Peter Lunenfeld – Ανταποκρίσεις από το μέτωπο: Μαχόμενοι για το νόημα στον πόλεμο μεταξύ ‘κατεβάσματος’ και ‘ανεβάσματος’ |
Δεν υπάρχει τέλος στους τρόπους με τους οποίους ένας πολιτισμός με νόημα έχει περισσότερο νόημα από την ανόητη παραγωγή, ανεξάρτητα πόσο συμμετοχική είναι αυτή, σημειώνει ο Peter Lunenfeld. |
Όλα τα ζώα κατεβάζουν (download), λίγα όμως ανεβάζουν (upload) οτιδήποτε εκτός από περιττώματα και τα ίδια τους τα σώματα. Οι κάστορες κτίζουν φράγματα, τα πουλιά φτιάχνουν φωλιές και οι τερμίτες δημιουργούν αναχώματα, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του το ζωικό βασίλειο κινείται στον κόσμο κατεβάζοντας κι ύστερα μασουλώντας από λίγο κάθε φορά. Οι άνθρωποι είναι μοναδικοί στην ικανότητά τους όχι μόνο να φτιάχνουν εργαλεία αλλά να τα χρησιμοποιούν για να δημιουργούν περιττά υλικά αγαθά- ζωγραφική και γλυπτική- και περιττές εμπειρίες- μουσική, ιστορίες, θρησκεία, φιλοσοφία. Ασφαλώς, το περιττό είναι αυτό που έρχεται στη συνέχεια να καθορίσει τον ανθρώπινο πολιτισμό και τι είναι τελικά να είσαι άνθρωπος. Η κατανόηση και η κατανάλωση του πολιτισμού απαιτεί μεγάλες ικανότητες- ρωτήστε όποιον έχει διδάξει ανάγνωση σ’ ένα παιδί- αλλά η αδυναμία κίνησης πέραν του κατεβάσματος σημαίνει απογύμνωση από ένα καθοριστικό συστατικό της ανθρωπότητας.
Οι τρέχουσες τεχνολογίες του δικτύου, που χαρακτηρίζονται ως Web 2.0 τόσο συχνά που θα μπορούσαμε να υποκύψουμε, αποτελούν μεγάλα θαύματα, παρόλα αυτά όμως μια ιεραρχία πολιτιστικής παραγωγής παραμένει. Το Web 2.0 θεωρείται ο θρίαμβος του συμμετοχικού πολιτισμού, αλλά γεγονός είναι ότι μόνο το 1% των μελών μιας κοινότητας web ανεβάζει υλικό, το πολύ ένα 10% των χρηστών σχολιάζει ή τροποποιεί αυτό το περιεχόμενο, και γύρω στο 90% της κοινότητας είναι ικανοποιημένο με το να κατεβάζει χωρίς να ανεβάζει. Μια αιτία για την συνέχιση αυτής της πυραμίδας παραγωγής είναι ότι όπως οι χώρες ή οι λαοί, τα διάφορα μέσα επικοινωνίας έχουν το δικό τους μοναδικό πολιτισμό. Θα έλεγα ότι τον τελευταίο μισό αιώνα, πρώτα η Αμερική κι ύστερα ένα μεγάλο μέρος του πολιτισμού της Δύσης καθορίζεται από την τηλεόραση και ο πολιτισμός της τηλεόρασης καθορίζεται από το κατέβασμα.
Η τηλεόραση ως σύστημα μέσων επικοινωνίας καθορίζεται από το γεγονός ότι μαζεύει εικόνες και ήχους που παρήγαγαν άλλοι. Μέσω πομπού, καλωδίου ή δορυφόρου, ζωντανά ή όχι, μαγνητοσκοπημένα ή σε μεταβαλλόμενο χρόνο, γενικά κατεβάζει. Η πρόκληση που αποτέλεσε ο ηλεκτρονικός υπολογιστής για την τηλεόραση, την περασμένη δεκαετία, δεν έγκειται μόνο στο ότι ένα μηχάνημα αναβαθμίστηκε από ένα άλλο- όπως οι δίσκοι από βινύλιο αντικαταστάθηκαν από κασέτες ή τα βίντεο από DVD. Αντίθετα, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής είναι ένα μηχάνημα που μπορεί να ανεβάσει οτιδήποτε οι χρήστες του κάνουν και να τους το μοιράσει είτε ένα σε έναν είτε ένα σε πολλούς. Αυτή είναι μια ριζική αλλαγή από τον πολιτισμό της τηλεόρασης. Αλλά η ικανότητα του ηλεκτρονικού υπολογιστή να μιμείται πεισματικά οποιοδήποτε συσκευή μέσου επικοινωνίας θέτει σε κίνδυνο τις δυνατότητές του, γιατί ο ηλεκτρονικός υπολογιστής είναι επίσης ένα μηχάνημα που μπορεί να κατεβάζει πολύ καλύτερα από την τηλεόραση. Ο δυϊσμός αυτός είναι καθοριστικός για την εποχή μας και στήνει το σκηνικό για τον μυστικό πόλεμο μεταξύ κατεβάσματος και ανεβάσματος.
