ετικέτες


blogging claudia aradau creative commons facebook geert lovink michel bauwens olpc p2p trafficking Venanzio Arquilla web2.0 wikileaks wikipedia Γαλλία ΕΕ ΕΚΦ ΗΠΑ Λατινική Αμερική Μεγάλη Βρετανία ΟΗΕ ΠΚΦ Τουρκία ακτιβισμός ανθρωπισμός ανθρωπολογία ανθρώπινα δικαιώματα ανοικτές υποδομές ανοικτή πρόσβαση αραβικές εξεγέρσεις αριστερά αρχιτεκτονική ασφάλεια βασίλης κωστάκης βιοτεχνολογία δημιουργικότητα δημοκρατία δημόσια αγαθά δημόσιοι χώροι διανεμημένη-ενέργεια διαφάνεια εθνικισμός εκπαίδευση ελεύθερα δεδομένα ελεύθερο λογισμικό ελλάδα ενέργεια επισφάλεια εργασία ηθική θεωρία δικτύων θρησκεία θυματοποίηση ιταλία καθημερινή ζωή καινοτομία καπιταλισμός κλιματική αλλαγή κοινά αγαθά κοινωνία πολιτών κοινωνική δικαιοσύνη κοσμοπολιτισμός κρίση αντιπροσώπευσης λαϊκισμός λογισμικό λογοδοσία μετανάστες μετανθρωπισμός μη-γραμμικότητα μη πολίτες μουσική νέα μέσα νέλλη καμπούρη νεοφιλελευθερισμός ντιζάιν οικολογία οικονομικές στατιστικές οικονομική κρίση παγκοσμιότητα πειρατεία πνευματικά δικαιώματα πολιτισμικές διαφορές πρόνοια πόλεις σεξουαλική εργασία σοσιαλδημοκρατία σοσιαλισμός συλλογική νοημοσύνη συμμετοχική δημοκρατία συμμετοχική κουλτούρα συνεργατική γνώση σύνορα τέχνη ταχύτητα υπηκοότητα φιλελευθερισμός φύλο χαρτογράφηση χρέος χώρος ψηφιακά δικαιώματα

Re-public στο

Irina Velicu – Υπερεθνικά δικαιώματα των μεταναστών: Ιδιωματικές εντάσεις και πρακτικά παράδοξα


H Irina Velicu υποστηρίζει ότι η εμπειρία του να είναι κάποιος «άστεγος με περισσότερα από ένα σπίτια», όπως συμβαίνει στην περίπτωση των υπερεθνικών μεταναστών, είναι αμφίσημη: είναι αμφίβολο τι θα έπρεπε να προκαλεί, χαρά ή συμπόνια. Είναι αυτό το παράδοξο που κάνει την έννοια των υπερεθνικών δικαιωμάτων των μεταναστών ακόμα πιο επείγουσα.



Let Me Think

You ask me about that country whose details
now escape me,
I don’t remember its geography, nothing of its
history.
And should I visit it in memory,
It would be as I would a past lover,
After years, for a night, no longer restless with
passion, with no fear of regret.
I have reached that age when one visits the
heart merely as a courtesy.

(Faiz Ahmed Faiz, Η Σιλουέτα του Επαναστάτη)


Διαβάζοντας για τη μετανάστευση, απογοητεύτηκα από το πλήθος των αριθμών και των γραφημάτων που χρησιμοποιούνται για να καταγράψουν τις «μη καταγεγραμμένες» περιπτώσεις παράνομης μετανάστευσης ή για να ανακαλύψουν εμπειρικά τις εν λόγω «παρανομίες». Όντας και εγώ μετανάστης, δυσκολεύομαι να ταυτιστώ με αυτές τις περιγραφές των ροών ανθρώπων που καταγράφονται ως «αριθμοί» και στατιστικά δεδομένα. Όταν η πολιτική επιστήμη πραγματεύεται θέματα σχετικά με τη μετανάστευση, ίσως πρέπει να γίνεται πιο «ανθρώπινη»- δηλαδή, να ενσωματώνει τα προσωπικά στοιχεία και την καθημερινότητα (σε αντιπαράθεση με τον κρατικό μηχανισμό, την αστυνομία και τους άλλους επίσημους θεσμούς). Μπορούμε να μιλήσουμε για υπερεθνικά δικαιώματα όσον αφορά στους μετανάστες;


