Αυτό το κείμενο δεν θα διαβαστεί μόνο από ανθρώπους.
Θα το μαζέψουν διαδικτυακά ρομπότ, θα ταξινομηθεί, θα «ταϊστεί» σε αλγορίθμους και θα μετασχηματιστεί σε μια υπηρεσία αναζήτησης που βοηθήσει άλλους οι οποίοι ψάχνουν για το θέμα του «μέλλοντος της εργασίας» να το βρουν και να το διαβάζουν.
Κατά τη διαδικασία αυτήν ο αλγόριθμος θα καταλάβει λίγο καλύτερα ποιοι είναι οι αναγνώστες αυτού του άρθρου. Θα δει τι διαβάσαμε πριν προσπελάσουμε αυτό το άρθρο και τι θα διαβάσουμε μετά. Θα εξετάσει που βρισκόμαστε. Με ποιους έχουμε μιλήσει και τι έχουμε πει. Που ξοδεύουμε τα λεφτά μας. Πόσα βήματα κάναμε σήμερα και που πάμε κάθε πρωί και κάθε απόγευμα. Εάν υπάρχει κάποιος άνθρωπος με τον οποίο κοιμόμαστε μαζί. Τι ξέρει για αυτόν τον άνθρωπο. Και τι μπορεί να του πει.
Ο αλγόριθμος δεν είναι περίεργος. Το ζήτημά του είναι υπαρξιακό. Έχει ανάγκη τα δεδομένα μας για να ζήσει. Τρέφεται από αυτά. Αλλά κι εμείς ολοένα και περισσότερο δεν μπορούμε να φανταστούμε ή ακόμη και να ζήσουμε τη ζωή μας χωρίς αυτόν. Γράφουμε μαζί του όταν συμπληρώνει τις προτάσεις μας στα emails μας. Κινούμαστε μαζί και τον εμπιστευόμαστε πολλές φορές περισσότερο κι από τα μάτια μας για να βρούμε τον δρόμο μας. Μας λέει τι και πόσο να φάμε. Εάν γυμναστήκαμε αρκετά σήμερα. Τι θέλουμε να δούμε. Τι να διαβάσουμε. Τι να ακούσουμε. Με ποιόν και ποια έχουμε τις περισσότερες πιθανότητες να ερωτευτούμε ή απλά να κάνουμε σεξ. Ποιον να ψηφίσουμε. Τι να θεωρήσουμε ως αλήθεια και τι ως ψέματα.
Το φαινόμενο αυτό που η Soshanna Zuboff έχει περιγράψει στο ομώνυμο βιβλίο της ως Καπιταλισμό της Επιτήρησης αποτελεί το κεντρικό χαρακτηριστικό της μετα-διαδικτυακής εποχής. Μετα-διαδικτυακής, γιατί όπως λέει η Hitto Steyerl, το διαδίκτυο έχει πεθάνει. Όχι γιατί δεν υπάρχει πλέον, αλλά γιατί είναι παντού. Τόσο που δεν έχει νόημα να μιλάμε για το διαδίκτυο ως κάτι έξω και πέρα από εμάς.
Τι σημαίνει να είναι κάποιος εργαζόμενος σε αυτήν την εποχή; Στην εποχή της αυτοματοποίησης, της τεχνητής νοημοσύνης και της διαρκούς δικτύωσης;
Περισσότερα από 20 χρόνια πριν, ο Eben Moglen είχε διατυπώσει ένα θεώρημα που μπορεί να μας βοηθήσει να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό. Το περίφημο «θεώρημα του Moglen» έλεγε ότι εάν διασυνδέαμε όλους τους ανθρώπους της γης με ένα ψηφιακό δίκτυο τότε ψηφιακά προϊόντα θα παράγονταν με σχεδόν μηδενικό κόστος εργασίας. Οι πλέον παραδειγματικές μορφές αυτού του μοντέλου ανάγονται στον χώρο του ανοιχτού λογισμικού και των ανοιχτών δεδομένων: αρκεί να σκεφτούμε την Βικιπαίδεια που παράγεται από μια στρατιά εθελοντών ή το λογισμικό Linux που τρέχει στους περισσότερους διακομιστές του πλανήτη που παράγεται από προγραμματιστές που επιλέγουν μόνοι τους το πως, πότε και σε τι θα συνεισφέρουν. Αλλά και η μεγαλύτερη συλλογή ανοικτών δεδομένων στην Ελλάδα, η Διαύγεια που παράγεται από το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων, λειτουργών και του πολιτικού προσωπικού που στο πλαίσιο των καθημερινών τους καθηκόντων αναρτούν τις αποφάσεις στο Διαδίκτυο.
