Michael Sayeau – Η νέα λιτότητα |
Ο Michael Sayeau θέτει σε αμφισβήτηση τους πρόσφατους διαλόγους στα μέσα των απλών πολιτών που ανακαλύπτουν τα οφέλη της προσωπικής λιτότητας κάτω από τη σκιά της οικονομικής κρίσης. Τραβώντας την προσοχή μας στο γεγονός ότι «λιτότητα» μέχρι πρόσφατα ήταν ο κωδικός για την υποτιθέμενη δομική αναγκαιότητα της πείνας του κυβερνητικού τομέα σε μια εποχή ανάπτυξης των κερδών και των επιστροφών φόρων, ο Sayeau θεωρεί πως αντί να υιοθετήσουμε τέτοιες φαντασιώσεις ασκητικής διαβίωσης, θα ήμασταν καλύτερα αν κάναμε έναν χρήσιμο επαναπροσδιορισμό των πολιτισμικών προτεραιοτήτων. Δεδομένου ότι ο καπιταλισμός είναι ταυτόχρονα κι ένας δυναμικός δημιουργός αγαθών προς κατανάλωση, και της φαύλης και κακής διανομής αυτών των αγαθών, μια πιθανή αρχή είναι η αναγνώριση του ότι η μιζέρια και η λιτότητα είναι αποτελέσματα του καπιταλισμού και όχι η λύση του.
Στον πολιτισμό αρέσει να ξεχνάει, σε στιγμές κρίσης, ότι πολλά από τα πράγματα της σημερινής κατάστασης που μοιάζουν καινούργια, στην πραγματικότητα δεν είναι. Οι εφημερίδες δημοσιεύουν άρθρα για την αυξανόμενη ανεργία σα να ήταν εύκολο να βρεις και να κρατήσεις μια καλή δουλειά πριν αρχίσει η κρίση των τραπεζών. Πετάνε τους ανθρώπους έξω απ’ τα σπίτια τους και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης βρίσκονται εκεί για να το δείξουν στα βραδινά δελτία, λησμονώντας πόσο δύσκολο ήταν να αποκτήσεις, καταρχήν, σπίτι.
Οι εφημερίδες και τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων ψάχνουν για ιστορίες που δίνουν έμφαση σ’ αυτή τη φαινομενικά καινούργια και απρόβλεπτη κατάσταση πραγμάτων. Οτιδήποτε βρίσκουν, το παρουσιάζουν σαν να μην έχει προηγούμενο- διότι εάν η κρίση ήταν απλώς ενδεικτική του στάτους κβο, τότε δεν θα αποτελούσε είδηση. Και ποιος ξέρει πού θα επιρρίπταμε ευθύνες εάν έπρεπε να αντιληφθούμε αυτό που συμβαίνει ως κάτι άλλο απ’ τον λεγόμενο μαύρο κύκνο –ως κάτι άλλο από τη συνέχεια των ίδιων κύκλων δημιουργικής καταστροφής που αποτελούν τη βασική προσωρινότητα του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος.
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες τάσεις που εμφανίστηκαν τελευταία στα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι ότι οι κοινοί πολίτες, υπό τη σκιά της οικονομικής κρίσης, ανακαλύπτουν (ή ανακαλύπτουν εκ νέου) τα οφέλη της προσωπικής λιτότητας. Είναι προφανές ότι υπάρχουν άνθρωποι που έχασαν τις δουλειές τους ή τις συντάξεις τους και βρίσκονται σε επικίνδυνες καταστάσεις, χωρίς σπίτι ή μεταφορικό μέσο ή χρήματα για να στείλουν τα παιδιά τους στα ίδια σχολεία που πήγαιναν πριν. Ακόμη πιο αποκαλυπτική είναι όμως η παρουσίαση της συμπεριφοράς εκείνων που δεν επλήγησαν ακόμη άμεσα από την ύφεση- οι ιστορίες εκείνων που εθελοντικά άλλαξαν τη συμπεριφορά τους, επειδή φοβήθηκαν ότι θα έχουν πρόβλημα ή απλώς επειδή η κοινωνικο-οικονομική ατμόσφαιρα του κόσμου τους άλλαξε.
