Alex Aylett – Κείμενες χρονολογίες: Ο χρόνος, η φύση και η πόλη |
Η αναγνώριση των ορίων του μηχανικού χρόνου θα ήταν ένα βήμα προς την επανεφεύρεση της σχέσης μας με τη φύση και την εξεύρεση ενός νέου μέρους για μας σε αυτήν. Θα μας βοηθούσε, υποστηρίζει ο Alex Aylett, να δημιουργήσουμε πολιτικά και οικονομικά συστήματα που επιτυγχάνουν μια καλύτερη ισορροπία ανάμεσα σε βραχυπρόθεσμα οφέλη και μακροπρόθεσμα κόστη. |
Οι πόλεις παράγουν και ταυτόχρονα είναι προϊόν των αντιλήψεων που έχουμε για τις σχέσεις μας με το χρόνο και τη φύση. Όπως οι σωλήνες, τα σύρματα και οι δρόμοι, αυτές οι σχέσεις αποτελούν μέρος μιας υποδομής που θεωρούμε δεδομένη, η οποία δίνει στον αστικό χώρο το σχήμα του και τον κάνει να υπάρχει. Συνηθίζουμε να σκεφτόμαστε το χρόνο σε λεπτά και δευτερόλεπτα και συνηθίζουμε να σκεφτόμαστε τους εαυτούς μας ως, κατά κάποιο τρόπο, ξεχωριστούς από τη φύση. Ακριβώς όπως κτίζουμε πόλεις, έχουμε κτίσει αυτές τις σχέσεις, τις έχουμε κτίσει μέσα μας και μέσα στους χώρους που κατοικούμε. Αυτό που θέλω να συζητήσω έχει να κάνει με τις περιβαλλοντολογικές συνέπειες αυτών των κατασκευών χρόνου και φύσης που υλοποιούνται στην πόλη.
Η συνειδητοποίηση της έκτασης της δημιουργικότητάς μας αποτελεί συστατικό της κριτικής κοινωνικής θεωρίας από τις αρχές του 21ου αιώνα. Η κοινωνική κατασκευή του φύλου, της σεξουαλικότητας, της επιστήμης, της ηθικής και της αλήθειας υπήρξε ένας τρόπος για να ανοίξει ο χώρος για νέες μορφές πολιτικής δράσης. Δείχνοντας ότι οι αξίες και οι δομές που μας έφεραν σ’ αυτό το σημείο είναι κανόνες που εμείς φτιάξαμε για μας- και δεν μας δόθηκαν από τη φύση ή την αγορά ή το υπερπέραν- υποτίθεται ότι ανοίγει χώρο για να φανταστούμε εναλλακτικές μορφές μέλλοντος. Ένα μέλλον μακριά από τον καταναλωτικό, καπιταλιστικό κόσμο που, κάθε μέρα που περνά, μοιάζει πιο άνισος, αυταρχικός, μη δημοκρατικός και βλαβερός για το περιβάλλον. Ο χρόνος και η φύση δεν ξεφεύγουν από αυτή την ανάλυση.
Ο χρόνος είναι κάτι που δημιουργήσαμε για να μπορούμε να χειριστούμε το πρόβλημα της διάρκειας. Θυμόμαστε και φανταζόμαστε ζώα που πιάνονται αποκλειστικά και μόνο μια συγκεκριμένη στιγμή. Η έννοια του χρόνου μας βοηθά να χειριστούμε το περίπλοκο γεγονός ότι εμείς, όπως και όλα γύρω μας, μεταμορφωνόμαστε και υπάρχουμε έξω απ’ ό, τι είναι παρόν σε μας. Οι ιστορίες για την προέλευση και το τέλος περιορίζουν τη φαντασία μας. Μας γλυτώνουν από την υπαρξιακή αμηχανία να παρατηρούμε κύκλους της φύσης και πλανητικούς ρυθμούς που δεν ακολουθούν το αυστηρά γραμμικό τόξο της ανθρώπινης ζωής και γι’ αυτό προσθέτουμε από πάνω ευθύγραμμες ιστορίες με γερή αρχή και τέλος. Οι μύθοι για την προέλευση και την αποκάλυψη μας καθησυχάζουν ότι η τάξη πραγμάτων ακολουθεί την ίδια βασική δομή όπως οι ζωές μας, ακόμη κι αν τρέξουμε γρηγορότερα από κάποιους άλλους.