Το «μυστικό» σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι η συνεισφορά το κάθε εργαζόμενου είναι σε τέτοιο μέγεθος που θα την έκανε έτσι κι αλλιώς. Αρκεί να υπάρχει ένας μηχανισμός που συγκεντρώνει τις συνεισφορές αυτές κατά τρόπο που να μην κάνει τη ζωή δύσκολη για αυτόν που θέλει να συνεισφέρει και να επιτρέπει σε αυτόν που θέλει να έχει πρόσβαση στο τελικό αποτέλεσμα να έχει την πρόσβαση επίσης με σχεδόν μηδενικό κόστος.
Το ζήτημα λοιπόν ήταν εξαρχής πως θα δημιουργήσουμε μηχανισμούς οργάνωσης της παραγωγής που να μας επιτρέπουν να βρούμε και να συντονίσουμε αυτούς που θέλουν να συνεισφέρουν σε μια εργασία με το ελάχιστο δυνατό κόστος, είτε επειδή θα το έκαναν έτσι κι αλλιώς είτε επειδή για λόγους συνολικού κόστους ζωής θα απαιτούσαν πολύ μικρότερους μισθούς. Είτε επειδή θα ήταν μηχανές.
Καλωσήρθατε στην εποχή της αυτοματοποίησης της εργασίας.
Η εμπειρία της Βικιπαίδειας απέδειξε πολύ νωρίς ότι δεν ήταν μόνο άρθρα για ποδοσφαιρικές ομάδες για τα οποία μπορούσαμε να βρούμε ανθρώπους να γράψουν δωρεάν. Υπάρχει μια ολόκληρη σειρά από ενέργειες που κάνουμε στην καθημερινότητά μας και οι οποίες παράγουν δεδομένα τα οποία όταν συλλεγούν και συνδυαστούν μπορεί να οδηγήσουν σε χρήσιμα προϊόντα. Η μετακίνησή μας μπορεί να δώσει χρήσιμα δεδομένα για την βέλτιστη διαδρομή από το σημείο Α στο σημείο Β. Και η συλλογική μας μετακίνηση για το που υπάρχει κίνηση και που όχι. Οι αναζητήσεις μας και τα αποτελέσματά τους για το τι ψάχνουμε, τι μας αρέσει, τι θέλουμε να ακούμε και τι όχι. Οι βλάβες των μηχανών μας για τις πιθανότητες να πάθουν άλλες βλάβες. Τα σχόλια για ένα προϊόν ή για ένα σπίτι ή για μια διαδρομή για ένα ταξί, για την τιμή σε σχέση με την ποιότητα τους. Οι αξονικές των ασθενών που έχουν την ίδια ασθένεια για το πως αυτή θα εξελιχθεί.
Αντίστοιχα, η αναζήτηση συγκεκριμένων δεξιοτήτων για δραστηριότητες που μπορούσαν να πραγματοποιηθούν ψηφιακά σύντομα οδήγησε σε μια αγορά εργασίας που είχε τρία χαρακτηριστικά: Πρώτον, ήταν πραγματικά παγκοσμιοποιημένη: εάν θέλω μια μετάφραση, μια μηχανική εργασία (π.χ. συλλογή κειμένων ή φωτογραφιών ορισμένου είδους) ή ένα γραφιστικό μπορώ μέσω πλατφορμών, όπως της Amazon Mechanical Turk, να απευθυνθώ σε μια πραγματικά παγκόσμια αγορά και να αναζητήσω το βέλτιστο αποτέλεσμα για το μικρότερο δυνατό κόστος, πολύ συχνά αποφεύγοντας τους περιορισμούς του εργατικού δικαίου και μην καταβάλλοντας και την σχετική φορολογία. Δεύτερον, επέτρεπε την τυποποιημένη και αξιολογημένη παροχή υπηρεσιών ανεξαρτήτως από τον πάροχο της εργασίας που είχε επεισοδικό και ευέλικτο χαρακτήρα. Από τα ταξί του Uber, και τα διαμερίσματα της AirBnB, μέχρι τους μεταφορείς της Deliveroo και την παροχή υπηρεσιών της Airtasker ή της Andela, η πλατφόρμα αποτελεί τον πραγματικό πάροχο της υπηρεσίας. Αυτή διασφαλίζει μέσω των μηχανισμών συντονισμού και τυποποίησης το επίπεδο υπηρεσίας που θέλει ο καταναλωτής ενός ο άνθρωπος που παρέχει την υπηρεσία είναι απόλυτα υποκαταστάσιμος από ένα στρατό εργαζομένων που μπορούν να πραγματοποιήσουν την ίδια εργασία και ανταγωνίζονται διαρκώς μεταξύ τους για την ποιότητα και το χρόνο παροχής της υπηρεσίας. Τρίτον, όλες οι πλατφόρμες κατορθώνουν να οργανώνουν την εργασία μέσα από αλγορίθμους που διαρκώς παρακολουθούν και ιδεατά βελτιώνουν το επίπεδο και μειώνουν το κόστος της εργασίας. Οι αλγόριθμοι είναι που διασφαλίζουν την συλλογή των συνεισφορών, την τυποποίηση και την οργάνωσή τους σε κάτι που για τον τελικό χρήστη των υπηρεσιών είναι μια ενιαία υπηρεσία ανεξαρτήτως του ανθρώπου που την παρέχει.