Η έννοια του «υπερεθνικού» συναντάται συχνότερα σε αναφορές για «πολυεθνικές εταιρίες» και την ελεύθερη κίνηση του κεφαλαίου. Αντιθέτως, η ελεύθερη κίνηση ανθρώπων και εργασίας παρεμποδίζεται, ακόμη, από τους περιορισμούς, τους οποίους θέτουν τα κράτη. Οι περιπτωσιολογικές μελέτες των προσωρινών οικονομικών μεταναστών που θα χρησιμοποιήσω στο παρόν κείμενο καταδεικνύουν ότι η «διττή ελευθερία» (επίσης και ως ανελευθερία), την οποία παράγει ο καπιταλισμός, μας ωθεί στη σκέψη μιας «παγκόσμιας λεηλασίας» παρά ενός «παγκόσμιου χωριού» Ίσως ο βαθμός που οι μετανάστες αποκαλούν τους εαυτούς τους «ευτυχισμένους κοσμοπολίτες» με ιδιαίτερες δεξιότητες που μπορούν να μετασχηματίζονται και να γίνονται χρήσιμες για την(-ις) πατρίδα(-ες) που ανήκουν, να εξαρτάται από το αν δύναται να απολαμβάνουν νομική αναγνώριση και θέση: «Ταξιδεύοντας σε κατηγορίες, θεωρίες και συζητήσεις, πολλοί από αυτούς που «μετά την Πτώση» θεώρησαν τους ίδιους τους εαυτούς τους αγνώστους, όπως τους χαρακτηρίζει η Kristeva, βρέθηκαν να ζουν μεταμοντέρνες ζωές ανάμεσα σε ηπείρους, κουλτούρες και ακαδημαϊκές πραγματικότητες.(…) Η κατάσταση στην οποία είναι είμαστε αδέσμευτοι, ελεύθεροι από ορατά σύνορα και γεωγραφικές διαιρέσεις παρουσιάζει πολύ μεγάλα πλεονεκτήματα. Παρόλα αυτά, αμέσως, ακολουθεί το ερώτημα: Είναι δυνατόν ο εν λόγω παρεκβατικός χώρος να είναι ανεκτός στην πράξη, μπορούν να τον κατοικήσουν πραγματικά σώματα και διάνοιες;» (Η Kristeva quoted στο Over the wall/after the fall, Indiana University Press, 2004)


Ο σκεπτικισμός, ο οποίος υπάρχει για τους νέους παρεκβατικούς χώρους και τις πρακτικές της υπερεθνικής μετανάστευσης ίσως, να μην είναι παραγωγικός. Έχω υπόψη μου μια πολύ σημαντική μεταφορική δήλωση ενός Ρουμάνου παράνομου μετανάστη στην Ισπανία: «Η παρανομία μου δεν σημαίνει τίποτα, αν τα χέρια μου είναι γεμάτα κάλους.» Με άλλα λόγια, η πολιτική επιστήμη και, ιδίως, η θεωρία των Διεθνών Σχέσεων όντως πρέπει να διαχωρίσει τις έννοιες «παρανομία» και «μετανάστευση». Παρατηρώντας, βλέπουμε ότι η «ελευθερία» στις συζητήσεις για το σύγχρονο-έθνος κράτος συνδέεται, κυρίως, από την «περιφρούρηση», όπως ακριβώς η «μετανάστευση» αντιμετωπίζεται ως ένα θέμα που αφορά στο «εσωτερικό» ενός κράτους. Το νέο φαινόμενο της οικονομικής μετανάστευσης δεν είναι απαραίτητα τόσο νέο και μια συζήτηση γύρω από την «καινοφάνειά» του θα οδηγούσε εκ νέου στην πολυσήμαντη συζήτηση για την «καινοφάνεια» αυτού καθ’ εαυτού του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης.


