Marc Roux – Διανθρωπισμός και πολιτική δράση; |
Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στα ερωτήματα που θέτει το διανθρωπιστικό κίνημα, με άλλα λόγια τις προοπτικές της ‘ανθρώπινης ανάπτυξης’, και την πολιτική δράση;
Δεν έχω ακόμη εξετάσει αυτό το ερώτημα σε βάθος, προτίθεμαι όμως να μεταφέρω, ως απλή μαρτυρία, τις εντυπώσεις μου από ένα πρόσφατο συνέδριο που έγινε στις Βρυξέλλες, στις 24 Φεβρουαρίου. Οργανωμένο από μια προέκταση του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου (STOA- Science and Technology Options Assessement- [Αποτίμηση Επιλογών Επιστήμης και Τεχνολογίας]), είχε ως θέμα: A European approach to human enhancement (Μια πανευρωπαϊκή προσέγγιση της ανθρώπινης βελτίωσης)”.
Από τα κείμενα εργασίας που μου είχαν διαβιβάσει, προέκυπτε ότι ο προβληματισμός για τον Διανθρωπισμό είχε φτάσει, εδώ και λίγο καιρό, στ’ αυτιά των υπευθύνων που βρίσκονται στην κορφή της πολιτικής ιεραρχίας. Όπως επιβεβαιώθηκε από τους παρόντες βουλευτές (τέσσερις), εκείνοι που ασχολήθηκαν με αυτά τα ζητήματα έμοιαζαν να τα αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά (πάλι καλά, θα πείτε).
Πιο περίεργο είναι, ίσως, ότι η λέξη ‘Διανθρωπισμός’, που όπως έχουμε δει προκαλεί αλλεργία σε ορισμένους, δεν φάνηκε να δημιουργεί πρόβλημα στις ομιλίες και στα γραπτά των ομιλητών.
Μια άλλη παρατήρηση είναι ότι οι περίπου πενήντα συμμετέχοντες- από βουλευτές του ευρωκοινοβουλίου μέχρι απλούς πολίτες, περνώντας από φιλόσοφους, κοινωνιολόγους, συγγραφείς και κάθε λογής πανεπιστημιακούς, μέλη επιτροπών ηθικής ή αντιπροσώπους ευρωπαϊκών διανθρωπιστικών οργανώσεων- ήταν όλοι ομόφωνοι για την απόρριψη, ευθύς εξαρχής, δυο ακραίων θέσεων. Οι θέσεις αυτές έχουν να κάνουν, από τη μια πλευρά, με την ιδέα της παντελούς απουσίας ελέγχου στην ανάπτυξη των τεχνολογιών NBIC (Νανοτεχνολογίες, Βιοτεχνολογίες, επιστήμες της Πληροφορίας και Γνωστικές επιστήμες). Και, από την άλλη πλευρά, με την απλή απαγόρευσή τους. Είναι βέβαιο ότι αυτές οι μαξιμαλιστικές πολιτικές επιλογές υπάρχουν, ότι έχουν τους υποστηρικτές τους, κι ακόμη ότι εκπροσωπούνται στα ευρωπαϊκά αμφιθέατρα, αλλά η εντύπωση που αποκόμισα από αυτή τη συνάντηση είναι ότι δεν μοιάζουν να είναι πλειοψηφικές.
Διαπίστωσα, επίσης, ότι στη συντριπτική πλειονότητά τους οι ομιλητές τάχθηκαν υπέρ μιας ρύθμισης για την ‘ανθρώπινη ανάπτυξη’, που να είναι εμπνευσμένη από τις ευρωπαϊκές αξίες και παραδόσεις και ειδικά από το σεβασμό της αξιοπρέπειας του ατόμου, τις ατομικές ελευθερίες και την αξία της αλληλεγγύης, που αποτελεί ίδιον του πρότυπου της Ε.Ε.
Μολονότι το κείμενο εργασίας περιείχε κάποιες αναφορές για την ιδέα μιας ‘ανταγωνιστικής’ ευρωπαϊκής κοινωνίας της γνώσης και της έρευνας, επικαλούμενο εμφανώς πολλά από τα άρθρα της Συνθήκης της Λισαβόνας, οι βασικοί όροι της γλώσσας της ευρωπαϊκής επιτροπής, εκείνοι του θριαμβευτικού νεοφιλελευθερισμού, κατά παράδοξο τρόπο απουσίαζαν. Αντίθετα, πολλοί από τους ομιλητές υπογράμμισαν τους κινδύνους που συνδέονται με την εμπορευματοποίηση των τεχνικών NBIC. Θα μπορούσε κανείς να πιστέψει πως ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι πλέον της μόδας (Φυσικά δεν μπορώ να μη σκεφτώ τον Lampedusa: Όλα αλλάζουν, για να μην αλλάξει τίποτα…)
Ένα από τα κεντρικά θέματα είχε να κάνει με το πώς μπορούμε να ορίσουμε κριτήρια που θα μας επιτρέπουν να δεχόμαστε ή να απορρίπτουμε, να νομιμοποιούμε ή να απαγορεύουμε την τάδε ή τη δείνα τεχνολογία ‘ανθρώπινης ανάπτυξης’ στις κοινωνίες μας. Στους πολιτικούς αρέσουν οι λύσεις, οι απαντήσεις. Σε τελική ανάλυση, αυτός είναι ο ρόλος τους.