Μέσα απ’ αυτούς τους μύθους, φτιάξαμε κάτι χειροπιαστό: χρονολογικές μηχανές με απτά αποτελέσματα. Χαλαρά συνδεδεμένα με τους ηλιακούς κύκλους, τους οποίους ρεγουλάρουν και αντικαθιστούν, τα λεπτά και οι μήνες του μηχανικού χρόνου καθιστούν δυνατή τη ρύθμιση της εργασίας, την ενσωμάτωση του ατόμου στα καπιταλιστικά μέσα παραγωγής, το συντονισμό ατομικών και ομαδικών δράσεων μέσα από αχανείς εκτάσεις και χρόνο και χώρο και την ικανότητά μου να ξυπνώ στις 7:45 για να προλάβω το λεωφορείο των 8.15. Η διαμόρφωση της φαντασίας μας από τον μηχανικό χρόνο επηρεάζει επίσης τη σχέση μας με τα οικοσυστήματα στα οποία δουλεύουμε, παίζουμε και παλεύουμε- καθώς και την ικανότητά μας να κατανοούμε και να ανταποκρινόμαστε σε κινδύνους μεγάλης κλίμακας, όπως η υπερθέρμανση του πλανήτη, την οποία δημιουργούμε μέσα από τις καθημερινές πράξεις μας.
Ο διαχωρισμός φύσης/κοινωνίας
Η κοινωνική κατασκευή του διαχωρισμού μεταξύ φύσης και κοινωνίας έχει γίνει αντικείμενο μεγάλης κριτικής για το ρόλο της στη σημερινή περιβαλλοντολογική επιδείνωση. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ ανθρώπων και φύσης γίνεται αντιληπτή και θεωρείται ως δεδομένη. Το δέος μας απέναντι στη γενετική μηχανική, τα υβρίδια και τα cyborgs προέρχεται εν μέρει από το γεγονός ότι όλα αυτά αμφισβητούν τα όρια του σαφούς συνόρου που έχουμε κτίσει ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο, τις πόλεις και τους αγριότοπους, την κοινωνία και τη φύση.
Όπως πολλά σύνορα, η διαίρεση αυτή διαχωρίζει πνευματικά και φυσικά τα πράγματα έτσι ώστε να αντιμετωπίζονται διαφορετικά. Αποτελεί σημαντικό μέρος του σημερινού μας συστήματος κατασκευής και πώλησης, το οποίο μετατρέπει ορισμένα μέρη της φύσης σε εμπορεύματα και άλλα σε απόβλητα όπως τα φυσικά και οικονομικά εκφρασμένα κόστη παραγωγής. Είναι μια διαχωριστική γραμμή που μας επιτρέπει να φανταζόμαστε τους εαυτούς μας ξεχωριστούς, κατά κάποιο τρόπο, από τη φύση γενικά και από συγκεκριμένες τοποθεσίες της όπου οι συνέπειες των πράξεών μας είναι πιο βαριές. Στις συνεχώς επεκτεινόμενες πόλεις μας (ιδίως εκείνες του παγκόσμιου Βορρά) έχουμε δημιουργήσει για μας εναλλακτικά οικοσυστήματα που, προς μεγάλη ειρωνεία, επαναλαμβάνουν αυτό το διαχωρισμό συγκεντρώνοντας ταυτόχρονα την κατανάλωση που κάνουμε- και τη μη αναγνωρισμένη διασύνδεση-της φύσης ως πόρου.
Στην πόλη, η σύνδεση μεταξύ μηχανικού χρόνου και διχοτομίας ανάμεσα στη φύση και την κοινωνία είναι ορατή. Οι αστικοί χώροι έχουν εδώ και πολύ καιρό χτιστεί με τρόπο που να μετριάζουν, να μας κρατούν σε απόσταση και να μας προστατεύουν από τους ρυθμούς και τις διακυμάνσεις του ηλιακού κύκλου και των οικολογικών συστημάτων του πλανήτη μας. Όπου κι αν πας σε μια πόλη, κινείσαι ανάμεσα σε ιδέες που πήραν μορφή- πολλαπλές διαδικασίες σκέψης, αρμονικές ή ασύνδετες, βρίσκονται πίσω από τα συμπλεκόμενα κτίρια και δρόμους που θα γίνουν, για τους περισσότερους από μας, το σπίτι μας. Στην καλύτερη και τη χειρότερη εκδοχή τους, αποτελούν δείγμα της προσπάθειάς μας να ζήσουμε πλήρως σε μια φυσική σφαίρα που δημιουργήσαμε εμείς.