Το παρόν κείμενο υποστηρίζει ότι η εμπειρία του να είναι κάποιος «άστεγος με περισσότερα από ένα σπίτια», όπως συμβαίνει στην περίπτωση των υπερεθνικών μεταναστών, είναι αμφίσημη: είναι αμφίβολο τι πρέπει να προκαλέσει, χαρά ή συμπόνια. Οι, μετα-φορντικές πρακτικές συσσώρευσης του καπιταλισμού αφενός μας ενδυναμώνουν, αφετέρου μας αποδυναμώνουν, χωρίς τόπο αναφοράς, αλλά τοπικά δεμένους, υπερεθνικούς, παρ’ όλα αυτά, όμως, ακόμα ριζωμένους σε συγκεκριμένα (εθνικά, αλλά και) παγκόσμια εταιρικά συμφέροντα. Είναι αυτό το παράδοξο που κάνει την έννοια των υπερεθνικών δικαιωμάτων των μεταναστών ακόμα πιο επείγουσα.


Η αμφισημία του φαινομένου της διεθνούς μεταναστευτικής εργασίας


Θα προσπαθήσω να παρουσιάσω μερικά από αυτές τις αμφισημίες σε σχέση με το ζήτημα της προσωρινής μετανάστευσης εργαζομένων και των εμβασμάτων που αυτοί αποστέλλουν. Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η νεοφιλελεύθερη πορεία προς τις ευέλικτες μορφές εργασίας έχει μετατρέψει τους Ανατολικοευρωπαίους σε «νέους υπηρέτες» της παγκοσμιοποίησης. Η ΕΕ αντιμετωπίζει τη διαφορετική εξέλιξη της μετανάστευσης για εργασία, όπως υποκινείται από τη σύγχρονη οικονομική παγκοσμιοποίηση και τις προκλήσεις, οι οποίες συνδέονται με τις μεταβολές που έχουν επέλθει στα σύνορα, τα κράτη και γενικότερα στη διαδικασία δημιουργίας και εφαρμογής της πολιτικής. Η προσωρινή μετανάστευση εργατικού δυναμικού και η αποστολή εμβασμάτων ενδεχομένως, να είναι μόνο μία «ευφάνταστη λύση» για τις απαραίτητες προσαρμογές των λιγότερο αναπτυγμένων κρατών, τα οποία επιζητούν χρηματοδότηση από το εξωτερικό.


Όσο αντιφατικό και αν ακούγεται, το εισόδημα από τα εμβάσματα θεωρείται ευεργετικό για παράδειγμα στη Ρουμανία για τη μεταρρύθμιση της οικονομία και τη διενέργεια εισαγωγών. Οι άνθρωποι παρακινούνται να εγκαταλείψουν τη Ρουμανία για να εργαστούν στο εξωτερικό. Αντιμετωπίζονται σαν «ήρωες» (ή «θύματα»), οι οποίοι στηρίζουν την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. «Capsunarii» είναι το (συχνό) υποτιμητικό προσωνύμιο των Ρουμάνων μεταναστών που βοηθούν στη συγκομιδή φράουλας στην Ισπανία. Το εν λόγω προσωνύμιο έχει γίνει συνώνυμο όλων των Ρουμάνων που αφήνουν τη χώρα τους για να «βελτιώσουν» την τύχη τους. Οι μειωτικές αναφορές (και αποτελεί ειρωνεία) συνεχίζουν την παράδοση του «μαύρου χιούμορ», το οποίο ιστορικά θεωρείται μέθοδος αντιμετώπισης των δύσκολων εποχών: κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, οι αστεϊσμοί στο πρόσωπο του Τσαουσέσκου (Ceausescu) αποτελούσαν μια καθημερινή μορφή αντίστασης (Το Κόμμα προσποιείτο ότι μας πλήρωνε και εμείς προσποιούμασταν ότι δουλεύαμε).


Στις μέρες μας, αστειευόμαστε για τους «capsunarii» λέγοντας ότι είναι μία νέα μορφή δουλείας στην οποία έχουμε εξοικειωθεί μέσω της εργασίας και των εθίμων της κοινότητας. Πάντως, τα παιδιά που αυτοκτονούν γιατί η μητέρα τους έφυγε από το σπίτι για να εργαστεί στο εξωτερικό, τα διαζύγια, οι ασθένειες, η κατάθλιψη και ο φαύλος κύκλος της φτώχιας είναι οι «αόρατες» συνέπειες του «ελεύθερου εμπορίου» της ανθρώπινης («αν-ελεύθερης») εργασίας. «Πρόκειται να πας να εργαστείς στο εξωτερικό;»- είναι η πιο συνηθισμένη ερώτηση, την οποία όλοι απευθύνουν σαν να έχει γίνει μέρος του «ποιοι πραγματικά είμαστε»- μια γενιά προσωρινών μεταναστών και «εισοδημάτων που προέρχονται από εμβάσματα», η οποία θυσιάζει το σπίτι και την οικογένεια για σχετικά καλύτερους μισθούς.


