Νένη Πανουργιά – Ο Καντ, ο εμφύλιος πόλεμος και οι πτυχές του νοήματος |
Καθορίζουν οι Εμφύλιοι Πόλεμοι το χρόνο; Ή, για να το θέσουμε διαφορετικά, καθορίζονται οι Εμφύλιοι Πόλεμοι από το χρόνο, ρωτά η Νένη Πανουργιά. Αναφορικά με τον ελληνικό Εμφύλιο, δίνει την απάντηση ότι εξαρτάται από την έννοια που δίνει ο καθένας στο ‘χρόνο’ όπως και από την έννοια που δίνει στον ‘εμφύλιο πόλεμο’. |
Ένας Αμερικανός στρατιώτης που πολέμησε δυο φορές στο Ιράκ, βυθισμένος στα βάθη της απελπισίας για (όπως είπε) τα ψέματα και την εξαπάτηση που είχαν ως αποτέλεσμα να λάβει μέρος στον εμφύλιο πόλεμο μιας άλλης χώρας, μου είπε: ‘Εάν υπήρχε ένας Καντιανός κόσμος, τότε θα μπορούσα ίσως να διαχειριστώ αυτή την εμπειρία. Αλλά δεν υπαρχει. Ένας Καντιανός κόσμος που θα του έδινε τη δυνατότητα να βρεθεί σε έναν άλλο χρόνο, όπου τίποτα δεν θα μπορούσε να αποφασιστεί για τον εναν εαν δεν μπορούσε να αποφασιστεί για όλους.
Καθορίζουν οι Εμφύλιοι Πόλεμοι το χρόνο; Ή, για να το θέσουμε διαφορετικά, καθορίζονται οι Εμφύλιοι Πόλεμοι από το χρόνο; Είναι προφανές ότι η απάντηση εξαρτάται από την έννοια που δίνει ο καθένας στο ‘χρόνο’ όπως και από την έννοια που δίνει στον ‘εμφύλιο πόλεμο’. Έχουν γίνει απόπειρες, τόσο από τη Δεξιά όσο και από την Αριστερά, να ονομασθουν ‘εμφύλιοι πόλεμοι’ όλες οι μορφές ένοπλης μάχης που διεξάγονται στο εσωτερικό μιας συγκεκριμένης εθνοτικής ομάδας. Μ’ αυτή την έννοια, η Γαλλική Επανάσταση, η Οκτωβριανή Επανάσταση, η Μάχη της Αθήνας το 1944, είναι εμφύλιοι πόλεμοι ακριβώς όπως ο Ρωσικός Εμφύλιος Πόλεμος, ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος και ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος. Ο χρόνος, όμως, είναι μεταξύ άλλων ένα πολιτικό ‘πράγμα’ (ίσως ακόμη και μια ‘τοποθεσία’, κατά την έννοια του Alain Badiou) που καθορίζει την ονομασία των γεγονότων. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών δεν θέλει με κανένα τρόπο να αποκαλέσει τον πόλεμο στο Ιράκ εμφύλιο πόλεμο, όπως η Ειδική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Βαλκάνια δεν ήθελε να αποκαλέσει τον ελληνικό πόλεμο εμφύλιο πόλεμο το 1947, για ακριβώς τους ίδιους λόγους: για να μην αμφισβητηθεί η ανάμιξη γειτονικών χωρών και εξωτερικών αιτιών. Ο Αμερικανός αντιπρόσωπος στην Επιτροπή, Mark Ethridge, κατηγόρησε τον Έλληνα πρωθυπουργό Τσαλδάρη για ‘μνημειώδη βλακεία’ επειδή κατάφερε να κάνει αυτό ακριβώς που η Επιτροπή προσπαθούσε να αποφύγει. ‘Δηλαδή, να επικεντρώσει την προσοχή στις ελληνικές εσωτερικές υποθέσεις και μόνο’. Τι είναι, όμως, στην πραγματικότητα, ο εμφύλιος πόλεμος και πώς αναπτύχθηκε εννοιολογικά, στο χρόνο;