Σ’ αυτά τα χτισμένα περιβάλλοντα, ο χρόνος του ρολογιού και του ημερολογίου καθιστά δυνατό τον λιγότερο ή περισσότερο ομαλό συγχρονισμό των κοινωνικών και μηχανικών συστημάτων που φτιάχνουν μια μητρόπολη. Ο μηχανικός χρόνος, μαζί με το τρεχούμενο νερό, την αποχέτευση, το ηλεκτρικό ρεύμα και τις μεταφορές, καθιστούν δυνατό το εκπληκτικό επίτευγμα των χιλιάδων ή εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν και εργάζονται σε καταλύματα τόσο κοντινά μεταξύ τους. Χωρίς μια σταθερή δομή που να παρέχει συγκεκριμένη αναφορά προσανατολισμού και διασύνδεσης των πολλαπλών παικτών μέσα στην πόλη, αυτές οι πολύπλοκες διαδικασίες ανταλλαγής και αλληλεπίδρασης θα άρχιζαν να καταρρέουν με το ρυθμό που αρχίζει η ώρα της αιχμής (ένα παράξενο τεχνο-κοινωνικό φαινόμενο που δείχνει σε ποιο βαθμό ζούμε με το ρολόι).
Αυτό το θέμα έχει να κάνει με το χρόνο, αλλά είναι επίσης οικονομικό, αισθητικό και πολιτιστικό. Ως οικονομικά κέντρα, οι πόλεις αποτελούν παράδειγμα της αυξανόμενης έμφασης στην τήρηση του χρόνου, τον ορθολογικό υπολογισμό και την ακρίβεια που απαιτεί το εμπόριο. Σημαδεμένη από τη συμπίεση χρόνου-χώρου της δι-εθνικής επιχειρηματικότητας με τη σταθερή ροή αγαθών, η πόλη φέρει ελάχιστα ίχνη από τον εποχικό χαρακτήρα της αγροτικής παραγωγής ή τη δημιουργία και άντληση πόρων. Τα πορτοκάλια, που καθώς φαίνεται είναι μονίμως της εποχής, αποτελούν ένα έμβλημα της οικονομικής ζωής της πόλης, που μας βυθίζει ακόμη περισσότερο στον μηχανικό χρόνο. Το κτισμένο περιβάλλον μας περιβάλλει με αντικείμενα αποκομμένα από τον οργανικό χρόνο, αποκομμένα από τους φυσικούς κύκλους της αποσύνθεσης και της αναγέννησης –η εμπειρία του χρόνου αποκτάται μόνο μέσω των επηρεασμένων από την αγορά καταστάσεων εντροπίας και αποκατάστασης. Αυτό ενισχύεται από την τρέχουσα αισθητική των κτισμάτων από αλουμίνιο και γυαλί που αποτρέπουν την πατίνα και άλλα σημεία που μαρτυρούν το πέρασμα του χρόνου. Αναζητώντας την αχρονικότητα, οι οργανικοί κύκλοι αντικαθίστανται με πολιτιστικούς που έχουν να κάνουν με τη μόδα και το στυλ. Η πόλη γίνεται μια απομονωμένη ζώνη που μας ενθαρρύνει να ορίσουμε τον πολιτισμό σε αντίθεση με τη φύση, μια διχοτομία και ένα μέρος που μας επιτρέπει να αποστασιοποιηθούμε (φυσικά και πνευματικά) από τις επιδράσεις που ασκούμε στον κόσμο που μας περιβάλλει.
Η μονοδιάστατη αντίληψη του χρόνου
Γιατί, όμως, σκεφτόμαστε για το χρόνο; Αν και μπορεί να φαίνεται πως τέτοια ζητήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν καλύτερα αν ασχοληθούμε απευθείας με τα ζητήματα πολεοδομίας και ρύπανσης, η αντίληψή μας για το χρόνο διαμορφώνει το πλαίσιο γι’ αυτά τα προβλήματα και η αντίδρασή μας σε αυτά πρέπει επίσης να έχει μια χρονική συνισταμένη. Η αναγνώριση των ορίων του μηχανικού χρόνου θα ήταν ένα βήμα προς την επανεφεύρεση της σχέσης μας με τη φύση και την εξεύρεση ενός νέου μέρους για μας σε αυτήν. Θα μας βοηθούσε επίσης να δημιουργήσουμε πολιτικά και οικονομικά συστήματα που επιτυγχάνουν μια καλύτερη ισορροπία ανάμεσα σε βραχυπρόθεσμα οφέλη και μακροπρόθεσμα κόστη. Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, οι βραχυπρόθεσμες προτεραιότητες των δημοκρατικών εκλογικών κύκλων και φορολογικών ετών δεν αντιμετωπίζουν σχεδόν καθόλου τα προβλήματα που θα προκύψουν μετά από χρόνια. Το μέλλον δεν ψηφίζει, ούτε δουλεύει, ούτε αγοράζει.