Μία θέση εργασίας στην Ισπανία δεν θεωρείται χαμηλού κύρους, χωρίς να έχει σημασία τι είδους εργασία είναι, γιατί ο μετανάστης δεν βλέπει τον εαυτό του ως μέρος της κοινωνίας που τον υποδέχεται. Αλλά θεωρεί τον εαυτό του ως μέλος της κοινότητας στην πατρίδα του. Σε προσωπικό επίπεδο, η μετανάστευση σημαίνει για τους περισσότερους ανθρώπους ιδιαίτερα δύσκολες εμπειρίες, αμετάκλητες αποφάσεις, σημαντικά ψυχικά τραύματα, όπως απομάκρυνση από τα αγαπημένα πρόσωπα, άγνωστες κουλτούρες, κλίμα και θρησκεία σε συνδυασμό με τις συνήθεις συνθήκες που βιώνουν οι μετανάστες στις χώρες που τους υποδέχονται, δηλαδή, ρατσισμό, εθνικό και άλλες μορφές διαχωρισμού και ξενοφοβική συμπεριφορά.


Αν και η Δύση θεωρεί το εργατικό δυναμικό της Ρουμανίας ως εν δυνάμει απειλή για τις αγορές εργασίας της, συχνά οι Ρουμάνοι είναι «καλοδεχούμενοι» για να εργαστούν στη Δύση και χαίρουν εκτίμησης. Αυτή η αντιφατική συμπεριφορά πυροδοτεί τη συζήτηση στη Ρουμανία για τη μετανάστευση του εργατικού δυναμικού με κυρίαρχα αμφότερα τα συναισθήματα της «ελευθερίας» και της χαράς για τη δυνατότητα εύρεσης εργασίας στο εξωτερικό και της «αν-ελευθερίας» και της απογοήτευσης ότι πρέπει να ξενιτευτούν για να αποκτήσουν καλύτερο μισθό. Πάντως, οι «capsunarii» είναι κάτι σαν «ήρωες πολέμου» με εξαίρεση το γεγονός ότι δεν γίνεται καμιά αναφορά σε «πόλεμο». Ο «πόλεμος» της οικονομικής ανταγωνιστικότητας, ο οποίος απειλεί, σχεδόν, να «εξαφανίσει» το εργατικό δυναμικό από κρίσιμης σημασίας βιομηχανίες, όπως οι κατασκευές και η γεωργία, υποβαθμίζεται ως η δομική συνθήκη του διεθνούς καπιταλιστικού εμπορίου ανθρώπινης εργασίας. Ας λάβουμε υπόψη μας τα ακόλουθα αποσπάσματα από συνεντεύξεις:


Ξεκίνησα να έρθω εδώ γιατί ο άνδρας μου είναι άνεργος, και οι δύο είμαστε άνεργοι (…)
Ουσιαστικά βρίσκομαι εδώ εξαιτίας της φτώχειας. (μη καταγεγραμμένη γυναίκα από την Πολωνία, η οποία εργάζεται ως οικιακή βοηθός στην Ιταλία).


Ήρθα εδώ για να βοηθήσω τα παιδιά μου. Δεν έχω άλλο εισόδημα…και αναγκάστηκα να αναζητήσω εργασία σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου. (μη καταγεγραμμένη γυναίκα από την Πολωνία, η οποία εργάζεται ως οικιακή βοηθός στην Ιταλία).


Αν ήξερα από πριν ότι θα ζούσα σαν ζώο, δεν θα ερχόμουν. Έχω κοιμηθεί κάτω από γέφυρες. (…) κανείς δεν με βοήθησε. (άνδρας από την Αλβανία, ο οποίος εργάζεται ως οικοδόμος στην Ιταλία).


Ο εργοδότης μπορεί να κάνει ό,τι θέλει με σένα. (άνδρας από την Αλβανία, ο οποίος εργάζεται ως οικοδόμος στην Ιταλία).