Η αρχική ονομασία γι’ αυτό το είδος πολέμου είναι Εμφύλιος Πόλεμος, που στην κυριολεξία σημαίνει: διαφυλετικός πόλεμος, πόλεμος μεταξύ φυλών, αν και η ερμηνεία αυτή είναι προβληματική. Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να αντισταθούμε στον πειρασμό να αντιληφθούμε τη φυλή ως βιολογική κατηγορία, με τον τρόπο που ο όρος αυτός αναπτύχθηκε και έγινε κατανοητός στις (πλην της ελληνικης) ευρωπαικες γλώσσες. Τα προβλήματα μετάφρασης του ελληνικού όρου φυλή στα αγγλικά είναι εξαιρετικά πολύπλοκα. Όπως σημειώνουν οι λεξικογράφοι της αρχαιότητας Liddel και Scott, ο όρος φυλή σήμαινε αρχικά μια σύναξη ανθρώπων διακριτών από τη φύση από κάθε άλλον, αλλά σημειώνουν επίσης ότι αυτή η πολύ γενική και ευρεία έννοια δεν χρησιμοποιείτο σχεδόν ποτέ. Ο όρος χρησιμοποιείτο συνήθως για να υποδείξει το αντίστοιχο του ρωμαϊκού tribus και σημαίνει ‘ένα σύνολο ή άθροισμα ανθρώπων που τους ενώνουν υποτιθέμενοι δεσμοί αίματος και κοινή καταγωγή, όπως οι φυλές των Δωριέων’. Στην αρχαία Αθήνα, οι φυλές περιλάμβαναν τους δεκα δημους του Πεισίστρατου. Όπως το φύλον (το ουδέτερο του ονόματος) σημαίνει απλώς κάθε τμηματική σκιαγράφηση διαφορετική από αυτή στην οποία ανήκει ο ομιλητής, όπως, για παράδειγμα, όταν ο Σοφοκλής στον Οιδίποδα Τύραννο μιλά για το φύλον των πουλιών, ο Ησίοδος για τα φύλα των τραγουδιστών ή το φύλον των γυναικών. Σε μια πολύ πιο περιοριστική έννοια, το φύλον σημαίνει έθνος, όπως το φύλον των Πελασγών (το έθνος των Πελασγών) και, ακόμη πιο περιοριστικά, ένα τμήμα που συνδέεται με δεσμούς αίματος, που στην ανθρωπολογική διάλεκτο κάποιος θα μπορούσε να αποκαλέσει συγγενείς εξ αιματος, όπως εμφανίζεται στον Όμηρο σε σχέση με τους εξ αίματος συγγενείς της Ελένης (φύλον Ελένης). Στην ελληνική αρχαιότητα, εμφύλιος σήμαινε να ανήκεις στην ίδια φυλή, στο ίδιο γένος, και συνεπώς εμφύλιοι ήταν οι επ’ αμφωτερω εξ αίματος συγγενείς. Γη εμφύλιος στον Οιδίποδα επί Κολωνώ σημαίνει τον τόπο καταγωγής, την πατρίδα. Στην Αντιγόνη και στους Νόμους του Πλάτωνα, εμφύλιον αίμα σημαίνει δολοφονία ενός συγγενούς από μητέρα, ενός συγγενούς εξ αίματος. Ο όρος Εμφύλιος ως όρος που σημαίνει πόλεμο μεταξύ Ελλήνων εμφανίζεται στην Πολιτεία του Πλάτωνα, σε σχέση με τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, στον Θέογνι, στον Οιδίποδα Τύραννο, στους Ευμενίδες του Αισχύλου (ως Άρης εμφύλιος), στον Θεόκριτο ως μάχην εμφυλιον ανδρών, και στον Πολύβιο ως πόλεμος εμφύλιος. Στον Πλούταρχο σημαίνει ανταρσία (στάσις) παρ’ όλο που η Nicole Loraux κάνει διάκριση ανάμεσα στο στάσις εμφύλ(ι)ος ως όρο που χρησιμοποιείται σε περίπτωση πολέμου που διεξάγεται μέσα στην πόλη όταν η πόλη θεωρεί ότι ανήκει στον ίδιο φύλον, και το οικείος πόλεμος ως εμφύλιο πόλεμο μέσα στην πόλη όταν η πόλη θεωρεί ότι αποτελεί μέρος ενός maison (με την έννοια που έδωσε ο Boon στον όρο, ερμηνεύοντας τον Levi-Strauss, για να δείξει όλες τις τμηματικές κατηγοριοποιήσεις που γίνονται όταν αναπτύσσεται το γενεαλογικό δένδρο μιας ευρείας ομάδας συγγενών που περιλαμβάνει συγγενείς από μητέρα και από πατέρα).