Αξίζει να μείνουμε λίγο στο τελευταίο σημείο: οι άνθρωποι που συμμετέχουν στην οικονομία αυτή του διαμοιρασμού (sharing economy) ή επεισοδική οικονομία (gig economy), συνεργάζονται πάντα με αλγόριθμους και ρομπότ και είναι σε μεγάλο βαθμό είτε αναγκαίο κακό, επειδή η τεχνολογία της αυτοματοποίησης δεν έχει φτάσει ακόμη στον απαιτούμενο λόγο ποιότητας/ κόστους για να τους αντικαταστήσει. Τα παραδείγματα των μεταφορών με drones της Αmazon είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αλλά και μια πρόσφατη μελέτη του Daron Acemoglu στο ΜΙΤ για το μέλλον της εργασίας καταδεικνύει ότι η μεγαλύτερη φορολογία της εργασίας σε σχέση με το κεφάλαιο ευνοεί την τάση για αυτοματοποίηση και δεν επιτρέπει την χρήση ανθρώπων ακόμη κι εκεί που ακόμη το κόστος τους είναι σημαντικά μικρότερο από αυτό της τεχνητής νοημοσύνης.
Η εργασία, λοιπόν, ειδικά σε ό,τι αφορά στην παροχή τυποποιημένων και επαναλαμβανόμενων εργασιών, πλέον όχι μόνο χειρονακτικών, αλλά και διανοητικών, βρίσκεται ανάμεσα στη Σκύλα της αυτοματοποίησης και την Χάρυβδη της οικονομίας του διαμοιρασμού: Είτε θα περάσει στα χέρια των μηχανών, είτε θα παρέχεται με εξαιρετικά μειωμένο κόστος λόγω της δυνατότητας της λήψης τους μέσα από παγκόσμιες πλατφόρμες οικονομίας του διαμοιρασμού.
Η πανδημία του COVID19 έχει οδηγήσει σε περαιτέρω επίταση του φαινομένου του ψηφιακού μετασχηματισμού της εργασίας: το πιο πρόσφατο τεύχος του Harvard Business Review ήταν αφιερωμένο στην εργασία όχι απλώς από το σπίτι, αλλά από παντού. Αυτή η συνειδητοποίηση ότι ένα μεγάλο μέρος από τις εργασίες που πραγματοποιούνταν σε εγκαταστάσεις και με εξοπλισμό του εργοδότη, μπορούν πλέον να υποκατασταθούν μερικώς ή ολικώς από εργασία που πραγματοποιείται στον χώρο του εργαζόμενου, ενώ θεωρητικά αυξάνουν τις δυνατότητες ευελιξίας στην πραγματικότητα μετακυλύουν περαιτέρω κόστος στον εργαζόμενο σε σχέση με τον εξοπλισμό, τη σύνδεση και το κόστος του χώρου στον οποίον πρέπει να βρίσκεται. Παράλληλα, αυξάνουν την επισφάλεια, καθώς εντείνει την αποδεφικοποίηση και τελικά την επεισοδικοποιήση (gig-ification) της εργασίας.
Ποιες μπορεί να είναι οι αντιδράσεις πολιτικής σε αυτήν την κατάσταση;
Μπορούμε συνολικά να διακρίνουμε τρία μοντέλα:
Το πρώτο μοντέλο θα το χαρακτηρίζαμε επιταχυντιτικό (accelerationistmodel): στο μοντέλο αυτό, οι όποιες τάσεις απεδαφικοποίησης, επεισοδικοποίησης και τελικά ενίσχυσης της μετα-ανθρώπινης εργασίας ενισχύονται. Ένα τέτοιο μείγμα πολιτικής είναι ευνοϊκό απέναντι στις πλατφόρμες, απόλυτα απορρυθμιστικό και επιδιώκει την επιτάχυνση της διαδικασίας του βίαιου ψηφιακού μετασχηματισμού με κάθε κόστος. Το μοντέλο αυτό αναμφίβολα ευνοεί τις πλατφόρμες και τις νέου τύπου θέσεις εργασίας που δημιουργούνται από αυτές, αλλά οδηγεί σε μη αναστρέψιμες συγκεντρώσεις πλούτου, διανοητικής ιδιοκτησίας και ελέγχου της αγοράς με απρόβλεπτες συνέπειες. Ταυτόχρονα, είναι πολύ πιθανόν να ενισχύσει τις πλέον αντιδραστικές δυνάμεις στην κοινωνία που βλέπουμε στο δεύτερο μοντέλο πολιτικής.