Για παράδειγμα, η Guardian ανέφερε πρόσφατα ότι η αυξανόμενη ζήτηση για αγροτεμάχια προς καλλιέργεια αντανακλά μια νέα δημοφιλή τάση των Βρετανών πολιτών να εξοικονομούν κόστη και να γίνονται πιο αυτόνομοι.
Η γενική διευθύντρια της κοινοπραξίας Fiona Reynolds είπε ότι το σχήμα αυτό είναι αποτέλεσμα της ύφεσης, οι άνθρωποι άλλαξαν τις προτεραιότητές τους κι από τον υλισμό πέρασαν στα ‘αληθινά’ πράγματα όπως να αφιερώνουν χρόνο στην οικογένειά τους και στις τροφές που καλλιεργούνται στο σπίτι.
Η Reynolds είπε: ‘ Υπάρχει κάτι καινούργιο στην ατμόσφαιρα. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να καλλιεργούν τα δικά τους φρούτα και λαχανικά. Δεν το κάνουν μόνο για να εξοικονομούν χρήματα- είναι πραγματικά ικανοποιητικό να φυτεύεις σπόρους και να δρέπεις τα φρούτα και τα λαχανικά του κόπου σου. Δημιουργώντας νέους χώρους για καλλιέργεια, η National Trust βοηθά τους ανθρώπους να αρχίσουν να καλλιεργούν για πρώτη φορά’.
Την ίδια εβδομάδα, οι New York Times δημοσίευσαν ένα πρωτοσέλιδο άρθρο για μια νέα τάση που υπάρχει στην Ιαπωνία προς την απλή ζωή και την οικονομική περίσκεψη.
Οι νεότεροι νιώθουν τη σφοδρότητα αυτής της μεταστροφής. Γύρω στο 48% των εργατών ηλικίας 24 ετών ή και νεότεροι είναι προσωρινοί. Αυτοί οι εργάτες, που ενηλικιώθηκαν στην εποχή μιας δύσκολης αγοράς εργασίας, τείνουν να αποφεύγουν την επιδεικτική κατανάλωση.
Τείνουν να αδιαφορούν για τα αυτοκίνητα. Σύμφωνα με μια έρευνα της ημερήσιας επιχειρηματικής εφημερίδας Nikkei, μόνο το 25% των Γιαπωνέζων αντρών γύρω στα 20 ήθελαν αυτοκίνητο, έναντι 48% το 2000, συμβάλλοντας στην πτώση που παρατηρείται στις πωλήσεις.
Ακόμη και οι νέες Γιαπωνέζες μοιάζουν να έχουν χάσει την άλλοτε ακόρεστη δίψα τους για την εισαγόμενη μόδα. Η Louis Vuitton, για παράδειγμα, κατέγραψε μια πτώση της τάξεως του 10% στις πωλήσεις της στην Ιαπωνία το 2008.
‘Δεν μ’ ενδιαφέρει να ξοδεύω πολλά’, λέει η 20χρονη Risa Masaki, φοιτήτρια κολεγίου στο Τόκιο και γειτόνισσα των Ταγκισακάκι. ’Θέλω απλώς μια ταπεινή ζωή’.
Στις εφημερίδες αρέσουν πολύ αυτές οι ιστορίες, που ταιριάζουν με τη γραμμή που έχουν εδώ και καιρό καθιερώσει. Μεταξύ άλλων, η αγωνιώδης αυτό-επιβεβλημένη λιτότητα είναι πιο παρήγορη. Μην έχοντας πολλά περιθώρια επιλογής, ήδη ένα μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας καταναλώνει την τροφή που καλλιεργεί κάθε μέρα χωρίς να θεωρείται ότι αποτελεί είδηση, όπως άλλωστε και το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να αγοράζουν μοντέρνα ρούχα κι αυτοκίνητα συνεχώς.