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μετατόπισε τη σχέση του εμφύλιου με το φύλον και την έμφασή του στους δεσμούς αίματος και την επανατοποθέτησε στην πόλη, με έμφαση στις σχέσεις των πολιτών με την πολη. Εξ ου και το Comentarii de Bello Civico του Ιουλίου Καίσαρα, η διάσημη περιγραφή του πόλεμου του ενάντια στον Πομπήιο και την Ρωμαϊκή Γερουσία. Οι ευρωπαϊκές γλώσσες, με εξαίρεση την ελληνική που κράτησε την αρχαία έκφραση, υιοθέτησαν αυτή την πολιτική διατύπωση (Burgerkrieg, στα γερμανικά, guerre civile, στα γαλλικά, guerra civile, στα ιταλικά).
Στο πλαίσιο της μετα-οθωμανικής ελληνικής ιστορίας, ο όρος χρησιμοποιείται σε σχέση με τους δυο εμφύλιους πόλεμους που ξέσπασαν στη διάρκεια κι έπειτα από τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας από τους Οθωμανούς (1821), καθώς και για τον Εμφύλιο που ξέσπασε στην Ελλάδα το 1947. Οι δυο εμφύλιοι πόλεμοι της Ελληνικής Επανάστασης έγιναν από τον Νοέμβριο του 1823 ως τον Ιούνιο του 1824 και τον Νοέμβριο του 1824. Στα απομνημονεύματά του, ο Ιωάννης Μακρυγιάννης χρησιμοποιεί τον όρο ‘φατρία’ σε σχέση με τον Πρώτο Εμφύλιο, όταν αναφέρει ότι ‘στην Πελοπόννησο ο Κολιόπουλος και άλλοι είχαν ανοίξει φατρία απ’ την πλευρά της κυβέρνησης, ενώ οι Δεληγιάννης, Ζαΐμης, Λόντος και άλλοι πήγαν απ’ την άλλη πλευρά…Ρωτήσαμε τι είδους πράγμα ήταν αυτή η φατρία (από εκεί που ερχόμασταν δεν ξέραμε αυτή τη λέξη ενώ ξέραμε άλλα πράγματα που έκαναν οι καπετάνιοι [καπετάνιοι της επανάστασης]). Με διέταξαν να πάω να δοκιμάσω αυτό το καλό πράγμα, να φάω φατρία με τους ανθρώπους μου. Τους είπα ‘Δεν ορκίστηκα να σηκώσω τα όπλα και να πολεμήσω άλλους Έλληνες, ορκίστηκα να πολεμήσω τους Τούρκους. Και δεν πήγαμε’. Χρησιμοποιεί τον όρο εμφύλιο σε σχέση με τον Δεύτερο Εμφύλιο όταν διηγείται την προσφορά που του έκανε ο Ζαΐμης για 1000 γρόσια το μήνα μισθό ως αντάλλαγμα για την προσχώρησή του στο κόμμα που είχαν ιδρύσει οι Λόντος, Νοταράς, Ζαΐμης και Μαυροκορδάτος για να πολεμήσουν τους Κολοκοτρώνη, Δεληγιάννη και Σισίνη. Ο Μακρυγιάννης αναφέρει ότι επέπληξε τον Ζαΐμη λέγοντας: ‘ Και 50.000 να μου δωκεις κρέας για εμφύλιο πόλεμο δεν πουλώ‘ (σ. 201). Ο όρος εμφανίζεται επίσης στην ελληνική μετάφραση και έκδοση (από τους Γιάννη Κορδάτο και Τάσσο Βουρνά) της Ιστορίας της Ελληνικής Επανάστασης του George Finlay.