Ενδιαφέρουσα είναι, επίσης, η διαπίστωση ότι οι συνομιλητές μας μοιάζουν να τοποθετούνται στην αρχή μιας διαδικασίας σκέψης. Απέχοντας πολύ ακόμη από τη νομοθέτηση, βρίσκονται σ’ ένα στάδιο όπου ρωτούν τους εμπειρογνώμονες τους, καλούν τις δεξαμενές σκέψης τους, και ρωτούν την κοινωνία των πολιτών.
Εξαίρεση αποτελεί, βέβαια, ο τομέας της βιοτεχνολογίας. Για να απαντήσουμε στα ερωτήματα που τίθενται εδώ και κάποιες δεκαετίες από τις προόδους της ιατρικά υποβοηθούμενης τεκνοποίησης ή της γενετικής, για παράδειγμα, πολλαπλασιάσαμε τις επιτροπές βιοηθικής και υιοθετήσαμε νόμους, συχνά περιοριστικούς (στη Γαλλία: ποινικοποίηση της ανθρώπινης κλωνοποίησης, απαγόρευση της πρακτικής έρευνας στο ανθρώπινο έμβρυο, περιορισμένες δυνατότητες έρευνας πάνω στα εμβρυακά βλαστικά κύτταρα (Η Γαλλία είναι τώρα δεσμευμένη, όπως κάθε πέντε χρόνια, να αναθεωρήσει τη νομοθεσία της για τη βιοηθική. Βλέπε, για παράδειγμα: http://www. etatsgenerauxdelabioethique.fr ). Αλλά ο νομοθέτης δεν μοιάζει να έχει υπολογίσει ακόμα όλες τις συνέπειες της σύγκλισης NBCI, χωρίς να αναφερθούμε σε όλες τις προοπτικές που ανοίγει ο Διανθρωπισμός.
Στο συνέδριο των Βρυξελλών, προωθήθηκαν τρεις προσεγγίσεις:
- Η πρώτη προτείνει μια ‘λελογισμένα ευνοϊκή’ προσέγγιση όλων των νέων τεχνολογιών. Αντικρούει τα επιχειρήματα εκείνων που υποστηρίζουν ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη θεραπευτική άποψη για να καθορίσουν αν μια τεχνική είναι αποδεκτή ή όχι (αποδεκτές θα ήταν μόνο οι πρακτικές που επιτρέπουν τη φροντίδα ή την υπέρβαση μιας αναπηρίας) Ευνοεί την R&D στις τεχνολογίες της ‘ανθρώπινης ανάπτυξης’, σεβόμενη ταυτόχρονα τις ηθικές αρχές της Ε.Ε.
Η λελογισμένη προ-αναπτυξιακή προσέγγιση
|
- Η δεύτερη έχει να κάνει με μια ‘λελογισμένα περιοριστική’ προσέγγιση αυτών των τεχνικών. Προτάσσει την αρχή της προφύλαξης, την υπεράσπιση των ελευθεριών και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Η λελογισμένα περιοριστική προσέγγιση
|
- Η τρίτη προσέγγιση είναι η ανά περίπτωση.
Η συστηματική ανά περίπτωση προσέγγιση
|
Από τη συζήτηση που άνοιξε το απόγευμα της διάσκεψης, συγκρατώ ότι το θέμα θεωρείται από τους συνομιλητές μας (τους πολιτικούς) πολύ ανοιχτό.
Λένε ότι προσπαθούν να βρουν ένα πλαίσιο, μια πλατφόρμα, βάση της οποίας θα αρχίσουν να οργανώνουν δημόσιες συζητήσεις και τον δικό τους προβληματισμό.
Λένε ότι επιθυμούν να εγκαταστήσουν τα εργαλεία διαβούλευσης που θα αποτελέσουν έναν πραγματικό σύνδεσμο με την κοινωνία.