Τώρα όμως οι κυριακάτικες στήλες είναι γεμάτες συμβουλές για το πώς να κάνουμε περισσότερα με λιγότερα σε ό, τι αφορά στη διακόσμηση του σπιτιού, τη διατροφή της οικογένειας ή τις αγορές δώρων γενεθλίων. Η πορνογραφία της αγοράς ακινήτων των τελευταίων χρόνων που κατελάμβανε σημαντικά τμήματα τηλεοπτικού χρόνου στις Ηνωμένες Πολιτείας και στο Ηνωμένο Βασίλειο -δείχνοντας κοινούς ανθρώπους να προβληματίζονται μεταξύ ενός εξοχικού στην ακτή του Suffolk ή ενός διαμερίσματος στην Ισπανία, ή κερδοσκόπους να μεταπουλούν σπίτια βγάζοντας ένα εκατομμύριο δολάρια σε ένα χρόνο- έδωσε τη θέση της σε φαντασιώσεις απόδρασης στους κινηματογράφους και σε όλο και πιο δυσοίωνες εκθέσεις στην τηλεόραση για την τραπεζική κρίση και την αυξανόμενη ανεργία.
Ασφαλώς, δεν είναι μια κυνική, πανούργα κυβερνητική υπηρεσία που ασκεί πιέσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να δημοσιεύουν αυτές τις ιστορίες. Είμαι σίγουρος ότι σε ένα βαθμό οι ιστορίες αυτές δημοσιεύονται επειδή αρέσουν στους αναγνώστες των εφημερίδων, και αρέσουν επειδή είναι αληθινές στην κυριολεξία. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι υπάρχει μια βαθιά ριζωμένη τάση στα ανθρώπινα όντα να γλεντάνε όταν η σοδειά είναι πλούσια και να προσέχουν όταν εκείνη του επόμενου χρόνου είναι αμφίβολη. Εάν αυτό συμβαίνει σε νευρο-ψυχολογικό επίπεδο ή στο επίπεδο των πολιτισμικών προηγούμενων ή των ηθών, δεν έχει σημασία. Είναι λογικό να είμαστε προγραμματισμένοι να τρώμε κάπως λιγότερο όταν έχουμε κακή σοδειά επειδή η ξηρασία έπληξε τις καλλιέργειες, όπως και να πνίγουμε τις απαιτήσεις μας όταν διαβάζουμε ότι η Σίτιμπανκ μπορεί να κρατικοποιηθεί ή κάτι τέτοιο.
Αλλά αυτή η παρόρμηση δεν είναι τόσο χρήσιμη, όταν κατ’ επανάληψη την παίρνουν και την προσαρμόζουν στις ιστορίες που παρουσιάζουν. Κι ακόμη περισσότερο, είναι πεισματικά συγχρονισμένη με πολλές από τις πιο ολέθριες εξελίξεις στη σφαίρα της πολιτικής και της οικονομίας των τελευταίων δεκαετιών. Σε τελευταία ανάλυση, δεν είναι η πρώτη φορά, από τότε που θυμόμαστε τον εαυτό μας, που ακούμε τη λέξη ‘λιτότητα’, η οποία ήταν, μέχρι πρόσφατα, μια κωδικοποιημένη λέξη για την υποτιθέμενη δομική αναγκαιότητα για αυστηρότητα στον κρατικό τομέα, υπό τη σκιά της παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας. Παρά τα μεγάλα κέρδη και τις επιστροφές φόρων, τα οφέλη της ευημερίας ναυάγησαν ή γενικά εξαφανίστηκαν, οι πρόνοιες για τις συντάξεις μειώθηκαν και οι περισσότερες από τις κρατικοποιημένες υπηρεσίες και βιομηχανίες ιδιωτικοποιήθηκαν υπό την εντολή μιας υποτιθέμενης υποχρεωτικής ’λιτότητας’. Στιγμές όμως όπως η τωρινή, που βλέπουμε πολύ καθαρά τον τρόπο με τον οποίον η μαζική κουλτούρα είναι υπερβολικά πρόθυμη να προσαρμοστεί στις νέες θεωρίες της καπιταλιστικής δημιουργικής καταστροφής, δείχνουν τις κρυφές συνάφειες μεταξύ της προσωπικής λιτότητας και της αυστηρότητας στον δημόσιο τομέα υπό την καθοδήγηση της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον και της νεοφιλελεύθερης αποθέωσης του αόρατου χεριού της αγοράς.