Το δεύτερο μοντέλο πολιτικής είναι το αντιδραστικό (reactionarymodel). Στο μοντέλο αυτό γίνεται μια προσπάθεια να ανακοπούν οι δραστηριότητες των πλατφορμών κυρίως μέσα από την βαριά τους ρύθμιση, την εισαγωγή δασμών, περιορισμών στην βάση της εθνικής ασφάλειας, ad hoc ποινών ή ολοκληρωτική απαγόρευσή της δραστηριότητας πλατφορμών. Μια άλλη εκδοχή του ίδιου μοντέλου, με αμφίβολη ωστόσο αποτελεσματικότητα, είναι η απόλυτη αγνόησή τους και η χάραξη εργασιακών πολιτικών πέρα και έξω από αυτές. Και στις δύο του εκδοχές το αντιδραστικό μοντέλο, είτε δεν είναι εφαρμόσιμο, είτε έχει τελικά τεράστιο κόστος για την κοινωνία και την οικονομία, ενώ τα αποτελέσματά του είναι εξαιρετικά αμφίβολα.
Το τρίτο μοντέλο πολιτικής είναι (regulatorymodel) αυτό της ρύθμισης των πλατφορμών μέσω της διασφάλισης της πραγματικής λειτουργίας της αγοράς και της ενίσχυσης των ψηφιακών κοινών. Το μοντέλο αυτό επιδιώκει την ρύθμιση της συναισθηματικής εργασίας (affective labour) μέσα από την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, διασφαλίζει τα εργασιακά δικαιώματα χαρακτηρίζοντας τις πλατφόρμες διαμοιρασμού ως εργοδότες, εισάγει υποχρεώσεις αποζημίωσης από την χρήση περιεχομένου σε πλατφόρμες, προάγει την ηθική χρήσω των ανοιχτών δεδομένων και λογισμικό στον δημόσιο και ερευνητικό τομέα και εισάγει ουσιαστικούς κανόνες ανταγωνισμού για τις ψηφιακές πλατφόρμες.
Είναι φανερό ότι το μοντέλο που θα επιλεγεί από κάθε χώρα είναι άμεση συνάρτηση όχι μόνο των οικονομικών, αλλά και των γεωπολιτικών της επιλογών. Κίνα, ΗΠΑ και ΕΕ έχουν επιλέξει μείγματα πολιτικών που εμπεριέχουν στοιχεία και από τα τρία μοντέλα αν και φαίνεται ότι το ρυθμιστικό μοντέλο σε διαφορετικές εκδοχές κερδίζει παντού έδαφος. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Εάν πριν από 20 χρόνια η διαμάχη ανάμεσα σε κυβερνοπατερναλιστές και κυβερνοφιλελεύθερους ανέδειξε νικητές τους τελευταίους, όπως αυτό εκφράστηκε μέσα από τη νομοθεσία για το ηλεκτρονικό εμπόριο και την διανοητική ιδιοκτησία, σήμερα νομοθετικά, νομολογιακά και πολιτικά βλέπουμε την ακριβώς αντίθετη διαδικασία. Από το European Digital Single Market Directive που επανεισάγει την ευθύνη για τους παροχείς υπηρεσιών ψηφιακών πλατφορμών μέχρι την ρύθμιση του ANT Group από τις κινεζικές αρχές, την εισαγωγή πολιτικών ψηφιακής εθνικής κυριαρχίας σε όλες τις μεγάλες δικαιοδοσίας ή την διερεύνηση της παραβίασης κανόνων ανταγωνισμού σε εταιρείες Big Tech σε ΗΠΑ και ΕΕ, φαίνεται ότι η ρύθμιση των πλατφορμών θα είναι για στο επόμενο διάστημα μαζί μας. Ο βαθμός στον οποίο η ρύθμιση αυτή μπορεί να αντιμετωπίσει τα ολοένα και μεγαλύτερα ζητήματα σε σχέση με το μέλλον της εργασίας, παραμένει ανοιχτό θέμα. Ίσως οι αλγόριθμοι που διαβάζουν αυτό το άρθρο μπορούν να προτείνουν κάποια λύση. Δεν χρειάζεται καν να τους ρωτήσετε.
—
Διευθυντής Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Εθνικό Δίκτυο Υποδομών Τεχνολογίας και Έρευνας (GRNET)
Διευθυντής Ψηφιακής Ανάπτυξης και Καινοτομίας, Ίδρυμα Ωνάση
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.