Για να καταλάβουμε καλύτερα την κατεύθυνση της συζήτησης, νομίζω ότι είναι ενδιαφέρον να δούμε τις προτάσεις που έκανε το ινστιτούτο Rathenau ή το ITAS της Καρλσρούης.
Ρυθμιστικά όργανα για την ανθρώπινη ανάπτυξη
Κατά την άποψή μας, η ΕΕ θα πρέπει να αντιμετωπίσει τη ρύθμιση δυο πλευρών της ανθρώπινης ανάπτυξης: R&D για ατομικές τεχνολογίες και χρήση παρεμβάσεων που στοχεύουν στην ανθρώπινη ανάπτυξη. Προτού εφαρμόσει, σε συναπόφαση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οποιαδήποτε πολιτική για την ανθρώπινη ανάπτυξη, η ΕΕ πρέπει πρώτα να καταγράψει πλήρως τις υπάρχουσες ρυθμίσεις για να αποφασίσει ποιες από αυτές πρέπει να αλλάξουν ή να αντικατασταθούν και σε ποια θέματα πρέπει να υπάρξουν εντελώς νέες ρυθμίσεις. Ενώ πολλές ατομικές τεχνολογίες για την ανθρώπινη ανάπτυξη αποτελούν νέο φαινόμενο, εμπίπτουν σε οικείους τομείς διαμόρφωσης πολιτικής όπως τα συστήματα ιατρικής φροντίδας, η ίση πρόσβαση στους πόρους, η αλληλεγγύη ή η ελευθερία παροχής υπηρεσιών πέρα από τα εθνικά σύνορα, πράγμα που θα διευκολύνει το έργο της ΕΕ.
Για ορισμένους από τους τομείς (όπως η πολιτική για την έρευνα ή η εσωτερική αγορά) όπου οι ρυθμίσεις πρέπει να προσαρμοστούν έτσι ώστε να λάβουν υπόψη τη χρήση τεχνολογιών για την ανθρώπινη ανάπτυξη, είναι σαφές ότι η ΕΕ είναι ο πρώτος διαμορφωτής πολιτικής. Δεν είναι ωστόσο τόσο σαφές πού τοποθετείται η ΕΕ σε σχέση με προβλήματα που η ανθρώπινη ανάπτυξη μπορεί να προκαλέσει στα συστήματα ιατρικής φροντίδας. Μολονότι αυτά τα συστήματα αποτελούν, κυρίως, εθνική υπόθεση, η ΕΕ μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, να κάνει παρεμβάσεις, όπως με τη δράση που ανέλαβε για την εναρμόνιση της αγοράς σε ό, τι αφορά τις διαγνωστικές συσκευές in vitro ανά την Ευρώπη ( Οδηγία 98/79/EC). Η ΕΕ μπορεί να χρησιμοποιήσει τις οδηγίες με ανάλογο τρόπο για να επηρεάσει τις εθνικές ρυθμίσεις για πρακτικές ανθρώπινης ανάπτυξης.
Εναλλακτικά, μπορεί να βοηθήσει τους επαγγελματίες να καθιερώσουν τα δικά τους κριτήρια, υποστηριζόμενα από τις κυβερνήσεις, όπως κώδικες συμπεριφοράς και πειθαρχικές ρυθμίσεις. Οποιαδήποτε επιτυχής πολιτική για την ανθρώπινη ανάπτυξη θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τρόπους ελέγχου και αποτίμησης των αποτελεσμάτων των εφαρμοσμένων τεχνολογιών.
Κατά την άποψή μας, η ΕΕ έχει ένα περαιτέρω ρυθμιστικό έργο, σε σχέση με τη χρηματοδότηση της έρευνας. Και πάλι, όλες οι υπάρχουσες ρυθμίσεις πρέπει να εξεταστούν και να προσαρμοστούν για να είναι συμβατές με την επιλεγμένη στρατηγική. Με άλλα λόγια, οι κοινωνικοί και τεχνολογικοί στόχοι για τους οποίους χρηματοδοτείται η έρευνα και τα κριτήρια που πρέπει να εκπληρώνονται από όσους ζητούν χρηματοδότηση πρέπει να καθοριστούν με σαφήνεια. Η χρηματοδότηση της έρευνας πρέπει επίσης να ελεγχθεί και να αποτιμηθεί. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί σε τεχνολογίες διπλής χρήσης- τεχνολογίες σχεδιασμένες για άλλο σκοπό, αλλά που μπορούν, επίσης, να χρησιμοποιηθούν για τους στόχους της ανθρώπινης ανάπτυξης.
Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σε ό, τι αφορά και τις τρεις πιθανές στρατηγικές που προαναφέραμε:
* Όλες οι πολιτικές πρέπει να περιλαμβάνουν έλεγχο, διατήρηση και αποτίμηση με βάση το επιλεγμένο κανονιστικό πλαίσιο.
* Η ομάδα εργασίας ή προσωρινή επιτροπή που θα χειριστεί τη συγκεκριμένη στρατηγική πρέπει να ετοιμάσει ένα κανονιστικό πλαίσιο, το οποίο θα χρησιμεύσει ως οδηγός για τον σχεδιασμό συγκεκριμένων ρυθμίσεων, που ανταποκρίνονται σε ανάγκες και είναι εκτελεστές.
* Πρέπει να γίνουν διαβουλεύσεις με το κοινό κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του κανονιστικού πλαισίου και κατά τη διάρκεια της επακόλουθης ρυθμιστικής διαδικασίας
* Ιδιωτικές R&D εντός Ευρώπης και R&D εκτός Ευρώπης πρέπει να ελέγχονται, για να εντοπίζονται νεωτεριστικές τεχνολογίες που ενδέχεται να απαιτούν ρύθμιση.
* Η ομάδα εργασίας της ΕΕ ή η επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου πρέπει να εντοπίζουν τα νέα προβλήματα ( όπως το ρόλο ενημερωμένης συγκατάθεσης σε δίκες νέων τεχνολογιών) στο επίπεδο των ατομικών τεχνολογιών για την ανθρώπινη ανάπτυξη, ή της ανθρώπινης ανάπτυξης γενικά, που απαιτούν ρύθμιση και παρακολούθηση.
Συμπερασματικά, από αυτές τις ανταλλαγές προκύπτει αρκετά καθαρά ότι η πολιτική δράση δεν μπορεί να είναι παρά δειλή απέναντι στα καινούργια ερωτήματα που θέτουν οι αυξανόμενες, και ενδεχομένως ραγδαίες, τεχνολογικές πρόοδοι.
Αυτό με οδηγεί στη σκέψη ότι ο προβληματισμός θα πρέπει να προέλθει από διάφορους κύκλους. Λαμβάνοντας υπόψη τις πιο βαθιές προκλήσεις- τι θα κάνουμε με το ανθρώπινο είδος;- θεωρώ βασικό τα μέρη που θα συμμετάσχουν στο διάλογο να εκπροσωπούν ένα ευρύτερο φάσμα της κοινωνίας και όχι μόνο την επιστημονική κοινότητα, τους οικονομικούς κύκλους ή την πολιτική εξουσία.
Με ευχαρίστηση άκουσα την απάντηση που δόθηκε σε έναν πανεπιστημιακό, ο οποίος παρατήρησε ότι τα θέματα που έχουν να κάνουν με τις τεχνολογίες NBIC απαιτούν ένα επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης που δύσκολα μεταδίδεται- ότι, αντίθετα, τα θέματα αυτά απαιτούν να υπάρχει ενημέρωση του ευρύτερου κοινού και διαβούλευση.
Πέραν τούτου, ανάμεσα στις καλές προθέσεις ορισμένων εκλεγμένων που ενδιαφέρονται για το θέμα και την πραγματική πρακτική της εξουσίας, είναι πιθανό να υπάρχει απόσταση….
Απομένει, λοιπόν, να αναρωτηθούμε πώς να αγωνιστούμε για να διασφαλίσουμε, μια ακόμη φορά, τις πιο δημοκρατικές επιλογές.
Μαζί με όλα αυτά, όμως, τίθεται ένα θέμα πιο γενικό και ίσως πιο ανησυχητικό. Λαμβάνοντας υπόψη την επιβεβαιωμένη υπόθεση για επιτάχυνση των επιστημονικών προόδων, ποια πολιτική προσέγγιση μπορεί να είναι έγκυρη; Πώς να ξέρουμε ‘τι να κάνουμε’ σε ένα πλαίσιο διαρκούς ανανέωσης των παραδειγμάτων; Πρέπει απλώς να υπολογίζουμε στη δύναμη της αδράνειας της κοινωνίας, στην ανικανότητά της να ενσωματώνει τις τεχνικές καινοτομίες στο ρυθμό που εμφανίζονται για να βρίσκει το χρόνο να ρυθμίζει και να νομοθετεί; Ή πρέπει να εφεύρουμε καινούργια πολιτικά παραδείγματα;
Αφιέρωμα: read also, μετανθρωπισμός
Ετικέτες: Marc Roux , βιοτεχνολογία , ΕΕ , μετανθρωπισμός
June 25th, 2009 at 15:54
Ευχαριστώ για όλα αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα άρθρα!