Η διαμάχη αυτή διεξάγεται σε όλο μας τον τεχνο-πολιτισμό και επιδρά στην παραγωγή και την κατανάλωση τεράστιων ζωνών μέσων επικοινωνίας και υλικών σε όλο τον κόσμο. Το κεντρικό ερώτημα είναι πώς μπορεί κάποιος να συμβάλει στην παραγωγή νοήματος και όχι μόνο στην κατανάλωσή του. Το νόημα είναι μια φορτισμένη λέξη. Στη συνείδησή μας, όλα έχουν ένα νόημα ή μπορούν να έχουν, συμπεριλαμβανομένης της δήλωσης ότι το νόημα δεν έχει νόημα.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, δεν με ενδιαφέρει να συζητήσω γι’ αυτό που φιλόσοφοι σαν τον Martin Heidegger ονόμασαν θεμελιώδες ερώτημα του νοήματος –‘γιατί υπάρχει κάτι αντί για τίποτα;’ – αλλά, αντίθετα, θέλω να σκεφτώ το νόημα των έργων πολιτισμού. Αυτό μας οδηγεί στη δημιουργία μιας ιεραρχίας νοημάτων, κρίνοντας ότι κάποια πράγματα έχουν μεγαλύτερο ‘νόημα’ από άλλα και φτάνοντας μερικές φορές στο σημείο να τα κατατάξουμε ως ‘άνευ νοήματος’ (παρόλο που γνωρίζουμε πολύ καλά την αδυναμία κάθε πράγματος που στερείται νοήματος).
Η δημιουργία πολιτιστικών ιεραρχιών μπορεί να προκαλέσει νευρικότητα στους πολίτες μιας δημοκρατίας. Ποιος κριτής μπορεί να κρίνει το νόημα των εμπειριών στις ζωές των άλλων; Ας αφήσουμε αυτές τις εκτιμήσεις στο ατομικό επίπεδο ή στην αγορά κι ας επιτρέψουμε στον πλουραλισμό να κυριαρχήσει. Αλλά ο δικτυωμένος ηλεκτρονικός υπολογιστής, ή μηχανή του πολιτισμού όπως τον αποκαλώ, προπορεύεται σε μια εποχή αυξανόμενης πολιτιστικής παραγωγής, που κάνει πιο δημοκρατική την ικανότητα δημιουργίας την ίδια ώρα που μας παρακινεί να δημιουργήσουμε νέους τρόπους ιεράρχησης των όσων συναντούμε. Σε μια εποχή εκρηκτικής δημιουργικότητας, πρέπει να βλέπουμε στρατηγικά τους τρόπους ανταπόκρισης στα αιτήματα που έχουν να κάνουν με το χρόνο μας και την προσοχή μας. Στρατηγικές όπως η απόρριψη του κινηματογράφου, της τηλεόρασης, των χιουμοριστικών βιβλίων ή του web ως εγγενώς κακών είναι οπισθοδρομικές (παρόλο που κάθε μέσο δέχτηκε καταδικαστικές κριτικές). Μια τέτοια στρατηγική αγνοεί τον πλούτο και την ευχαρίστηση της σύγχρονης εργασίας προς όφελος μιας απαρχαιωμένης. Η αντίθετη στρατηγική, η συνθηκολόγηση σε ό, τι η αγορά και το δίκτυο μας πετάνε δεν είναι παρά μια ανόητη εμβύθιση. Η τεχνοκρατική αναζήτηση για ‘αποτελεσματική’ χρήση των σύγχρονων μέσων επικοινωνίας με διαμορφωτικά και διαδραστικά εργαλεία, έτσι ώστε να περιορίσεις αυτά που βλέπεις σε αυτά που ορίζεις ως ‘ανάγκες’ σου, καταλήγει σε προσαρμοσμένες ειδησεογραφικές αναφορές και σε μια μουδιασμένη ενδυνάμωση της ομοιομορφίας. Η δυνατότητα για τυχαίες συναντήσεις με καινοτομίες και προκλήσεις δεν μπορεί να εγκαταλειφθεί στην αναζήτηση της διαχείρισης χρόνου.
