μας. Είναι πλέον κοινός τόπος ότι οι παρεμβάσεις των προηγούμενων ετών, που αντιμετώπισαν την εργασία ως βάρος και εμπόδιο για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη, όχι μόνο δεν δικαίωσαν τους εμπνευστές τους, αλλά αντιθέτως άφησαν αρνητική κληρονομιά στην αγορά εργασίας, στην οικονομία και στην κοινωνία. Στην πραγματικότητα, εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, οι εργαζόμενοι βρίσκονται όλο και περισσότερο εκτεθειμένοι στις συνέπειες των πλέον αστάθμητων οικονομικών και κοινωνικών συγκυριών, έχοντας πια όλο και λιγότερα μέσα θεσμικής προστασίας. Στην ουσία, η ανησυχία των εργαζομένων σήμερα στη χώρα μας έγκειται στη συνεχή έλλειψη επένδυσης στο ανθρώπινο δυναμικό και στην αποδυνάμωση των θεσμών προστασίας τους.
Καταλήγοντας, αυτό που καταγράφεται στα δεδομένα της έρευνας του ΙΝΕ είναι οι συνέπειες μιας διαρκώς κατακερματισμένης και χρόνια πλέον υποβαθμισμένης και απορρυθμισμένης αγοράς εργασίας που λειτουργεί σε ένα αποδυναμωμένο και άνευρο παραγωγικό σύστημα. Η συνέχιση της παύσης της δυνατότητας διενέργειας ανεξάρτητων συλλογικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών αναδεικνύεται ως εμμονή που ελάχιστους πλέον εξυπηρετεί, την στιγμή που περισσότερο από ποτέ η εργασία εκατομμυρίων μισθωτών βρίσκεται σε συνθήκες υποβάθμισης, προσωρινότητας και διαρκούς επισφάλειας. Η ενδυνάμωση των μηχανισμών ελέγχου των εργασιακών συνθηκών και της ποιότητας της εργασίας και ο αναγκαίος μετασχηματισμός της παραγωγικής διαδικασίας που θα στηρίζεται στην ποιότητα και στην ανάπτυξη του εργατικού δυναμικού είναι βασικές παράμετροι για την μετάβαση της χώρας σε διατηρήσιμες αναπτυξιακές διαδρομές. Είναι η στιγμή της ενίσχυσης του ουσιαστικού κοινωνικού διαλόγου για τον καθορισμό και την αύξηση του κατώτατου μισθού και της μετατροπής του σε μηχανισμό αξιοπρεπούς διαβίωσης.
*H φωτογραφία είναι του Engin Akyurt
PhD, Διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.