Αυτό το πρόβλημα ισχύει για όλα περίπου τα περιβαλλοντικά προβλήματα, αλλά είναι ιδιαίτερα ορατό στην περίπτωση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Οι προσπάθειες να ενταχθούν οι κλιματικές αλλαγές σ’ αυτό το απεικονισμένο προοπτικά χρονικό πλαίσιο (ανακοινώνοντας, για παράδειγμα, την προσεχή εξαφάνιση των παράκτιων κοινοτήτων) εγείρουν κατηγορίες για κινδυνολογία και αποσπούν την προσοχή απ’ το πραγματικό πρόβλημα ότι η σχέση με το χρόνο που έχει κτιστεί στους πιο ισχυρούς κοινωνικούς θεσμούς μας παρεμβαίνει στην ικανότητά μας να καταλάβουμε και να αναλάβουμε την ευθύνη των πράξεών μας.
Το ίδιο ισχύει σε προσωπικό επίπεδο. Μελέτες για την αντίληψη του ρίσκου στις Ηνωμένες Πολιτείες δείχνουν ότι η χρονική απόσταση, όπως την αντιλαμβανόμαστε, που μας χωρίζει από τις συνέπειες των κλιματικών αλλαγών μειώνει τη σημασία που δίνουμε σε αυτές τις συνέπειες, ακόμη κι αν είναι εξαιρετικά σοβαρές. Για έναν πολιτισμό που η θεμελιώδης μονάδα του είναι η χρονική διάρκεια της ζωής του ατόμου- την οποία βιώνει σε μεγάλο βαθμό με προσαυξήσεις ημερών και λεπτών- αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Η μηχανιστική αντίληψη που έχουμε για το χρόνο δεν μας κρατά μόνο σε απόσταση από τη μη ανθρώπινη φύση γενικά, δημιουργώντας μια αποσύνδεση που διευκολύνει τη σύγχρονη (δυτική κυρίως) υπερ-κατανάλωση. Διαμορφώνει, επίσης, τα θεμέλια για να δίνουμε προτεραιότητα στο βραχυπρόθεσμο, κάνοντάς μας να αποστασιοποιούμαστε ακόμη περισσότερο από τους άλλους χρονικούς κύκλους που κυβερνούν τη φύση- ανθρώπινη και μη. Ενώ οι κοινότητες που φανταστήκαμε απλώνονται σε ολόκληρες ηπείρους και βαθιά στο παρελθόν για να εδραιώνουν έθνη και πολιτισμούς, η κοινότητά μας με το μέλλον δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί. Οι σημερινές εκκλήσεις για ένα αίσθημα δικαίου διαμέσου των γενιών θα μπορούσαν να αποτελέσουν την απαρχή μιας νέας κουλτούρας του χρόνου ικανής να απαιτήσει μακροπρόθεσμη σκέψη. Πρώτα όμως πρέπει να αναγνωρίσουμε τα όρια που μας θέτει ο τρόπος που φανταζόμαστε σήμερα το χρόνο.
Το πρώτο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε ότι όλοι μας βιώνουμε, ήδη, πολλαπλές εμπειρίες χρόνου. Βιώνουμε το χρόνο μέσα απ’ το ρολόι, αλλά επίσης μέσα από τους παραγωγικούς δεσμούς που συνδέουν τις οικογένειες, μέσα από τον ελεύθερο χρόνο όπως κι από τη δουλειά, μέσα από τη θρησκεία, μέσα από τη μουσική, μέσα από την τέχνη και τον πολιτισμό, και μέσα από τους δεσμούς μας με κοινότητες όλων των ειδών. Αναγνωρίζοντας τη σημασία των πολλαπλών αντιλήψεων για το χρόνο που βρίσκονται στη φαντασία μας και που μας περιβάλλουν, μπορούμε να ξεκινήσουμε τη διαδικασία του αναπροσδιορισμού μας στο χρόνο και τη φύση. Ο μηχανικός χρόνος μπορεί να παρέχει τις αναγκαίες συνθήκες εργασίας για τα οικονομικά μας συστήματα, δεν υπάρχει όμως λόγος να επιδρά στις σχέσεις που έχουμε μεταξύ μας και με το φυσικό μας περιβάλλον. Αναγνωρίζοντας τα όριά του, μπορούμε να κατοικήσουμε ξανά τις πόλεις μας ως τόπους που καθιστούν σαφή τη θέση μας μέσα στη φύση και καλλιεργούν τις πολλές θεμελιώδεις πτυχές της ανθρώπινης ζωής που ξεπερνούν τα όρια της κατανάλωσης και της ανταλλαγής.
Διαβάστε ακόμα
Διηγήσεις για το μέλλον (στα αγγλικά)
Ερευνητικό πρόγραμμα για το χρόνο και την οικολογία (στα αγγλικά)
Αφιέρωμα: πρόσφατα άρθρα, χρόνος/πολιτική
Ετικέτες: alex ayllet , μη-γραμμικότητα , οικολογία