Αρκετά χρόνια πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας της νόσου Covid-19, οι ανησυχίες για επακόλουθες απώλειες θέσεων εργασίας λόγω του αυτοματισμού, όπως οι αλγόριθμοι τεχνητής νοημοσύνης, η προηγμένη ρομποτική και άλλες ψηφιακές τεχνολογίες της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης είχαν αυξηθεί. Η πρώτη έρευνα δεξιοτήτων και θέσεων εργασίας στην Ευρώπη του Cedefop (European Skills And Jobs Survey, ESJS) είχε ήδη αποκαλύψει ότι το 43% των ενήλικων εργαζομένων στην ΕΕ είχαν έρθει σε επαφή με νέα μηχανήματα και συστήματα ΤΠΕ στον χώρο εργασίας τους. Άλλοι είχαν προειδοποιήσει ότι περίπου το ήμισυ όλων των θέσεων εργασίας σε προηγμένες οικονομίες μπορεί να είναι επιρρεπές στην αντικατάσταση από αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης. Υπό το πρίσμα των στοιχείων αυτών, πολλοί εργαζόμενοι στην Ευρώπη ανησυχούν. Η δεύτερη έρευνα ESJS2 του Cedefop κατέδειξε πρόσφατα ότι τέσσερις στους δέκα εργαζομένους στην ΕΕ+ (27 χώρες της ΕΕ, Νορβηγία και Ισλανδία) θεωρούν ότι υπάρχει το ενδεχόμενο να χάσουν τη δουλειά τους μέσα στους επόμενους 12 μήνες, με τους μισούς από αυτούς να πιστεύουν ότι η αιτία είναι η αντικατάσταση των εργαζομένων στις θέσεις εργασίας από τα μέσα ψηφιακής τεχνολογίας.
Έκτοτε, η κρίση του κορωνοϊού έχει επιτείνει τον μακροχρόνιο ψηφιακό μετασχηματισμό των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα αύξηση της υιοθέτησης πρακτικών εργασίας και εκπαίδευσης που βασίζονται σε ψηφιακά και απομακρυσμένα συστήματα. Επιδείνωσε επίσης τις αναντιστοιχίες των δεξιοτήτων σε μικροεπίπεδο, παραλύοντας τις επενδύσεις στον τομέα της εκπαίδευσης και ενισχύοντας τις μακροχρόνιες ελλείψεις δεξιοτήτων.
Η ψηφιοποίηση μπορεί να αποτελέσει κινητήρια δύναμη για θετικές αλλαγές, καθώς βελτιώνει σημαντικά την ποιότητα εργασίας των εργαζομένων, ή για αρνητικές αλλαγές, καθώς προωθεί την αυτοματοποίηση των εργασιών και το αίσθημα ανασφάλειας σχετικά με τις θέσεις εργασίας, ειδικά σε ό,τι αφορά επαγγέλματα που περιλαμβάνουν την επαναλαμβανόμενη εκτέλεση εργασιών. Η έρευνα ESJS2 του Cedefop στοχεύει στην ενίσχυση της βάσης τεκμηρίωσης που υποστηρίζει τις πολιτικές επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΕΕΚ), τις πολιτικές δεξιοτήτων, αλλά και τις ψηφιακές και άλλες συναφείς πολιτικές. Καθώς στην έρευνα συμμετέχουν περισσότεροι από 46.000 ενήλικοι εργαζόμενοι σε 29 χώρες της Ευρώπης, η έρευνα αυτή υιοθετεί μια συγκριτική προοπτική, συλλέγει επικαιροποιημένες και επιστημονικά ορθές πληροφορίες και συμπληρώνει σημαντικά κενά γνώσεων, με στόχο την υλοποίηση των φιλόδοξων στόχων της ΕΕ για τη διπλή μετάβαση (Πλαίσιο 1).