Δεν είναι περίεργο που στην Ελλάδα ο όρος Εμφύλιος (μαζί με τον όρο Δεύτερο Αντάρτικο) χρησιμοποιήθηκε σε σχέση με τον πόλεμο του 1946-49 από την Αριστερά, ενώ το Κέντρο και η Δεξιά χρησιμοποίησαν τον όρο Συμμοριτοπόλεμος. Ήδη από το 1947, ο Ριζοσπάστης, η επίσημη εφημερίδα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, χρησιμοποιούσε τον όρο εμφύλιος στα κύρια άρθρα της. Από την ιστοριογραφικη του αρχή, ο εμφύλιος είχε χωριστεί από τη Δεξιά σε περιόδους: ο Πρώτος Γύρος (1943), ο Δεύτερος Γύρος (η Μάχη της Αθήνας το 1944), ο Τρίτος Γύρος (1946-1949), μια κίνηση που δεν άφηνε αμφιβολίες ως προς τη σαφήνεια των χρονικών προσδιορισμών: πότε άρχισε και πότε τέλειωσε και πόσος χρόνος μεσολάβησε. Μια τόσο σαφής κατανομή του χρόνου, ωστόσο, μια κατανομή που φιλοδοξεί να διακρίνει τις μικρές περιόδους του χρόνου, υποδηλώνει την επιθυμία να τεθούν σαφείς αρχές και σαφή τέλη στο γεγονός του εμφύλιου: άρχισε το 1943 όταν οι αντίπαλοι αντιστασιακοί στρατοί ΕΛΑΣ (της Αριστεράς) και ΕΔΕΣ (της Δεξιάς) πολέμησαν διεκδικώντας την αποκλειστική κυριαρχία στο κίνημα της αντίστασης κατά των Γερμανών. Και τελείωσε τον Αύγουστο του 1949, όταν ο Εθνικός Στρατός (ΕΕΣ) θριάμβευσε του Δημοκρατικού Στρατού (ΔΣ) στις αποφασιστικές μάχες στο Γράμμο και το Βίτσι. Όμως, μια τέτοια κατανομή χρόνου σε περιόδους, δεν λαμβάνει υπόψη το σχίσμα που έφερε στη χώρα ο Διχασμός της δεκαετίας του 20, το τραύμα της δικτατορίας του Μεταξά το 1936, την παράδοση των πολιτικών κρατούμενων από την κυβέρνηση Μεταξά στους Γερμανούς το 1941, τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας από τους Γερμανούς και τη δωσιλογη κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη το 1943. Ούτε λαμβάνει υπόψη ότι ο πόλεμος δεν θα μπορουσε να ειχε τελειωσει στις 29 Αυγούστου 1949, καθώς τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Μακρόνησο, τη Γυάρο και το Τρίκερι ήταν σε πλήρη λειτουργία και δέχονταν τους επιστρέφοντες και αιχμάλωτους στρατιώτες του Δημοκρατικού Στρατού, τις οικογένειές τους, τους φίλους τους, τους συγγενείς τους και τους συγχωριανούς τους, που ήταν όλοι τους ‘συμμορίτες’ για την κυβέρνηση, τις δυνάμεις της και τους μηχανισμούς της, και αντάρτες για τους υπόλοιπους. Ούτε λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι ο όρος μετεμφυλιακή περίοδος δεν είναι ένας όρος που διαχωρίζει τον εμφύλιο πόλεμο από τον υπόλοιπο χρόνο, δεν είναι ένας όρος τερματισμού, αλλά ένα υπαρξιακό επίθετο, ένας όρος που συνέβαλε στην παραγωγή μιας πολιτικής πραγματικότητας, της πραγματικότητας που δεν τελείωσε με την ήττα στο Γραμμο και το Βίτσι, αλλά συνέχισε να υπάρχει μέχρι, αλλά και κατά την διάρκεια, της χούντας. Ο όρος μετεμφυλιακός, που στα ελληνικα ειναι παντοτε επίθετικος προσδιορισμος, σκιαγραφεί την πολύ ειδική εμπειρία της ζωής της αριστερας μετά το τέλος της στρατιωτικής αναμετρησης. Είναι ένας όρος που δεν χρειάζεται εξήγηση ως προς τις εικόνες που ανακαλεί στη μνήμη: κατάσταση έκτακτων στρατοδικείων και κατάσταση έκτακτων θανατικών ποινών, νόμοι κατά της πολιτικής συμμετοχής και κατά του κινήματος ειρήνης, εξορίες, φυλακίσεις με ψευδείς ή με καθόλου κατηγορίες, ψευδείς αστυνομικές εκθέσεις, πολιτικές δολοφονίες, πολιτικοί βιασμοί, πολιτικά βασανιστήρια. Τίποτα δεν είναι παρελθόν στην μετεμφυλιακή τοποθεσία, καθώς παράγει ένα χώρο που διατηρεί το χρόνο σε καθαρτήριο.