Δεν προσπαθώ να γενικεύσω ή να υποστηρίξω ότι η προσωρινή οικονομική μετανάστευση είναι ομοιογενής, καθώς υπάρχει διαφοροποίηση των ατομικών υποθέσεων. Πάντως, παρατηρούνται συγκεκριμένες επαναλαμβανόμενες μορφές σχέσεων εξουσίας ανάμεσα στα κράτη, αλλά και στο εσωτερικό των κρατών, γύρω από τα όρια του γένους, της εθνότητας ή της εθνικότητας και του φύλου. Για παράδειγμα, υπάρχει το σχετικά νέο φαινόμενο των γυναικών μέσης ηλικίας από την Ανατολική Ευρώπη, οι οποίες μεταναστεύουν προσωρινά για να εργαστούν στο εξωτερικό με σκοπό να στηρίξουν την οικογένειά τους. Η θηλυκοποίηση της μετανάστευσης είναι στην πραγματικότητα «ένα από τα πιο αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά των σύγχρονων κινήσεων εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης γυναικών για να εργαστούν στη Δύση ως οικιακοί βοηθοί.» (σ. 7)


Ο προσωρινός μετανάστης δεν μπορεί να αλλάξει τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσής του, αν π.χ. η εργασία του είναι ανυπόφορη και δεν μπορεί να ζητήσει υποστήριξη από κανένα σωματείο ή ομοσπονδία. Συχνά η βασική βιβλιογραφία παραβλέπει τις καθημερινές (συναισθηματικές) εκφάνσεις της νέας μορφής μετανάστευσης του εργατικού δυναμικού: ο χαμηλός μισθός και (συχνά) η μη τακτική καταβολή του, οι απλήρωτες, μη καταγεγραμμένες υπερωρίες, η (συνήθης) έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και ασφάλισης, οι επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, η φυσική, σεξουαλική και λεκτική βία και η πατερναλιστική επιτήρηση των μεταναστών, η γενικότερη έλλειψη ασφάλειας στην εργασία, για να μην αναφέρω τη νοσταλγία για την πατρίδα, η οποία συνοδεύει τη χρόνια απομάκρυνση από την οικογένεια, καθώς συχνά ο μετανάστης δεν διαθέτει αρκετά χρήματα για να επισκεφτεί τους δικούς του στην πατρίδα. Αλλά η ευκαιρία για εργασία στο εξωτερικό, ακόμα και αν ακούγεται ως ανάληψη κάποιας μορφής δύναμης και ελευθερίας, είναι πολλές φορές το αποτέλεσμα δομικών συνθηκών περισσότερης ανελευθερίας: έλλειψη θέσεων εργασίας μετά την εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων προγραμμάτων προσαρμογής στα υπό ανάπτυξη κράτη, την προώθηση από τις κυβερνήσεις των συμβάσεων μετανάστευσης και γενικότερα της φτώχιας.


Επιπρόσθετα, είναι δυνατόν το κράτος, το οποίο στηρίζει το εισόδημά του στα «εμβάσματα» των μεταναστών να επιτύχει «ανάπτυξη» με το να εξάγει τον ειδικευμένο πληθυσμό του, όπως οποιοδήποτε άλλο εμπορεύσιμο αγαθό; Σε πολλές περιπτώσεις, τα εμβάσματα, συνήθως, χρησιμοποιούνται για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών επιβίωσης του μετανάστη και της οικογένειάς του/ της πίσω στην πατρίδα. Σπάνια χρησιμοποιούνται για μεγαλύτερες επενδύσεις, οι οποίες θα απέβαιναν ευεργετικές για την υποδομή και αναδόμηση της χώρας. Μολονότι υπάρχει η γενική παραδοχή ότι η εν λόγω κατάσταση έχει ευεργετικότερες συνέπειες, η αντίληψη που κυριαρχεί στους κύκλους των μεταναστών εξακολουθεί να παραμένει ότι «η εργασία στο εξωτερικό» αποτελεί αναγκαιότητα εξαιτίας της έλλειψης ευκαιριών στη χώρα καταγωγής τους. Και ορισμένα άλλα ερωτήματα παραμένουν, ακόμα, αναπάντητα: Ποιες είναι οι κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες της μετανάστευσης του εργατικού δυναμικού; Ποιες είναι οι επιπτώσεις του λεγόμενου «brain-drain» (διαρροή ανθρωπίνου κεφαλαίου υψηλής κατάρτισης).