Πλαίσιο 1. Συνοπτικά: Δεύτερη έρευνα δεξιοτήτων και θέσεων εργασίας στην Ευρώπη (European Skills and Jobs Survey, ESJS2) του Cedefop Η έρευνα ESJS2 είναι το δεύτερο κύμα μιας περιοδικής έρευνας του Cedefop που συλλέγει πληροφορίες σχετικά με τις απαιτήσεις δεξιοτήτων στην εργασία, την ψηφιοποίηση, τις αναντιστοιχίες δεξιοτήτων και την εκπαίδευση στον χώρο εργασίας βάσει αντιπροσωπευτικών δειγμάτων Ευρωπαίων ενήλικων εργαζομένων. Βασίζεται στο πρώτο κύμα που πραγματοποιήθηκε το 2014. Η έρευνα ESJS2 στοχεύει στην ενημέρωση του διαλόγου για τη διαμόρφωση πολιτικών λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο της ψηφιοποίησης στο μέλλον της εργασίας και των δεξιοτήτων, αλλά και το ευρύτερο πλαίσιο της πανδημίας της νόσου COVID-19. Από το καλοκαίρι του 2021, η έρευνα ESJS2 συνέλεξε πληροφορίες σχετικά με 46.213 ενήλικες εργαζόμενους στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ συν τη Νορβηγία και την Ισλανδία (ΕΕ+). Το Cedefop συνεργάστηκε με το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (European Training Foundation, ETF). Έως το τέλος του 2023, η έρευνα ESJS2 θα έχει υλοποιηθεί σε περισσότερες από 35 χώρες. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την έρευνα δεξιοτήτων και θέσεων εργασίας στην Ευρώπη (ESJS) του Cedefop διατίθενται στην ιστοσελίδα του Cedefop. Πηγή: Cedefop |
Η πανδημία και η ψηφιοποίηση
Η πανδημία της νόσου Covid-19 επιτάχυνε τη μακροχρόνια τάση προς την ψηφιοποίηση της εργασίας στις οικονομίες της ΕΕ. Τα δεδομένα της έρευνας ESJS2 αποκαλύπτουν ότι, σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την πανδημία, τέσσερις στους δέκα (39%) ενήλικες εργαζόμενοι χρησιμοποιούσαν συχνότερα μέσα ψηφιακής τεχνολογίας για να εκτελέσουν κάποια από τα εργασιακά τους καθήκοντα, ενώ τρεις στους δέκα (29%) εργάζονταν περισσότερο χρόνο μακριά από τις εγκαταστάσεις του εργοδότη τους (Εικόνα 1). Η online εκπαίδευση και κατάρτιση άνθισαν επίσης κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης. Περίπου το ένα τρίτο (36%) των εργαζομένων της ΕΕ+ συμμετείχαν σε περισσότερες online εκπαιδευτικές δραστηριότητες για σκοπούς που σχετίζονταν με την εργασία τους, δηλαδή έξι στους δέκα από το σύνολο όσων συμμετείχαν σε οποιαδήποτε δραστηριότητα εκπαίδευσης και κατάρτισης κατά την περίοδο 2020-2021.
Εικόνα 1. Η πανδημία της νόσου COVID-19 και η ψηφιακή εργασία και εκπαίδευση
Η έκταση της ψηφιοποίησης στις αγορές εργασίας της ΕΕ
Την περίοδο 2020-2021, σχεδόν οι μισοί ενήλικες εργαζόμενοι είδαν τη νέα ψηφιακή τεχνολογία να εισχωρεί στον χώρο εργασίας τους και το 35% αυτών χρειάστηκε να μάθουν πώς να τη χρησιμοποιούν (Εικόνα 2). Αυτό εξηγείται από το ένα τρίτο (32%) των Ευρωπαίων εργαζομένων που χρειάστηκε να μάθουν να χρησιμοποιούν νέα προγράμματα υπολογιστή ή κάποιο λογισμικό για την εργασία τους κατά την περίοδο αυτή, εξαιρουμένων τυχόν μικρών ή τακτικών ενημερώσεων. Άλλο ένα ποσοστό της τάξης του 10% χρειάστηκε να μάθουν να χρησιμοποιούν νέα μηχανήματα που στηρίζονται σε υπολογιστή για επαγγελματικούς σκοπούς. Το γεγονός ότι αυτοί οι εργαζόμενοι ήταν πιο πιθανό να βρίσκονται σε χώρους εργασίας στους οποίους ο αριθμός του προσωπικού αυξήθηκε υποδηλώνει ότι οι εταιρείες που αγκαλιάζουν το «κύμα της ψηφιοποίησης» κατάφεραν να ανταποκριθούν καλύτερα στην κρίση του κορωνοϊού και να ανθίσουν.