Αυτό που θα ήταν χρήσιμο να κάνουμε, αν αφιερωνόμασταν σε όχι πολύ φιλόδοξα αντι-ιδεολογικά σχέδια, θα ήταν να επιχειρήσουμε να αποστρέψουμε την παρουσίαση αυτών των θεμάτων από το μίσος για τον εαυτό μας, από το αυτό-μαστίγωμα της φαντασίωσης για μια λιτή ζωή (πρέπει να τρώμε βραστό λάχανο επειδή ήμαστε κακοί καταναλωτές!). Και να τη στρέψουμε προς μια χρήσιμη επανεκτίμηση των πολιτισμικών προτεραιοτήτων που μπορούν να οδηγήσουν σ’ ένα πιο χρήσιμο μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα από μια επιστροφή σε λογικές αποφάσεις στα νοικοκυριά, στα παντοπωλεία και την καλλιέργεια του κήπου. Εάν οι πολίτες δεν νιώθουν καλά με τον τρόπο, την ταχύτητα και την ένταση της ζωής, στη διάρκεια της κρίσης και στα μεθεόρτιά της, τότε θα έπρεπε να ενθαρρυνθούν τους να αναζητήσουν καλύτερες και ευρύτερες απαντήσεις σ’ αυτή τη δυσφορία από το νεοχριστιανικό μαρτύριο των φθηνότερων αγορών και των ισχνότερων γευμάτων.
Το θέμα είναι να δούμε τον καπιταλισμό όπως είναι, τους καρπούς του και τα σφάλματά του όπως πραγματικά είναι. Δεν πρέπει ποτέ να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να πέσουμε στην παγίδα και να αποδεχτούμε τη μιζέρια της λιτής ζωής ως πολιτικό σκοπό. Όπως έγραψε ο Henri Lefebvre το 1947 στην Κριτική της Καθημερινής Ζωής (σ. 154):
Ο πλούτος δεν είναι κακό ούτε κατάρα. Ο πλούτος, όπως η εξουσία, αποτελεί μέρος της μεγαλοσύνης του ανθρώπου και της ομορφιάς της ζωής. Η λύση στα προβλήματα του ανθρώπου δεν θα βρεθεί στο μοίρασμα της αδυναμίας, της φτώχιας και της μετριότητάς μας- αλλά στην επιδίωξη της εξουσίας και του πλούτου, μόνο αυτά επέτρεψαν και καθόρισαν οτιδήποτε υπέροχο και λαμπρό έγινε ποτέ στην κουλτούρα, τον πολιτισμό, τη ζωή…Ο σκοπός δεν είναι να πολεμάμε τον πλούτο για να πετύχουμε μια γενική μετριότητα, μια ‘ ισότητα’ στη μετριότητα. Ο σκοπός είναι πάντα ο πλούτος: ο πλούτος που γίνεται προοδευτικά πιο οικουμενικός και κοινωνικοποιημένος’.
Ο καπιταλισμός είναι δυναμικός δημιουργός των αγαθών προς κατανάλωση και φαύλης κακής διανομής αυτών των προϊόντων. Εάν η παγκόσμια αριστερά θέλει να χτίσει μια νέα, ευρύτερη περιφέρεια, σ’ αυτή την ευνοϊκή στιγμή, πρέπει να κάνει δυο πράγματα. Πρώτον, πρέπει να εξηγήσει το γεγονός ότι η καλλιέργεια της μιζέριας ακόμη κι η λιτότητα, είναι αποτέλεσμα του καπιταλισμού και όχι λύση γι’ αυτόν. Και, δεύτερον, πρέπει να αρχίσει να δίνει στην παγκόσμια οικονομική κρίση – μια κρίση που δεν είναι καινούργια, αλλά επιστρέφει κυκλικά, ακριβώς όπως ο χειμώνας ακολουθεί το φθινόπωρο- καλύτερες λύσεις από τους αστικούς κήπους και την αναβολή της αγοράς ενός καινούργιου Φολκσβάγκεν.
Αφιέρωμα: read also, αναπαραστάσεις της κρίσης
Ετικέτες: Michael Sayeau , καθημερινή ζωή , καπιταλισμός , οικονομική κρίση