Αντί συμπερασμάτων


Μέσω της ευρύτερης κατανόησης της μετανάστευσης και των κινημάτων μπορούμε να ακολουθήσουμε εναλλακτικές τροχιές της ανθρώπινης ύπαρξης, οι οποίες τέμνουν αμφότερα τα γεωπολιτικά και διεθνή όρια. Συνήθως, το νόημα του «υπερεθνικού» ήδη προϋποθέτει μια απόδραση ή μεταβίβαση συνόρων. Πάντως, μεταβαλλόμενα-σύνορα υπερεθνικής φύσης υπάρχουν στις συνεχείς προσπάθειες ελέγχου των ροών αφενός των ανθρώπων, αφετέρου των πληροφοριών. Είναι στο «αλλοδαπό» μάτι ενός μετανάστη ότι τα «μυθεύματα» της σταθερότητας και της τάξης (τα οποία, συνήθως, συνοδεύουν την οικοδόμηση των εθνών και το «παγκόσμιο οικοδόμημα», δηλαδή, τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση) γίνονται πιο σχετικά, τυχαία, τεχνητά και ειρωνικά. Πράγματι, η ασφυκτιούσα μητρική γλώσσα, η προφορά, η συνήθεια και τα συναισθήματα που, ενδεχομένως, παράγει μία “ετερόδοξη εξορία» (dissident exile), για την οποία η Kristeva διαμαρτύρεται μία διαφωνία σε μια υβριδική συμφωνία, μια σχέση ζωής «μίσους και πάθους» στην οποία η μετανάστευση δεν είναι παρελθόν, αλλά ένα βασανιστικό Παρόν διασπασμένο ανάμεσα σε σπίτια αστέγων. Αλλά η ρήξη σηματοδοτεί περισσότερα από τα όρια του «συμβιβασμού» (εξουσίας) και της αντίστασης. Η ρήξη αποκαλύπτει τα «μυστικά» της ζωής, πέρα από την κατάσταση της λογικής πολλά πράγματα μπορούν να συμβούν. Πέρα από κάθε λογική, υπάρχει ζωή. Όλα τα σύνορα (και οι λογικές) πάντα θα υπερκεράζονται με επιδεξιότητα, γιατί η ζωή πρέπει να βιώνεται, όπως ακριβώς οι άνθρωποι πρέπει να «τρέφονται». Συνεπώς, η ιδέα για «τακτικές» αντίστασης ως «όπλα των αδυνάμων» είναι τόσο παλιά όσο κάθε σύστημα δουλείας. Αλλά οι ήρωες του είναι ανώνυμοι, γιατί η ιστορία «εξοστρακίζει» τα συναισθήματα στην προσπάθειά της να εκφέρει αντικειμενικές, πάγιες δηλώσεις.


Η Μετανάστευση προϋποθέτει κινήσεις, στο εσωτερικό και το εξωτερικό, κατά μήκος και διαμέσου, να γίνεις «άγνωστος σε μια άγνωστη χώρα», ακύρωση και λησμονιά του συγκροτημένου και δικτυωμένου εαυτού μας. Η υβριδικότητα είναι, πράγματι, μία «αντι-ηγεμονική κίνηση», αλλά η δυναμική της μένει να παρατηρηθεί στην ποικιλομορφία των καταστάσεων και, ίσως, δεν είναι ένα θέμα για το οποίο μπορούμε να μιλήσουμε θεωρητικά, αλλά, αντιθέτως, να αφηγηθούμε ή αναδείξουμε την ποίησή του με τον ελεύθερο στοχασμό και την ανεμπόδιστη φαντασία του κινηματογράφου.


Διαβάστε ακόμα


Διεθνής συνθήκη για την προστασία των δικαιωμάτων των μεταναστών


Μετανάστευση, κράτηση, απόδραση: Ένας διάλογος




Αφιέρωμα: μετανάστευση
Ετικέτες: , , ,

|
0 σχόλια »

σχολίασε