Εικόνα 2. Νέες ψηφιακές τεχνολογίες τους χώρους εργασίας της ΕΕ+, 2020-2021
Ωστόσο, ενώ σχεδόν εννέα στους δέκα (87%) ενήλικοι εργαζόμενοι χρησιμοποιούν κάποια ψηφιακή συσκευή ή κάποιο μηχάνημα για να κάνουν τη δουλειά τους, έξι στους δέκα από αυτούς εκτελούν βασικού ή σχετικά χαμηλού επιπέδου ψηφιακές εργασίες στον χώρο εργασίας τους, ή ένας στους οκτώ δεν εκτελεί καμία τέτοια εργασία. Παρόλο που τα ρομπότ και οι εκτυπωτές 3D κατέχουν εξέχουσα θέση στον δημοφιλή διάλογο περί της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης, μόνο περίπου το 8-9% των ενήλικων εργαζομένων εργάζονται με ή χειρίζονται τέτοιου είδους τεχνολογικά μέσα. Αυτό αναδεικνύει τη σημαντική ανάγκη περαιτέρω ψηφιοποίησης πολλών θέσεων εργασίας στην Ευρώπη.
Εικόνα 3. Η ένταση της χρήσης των ψηφιακών δεξιοτήτων για θέσεις εργασίας στην ΕΕ+
Για πολλούς Ευρωπαίους εργαζόμενους, η ψηφιοποίηση συμβαδίζει με την ποιότητα της εργασίας, υπό τον όρο ότι έχουν τα μέσα να αναβαθμίσουν τις δεξιότητές τους ή να επανεκπαιδευτούν: οι ψηφιακές θέσεις εργασίας είναι λιγότερο πιθανό να περιλαμβάνουν την επαναλαμβανόμενη εκτέλεση εργασιών, συνήθως χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη αυτονομία, προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες ανάπτυξης δεξιοτήτων, ενώ αποφέρουν και υψηλότερη επαγγελματική ικανοποίηση. Είναι σημαντικό, ωστόσο, να αποφευχθεί το ενδεχόμενο η περαιτέρω ψηφιοποίηση, ιδιαίτερα στα χειρωνακτικά επαγγέλματα, να οδηγήσει σε περισσότερες θέσεις εργασίας που χαρακτηρίζονται από επαναλαμβανόμενη εκτέλεση εργασιών, όπου οι εργαζόμενοι θα αισθάνονται μεγαλύτερη ανασφάλεια. Η εισαγωγή νέων μηχανών που στηρίζονται σε υπολογιστή, όπως τα ρομπότ, μπορεί να έχει αυτό το αποτέλεσμα. Οι εργαζόμενοι σε θέσεις που δεν περιλαμβάνουν την επαναλαμβανόμενη εκτέλεση εργασιών και χαρακτηρίζονται από περισσότερη αναλυτική δράση επηρεάζονται λιγότερο από τις εν λόγω αρνητικές επιπτώσεις της ψηφιακής τεχνολογίας, όπως επιβεβαιώνεται από την ανάλυση της ESJS2.
Ψηφιοποίηση και αναντιστοιχία δεξιοτήτων στην ΕΕ
Τα δεδομένα της έρευνας ESJS2 αποκαλύπτουν ότι το 52% των ενήλικων εργαζομένων της ΕΕ+ πρέπει να αναπτύξουν περαιτέρω τις ψηφιακές δεξιότητές τους για να εκτελούν την κύρια εργασία τους ακόμα καλύτερα από ό,τι σήμερα. Υφίσταται, δηλαδή, ένα ψηφιακό χάσμα δεξιοτήτων, το οποίο θα αποτελέσει ορόσημο για τη βελτίωση των μελλοντικών εργασιακών επιδόσεων. Τα άτομα που χρειάστηκε να μάθουν να χρησιμοποιούν νέες ψηφιακές τεχνολογίες έχουν περισσότερες πιθανότητες να κατέχουν ψηφιακές δεξιότητες που αποκλίνουν από το επίπεδο που απαιτείται για την επίτευξη καλύτερων εργασιακών επιδόσεων.