Ο όρος εμφύλιος έγινε επίσημη έκφραση μετά την αποκατάσταση του κοινοβουλευτισμού το 1974, όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα νομιμοποιήθηκε και, ειδικά, μετά την πράξη συμφιλίωσης της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, το 1981. Με την χειρονομία της συμφιλίωσης, οι φάκελοι που κρατούσε η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών και η Εδική Ασφάλεια για τους διαφωνούντες κάηκαν κατα την περιοδο της συνεργασιας ΝΔ και ΚΚΕ στην υψικάμινο της Χαλυβουργικής της Αθήνας το 1989, και η Αριστερά λησμονήθηκε οριστικά. Ωστόσο, ένας άνδρας που ο πατέρας του εκτελέστηκε από την ΟΠΛΑ στις 3 Δεκεμβρίου 1944, και από τον οποίον πήρα συνέντευξη το καλοκαίρι του 2006, μόλις του είπα ότι κάνω έρευνα για τον εμφύλιο, θέλησε να ξεκαθαρίσει τα πράγματα: ‘Για να μην έχουμε παρεξηγήσεις’, είπε, ‘εγώ είμαι Δεξιός, για μένα δεν υπάρχει ‘εμφύλιος’, μόνο ‘συμμοριτοπόλεμος’.
Η χρονική κατανομή του εμφύλιου σε τρεις γύρους είναι ιδιαίτερα δελεαστική, καθώς παρουσιάζει μια συγκροτημένη εξιστόρηση της διαρκούς απειλής που έθετε ο κομμουνισμός (με ή χωρίς εισαγωγικά), λαμβάνοντας ως δεδομένο τον υποτιθέμενο επαναστατικό χαρακτήρα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας και τη διαρκή μάχη του για την εξουσία, μια υπόθεση που θα μπορούσε να είναι σωστή εάν το ΚΚΕ ήταν πράγματι επαναστατικό κομμα. Όλα όμως συγκλίνουν προς το αντίθετο, προς το γεγονός ότι, όποιες κι αν ήταν κατά καιρούς οι προσωπικές αυταπάτες μέρους της ηγεσίας του, στην πραγματικότητα το ίδιο το Κόμμα (με την πραγματική, μαρξιστική έννοια των ανθρώπων που το αποτελούν) δεν προσπάθησε ποτέ να επιφέρει μια ριζοσπαστική πολιτική αλλαγη, ούτε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, ούτε το 1943, ούτε τον Δεκέμβριο του 1944, ούτε το 1947. Κατά συνέπεια, η υιοθετηση της περιοδιοποιησης σε τρεις χρονους δεν μπορεί παρά να είναι μια κίνηση που διαψεύδει τη γενική εντύπωση ότι στην Ελλάδα η ιστορία γράφηκε από τον ηττημένο (μια άλλη ιδέα που προέρχεται από τη Δεξιά) και υπογραμμίζει το γεγονός ότι σε τελική ανάλυση, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η ιστορία γράφεται πάντοτε από τον νικητή. Ένας εντελώς αντι-Καντιανός κόσμος, πράγματι.
Διαβάστε ακόμα
Ελληνικός εμφύλιος πόλεμος – βιβλιογραφία
Ο «Άγιος Bελουχιώτης» και οι… άμοιροι Tαγματασφαλίτες και Ο Μάγερ κατεβάζει τον αριθμό των νεκρών
Αφιέρωμα: χρόνος/πολιτική
Ετικέτες: ελλάδα , ιστοριογραφία , νένη πανουργιά , πόλεμος
July 14th, 2009 at 15:13
- Η πρόθεση “εξ” δεν θέλει απόστροφο.
– Από τα τρία λινκ, λειτουργεί μόνο το πρώτο, τα άλλα δύο εγώ τουλάχιστον δεν κατάφερα να τα ανοίξω.
July 15th, 2009 at 10:27
το “εξ” διορθώθηκε.
Οι σύνδεσμοι στα 2 άρθρα που δημοσιεύτηκαν στα ΝΕΑ λειτουργούν τώρα. Έχουν αλλάξει όλες οι διευθύνσεις του ψηφιακού τους αρχείου.
ευχαριστούμε Άκη.