Αλλά πολλά άτομα που έχουν μεγάλη ανάγκη ψηφιακής εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένων όσων επηρεάζονται από τις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις των ψηφιακών δεξιοτήτων εργασίας, αλλά και εργαζομένων με ψηφιακές δεξιότητες χαμηλού επιπέδου που δεν χρησιμοποιούν υπολογιστή στην εργασία τους, συχνά δεν λαμβάνουν τέτοιου είδους εκπαίδευση. Ενώ το 45% των ενήλικων εργαζομένων της ΕΕ+ αναγνωρίζουν ότι χρειάζονται νέες γνώσεις και δεξιότητες για να εργαστούν με τη νέα ψηφιακή τεχνολογία, μόνο ένας στους τέσσερις (26%) προέβη το διάστημα 2020-2021 σε δραστηριότητες ανεπίσημης εκπαίδευσης και κατάρτισης με σκοπό την περαιτέρω ανάπτυξη των ψηφιακών δεξιοτήτων που απαιτούνται για την εργασία του. Αυτού του είδους η εκπαίδευση ψηφιακών δεξιοτήτων λαμβάνεται κυρίως από άνδρες και εργαζόμενους σε αστικές περιοχές, από άτομα με πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης τα οποία εργάζονται σε εταιρείες μεγαλύτερου μεγέθους και απασχολούνται σε επαγγέλματα υψηλής εξειδίκευσης. Επικρατούν επίσης τομεακές διαφορές: αν και οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες περισσότερων από 6 στους 10 εργαζόμενους στον κλάδο των ΤΠΕ επικεντρώνονται στις ψηφιακές δεξιότητες, λιγότεροι από 3 στους 10 λαμβάνουν σχετική εκπαίδευση στον κλάδο των υπηρεσιών φιλοξενίας και εστίασης.
Ως εκ τούτου, τα στοιχεία της έρευνας ESJS2 καθιστούν σαφές ότι η επέκταση της βασικής ή μέσης εκπαίδευσης σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές δεξιότητες θα ωφελήσει πολλούς εργαζομένους. Ένας στους πέντε ενήλικες εργαζόμενους και το 31% όσων δεν χρησιμοποιούν υπολογιστή θα ωφεληθούν από εκπαίδευση που αφορά την πλοήγηση στο Διαδίκτυο. Το 30-40% του εργατικού δυναμικού μπορεί να εκπαιδευτεί περαιτέρω στις βασικές δεξιότητες επεξεργασίας κειμένου και στη χρήση υπολογιστικών φύλλων (Πίνακας 1).
Πίνακας 1. Χάσμα δεξιοτήτων σε ψηφιακές δραστηριότητες, EΕ+
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός στις αγορές εργασίας δεν εντείνει μόνο το χάσμα δεξιοτήτων. Τα δεδομένα της έρευνας ESJS2 αποκαλύπτουν ότι περίπου 3 στους 10 εργαζομένους στην ΕΕ+ έχουν προσόντα που υπερβαίνουν το επίπεδο που απαιτείται για την εργασία τους. Οι περισσότεροι από αυτούς τους εργαζομένους με υψηλά προσόντα είναι συνήθως άτομα που δεν χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές και εκτίθενται λιγότερο στην εκμάθηση νέων ψηφιακών τεχνολογιών στον χώρο εργασίας τους.
Τεχνολογικός συναγερμός: αλήθειες και μύθοι
Η έρευνα ESJS2 προσφέρει κάποιες πληροφορίες και για τον βαθμό στον οποίο οι δημοφιλείς φόβοι για τα ρομπότ ή για τα μηχανήματα που θα πάρουν τις δουλειές των ανθρώπων δικαιολογούνται από τα αποδεικτικά στοιχεία.
Περίπου το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού στην ΕΕ+ πιστεύουν ότι μεσοπρόθεσμα οι νέες ψηφιακές τεχνολογίες στην εταιρεία ή τον οργανισμό τους μπορούν ή θα κάνουν μέρος ή το σύνολο των εργασιών τους. Το 45% αναγνωρίζουν την ανάγκη για αναβάθμιση των δεξιοτήτων τους ή για επανεκπαίδευση λόγω της ψηφιοποίησης. Ωστόσο, μόνο περίπου το 4% του συνολικού ενηλίκου εργατικού δυναμικού στην ΕΕ+ τελικά δεν χρειάστηκε να εκτελέσουν κάποιες από τις εργασίες που πραγματοποιούσαν στο παρελθόν, λόγω της εφαρμογής νέων ψηφιακών τεχνολογιών στον χώρο εργασίας τους. Αντιθέτως, το 22% του ενήλικου εργατικού δυναμικού παρατήρησαν τόσο την κατάργηση εργασιών όσο και τη δημιουργία νέων εργασιών, απόδειξη της θετικής αλλά και της καταστροφικής φύσης της ψηφιακής τεχνολογίας (Εικόνα 4).
Οι εργαζόμενοι που επηρεάζονται από την αυτοματοποίηση των εργασιών τείνουν να είναι χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου και συνήθως απασχολούνται σε χειρωνακτικές και χαμηλής ειδίκευσης, απλές θέσεις εργασίας. Απαντώνται κυρίως σε συγκεκριμένους κλάδους, όπως η γεωργία, οι χρηματοοικονομικές και ασφαλιστικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Παρότι τα μηχανήματα ή τα ρομπότ θα καταργήσουν επιμέρους καθήκοντα αλλά και θέσεις εργασίας σε ορισμένα τμήματα της αγοράς εργασίας, είναι, συνεπώς, σαφές ότι η ψηφιοποίηση οδηγεί πρωτίστως στην ανάγκη μαζικής αναβάθμισης των δεξιοτήτων ή επανεκπαίδευσης.
Εικόνα 4. Ψηφιοποίηση και αυτοματοποίηση εργασιών στις θέσεις εργασίας στην ΕΕ+
D_CHJOB: Ως αποτέλεσμα νέων προγραμμάτων υπολογιστή ή νέου λογισμικού/νέων μηχανημάτων που στηρίζονται σε υπολογιστή τα οποία μάθατε να χρησιμοποιείτε για την κύρια εργασία σας τους τελευταίους 12 μήνες, οι εργασίες που εκτελείτε στη δουλειά σας άλλαξαν με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους; (i) Δεν εκτελείτε πλέον κάποιες από τις εργασίες που εκτελούσατε πριν (ii) Εκτελείτε πλέον διαφορετικές ή νέες εργασίες (iii) Εκτελείτε πλέον κάποιες από τις εργασίες σας γρηγορότερα από πριν.
Ο δρόμος προς το μέλλον των ψηφιακών πολιτικών και των πολιτικών για τις δεξιότητες στην ΕΕ
Τα στοιχεία της έρευνας ESJS2 τονίζουν τη διπλή πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικών της ΕΕ. Απαιτείται εξατομικευμένη παροχή ΕΕΚ, έτσι ώστε όσοι εκτίθενται στην τεχνολογική καινοτομία να μπορέσουν, σε εύλογο χρονικό διάστημα, να περιορίσουν τα κενά των ψηφιακών δεξιοτήτων τους και να αναπτύξουν δεξιότητες που να συνάδουν με τις τρέχουσες τεχνολογικές εξελίξεις. Υπάρχει επίσης ανάγκη για μεγαλύτερες ψηφιακές επενδύσεις και για δράσεις αναδιαμόρφωσης που θα στρέφονται σε νέες ψηφιακές μεθόδους εργασίας στους χώρους εργασίας της ΕΕ+. Οι πολιτικές ψηφιακών δεξιοτήτων δεν πρέπει απλώς να εικάζουν ποιες θέσεις εργασίας μπορεί να χαθούν ή θα χαθούν, αλλά πρέπει να στοχεύουν στην αποκατάσταση των ενδοεπιχειρησιακών διοικητικών πρακτικών και των πρακτικών στον χώρο εργασίας που θα ακολουθούν μετά από τις τεχνολογικές αλλαγές, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι ο άνθρωπος και οι μηχανές θα αλληλοσυμπληρώνονται με θετικό πρόσημο.
Η πολιτική για την ΕΕΚ θα πρέπει επίσης να επικεντρωθεί πρωτίστως στον 1 από τους 8 εργαζόμενους ενήλικες που δεν χρησιμοποιούν ψηφιακές τεχνολογίες στην εργασία τους και στο καθόλου ασήμαντο μερίδιο εκείνων που τις χρησιμοποιούν σε μικρό βαθμό. Η αντιμετώπιση της αναντιστοιχίας μεταξύ εκείνων που χρειάζονται περισσότερο την ψηφιακή εκπαίδευση και εκείνων που τη λαμβάνουν στους χώρους εργασίας της ΕΕ είναι υψίστης σημασίας. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να εστιάσουν στην επέκταση των προσπαθειών για την προσέγγιση των ομάδων των εργαζομένων που έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες, δίνοντας προτεραιότητα σε εργαζομένους χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου και εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας, σε γυναίκες, σε άτομα που κατέχουν θέσεις εργασίας χαμηλής εξειδίκευσης ή ημιεξειδικευμένες θέσεις εργασίας, αλλά και σε εργαζομένους εταιρειών μικρότερου μεγέθους. Άλλη εξίσου σημαντική προτεραιότητα για τις πολιτικές ψηφιακών δεξιοτήτων της ΕΕ είναι η προώθηση μιας προσέγγισης που θα έχει στο επίκεντρό της τον άνθρωπο και θα προσφέρει δυνατότητες για την υιοθέτηση της ψηφιακής τεχνολογίας.
Βασικές πηγές
Ανώτερος εμπειρογνώμονας, Τμήμα Δεξιοτήτων και Αγοράς Εργασίας, Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop)
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.