Τελικά, δεν είναι τόσο θέμα κριτικής όσο θεραπείας- ταξινόμηση του πολιτισμού, προσεκτική παράθεση ιδεών, εικόνων, ήχων και αλληλεπιδράσεων για να δημιουργηθεί κάτι παραπάνω από το σύνολο των μερών. Οποιοσδήποτε ορισμός για το τι έχει νόημα ενέχει τον κίνδυνο να πέσει στο κενό της φιλοσοφικής συζήτησης. Είμαι όμως πρόθυμος να ποντάρω στην ιδέα του σωρευτικού ως αφετηρία. Η εργασία που ‘ανεβαίνει’ στον κόσμο πρέπει να έχει την ικανότητα να συνδεθεί με άλλα στοιχεία του δικτύου ώστε να έρθει να προστεθεί στα ευρύτερα ζητήματα του νοήματος αντί να τρεμοφέγγει ως εξόγκωμα στις ψυχαγωγικές μηχανές. Όπως κανείς δεν κατεβάζει πάντα προσεκτικά, είναι αδύνατον να ζητάμε απ’ τους ανθρώπους να ανεβάζουν προσεκτικά. Θέτοντας όμως τον πήχη πολύ ψηλά είναι καλύτερα από το να μην τον θέτουμε καθόλου. Πριν από πενήντα χρόνια, η κατηγοριοποίηση του νοήματος θεωρείτο ένα, εάν όχι το κυριότερο, καθήκον του κριτικού. Ασφαλώς, η εμφάνιση κριτικών θεωριών όπως ο μετα-στρουκτουραλισμός και η αποδόμηση θέτουν πολλές απ’ αυτές τις θέσεις σε κίνδυνο. Αλλά, αναπτύσσοντας με τόση επιτυχία αυτό που αποκαλείται ‘ ερμηνευτικό της υποψίας’, αυτά τα κινήματα είχαν το παράδοξο αποτέλεσμα να εξαλείψουν αυτά που η θεωρία έβλεπε ως εχθρούς της, χωρίς να αντικαταστήσουν αναγκαστικά το καθεστώς που ανέτρεψαν με ένα πιο κοντινό στα συμφέροντά τους. Τελικά, αυτό επέτρεψε στον εμπορικό πολιτισμό να κυριαρχήσει θριαμβευτικά.
Αναγνωρίζοντας ότι υπάρχουν απώλειες που ακολουθούν κάθε όφελος στην τεχνολογική αλλαγή, δεν είναι σα να ακολουθούμε τυφλά τον αναφερόμενο κύκλο. Το καίριο ζήτημα είναι ότι οι δικτυωμένες ηλεκτρονικές μηχανές του 21ου αιώνα που αποκαλούμε ηλεκτρονικούς υπολογιστές οδηγούν σε ένα αδιανόητο στο παρελθόν επίπεδο πληροφοριών και πλούτου αντικειμένων στον κόσμο. Αυτό που η δικτυωμένη πολιτιστική μηχανή καθιστά δυνατό σήμερα είναι μια υβριδική διανοητικότητα. Το κείμενο μπορεί να συνδεθεί με γραφήματα, φωτογραφίες και κινούμενες εικόνες με ευέλικτους τρόπους που ήταν αδύνατοι μια γενιά πριν. Οι συνδυαστικές δυνατότητες αλφαριθμητικών κειμένων, ακίνητων και κινούμενων εικόνων, ακουστικών συστατικών από τη μουσική στην ειπωμένη λέξη, ακόμη και των συμφραζόμενων περιβαλλοντολογικών εμφυτευμάτων, όλα αυτά κι ακόμη περισσότερα προσφέρουν μια τεράστια σειρά δυνατοτήτων τόσο για τη δημιουργία όσο και για τη λήψη του μηνύματος. Η αμιγής πυκνότητα της πληροφορίας και η υλικότητα της σύγχρονης στιγμής είναι ασυναγώνιστες στην ιστορία.
Τι νόημα έχει η ανάπτυξη αυτών των μηχανών, των δικτύων και των δυνατοτήτων για τη διανομή και τη δημοσιοποίηση των μέσων επικοινωνίας αν δεν αναπτύξουμε, επίσης, μια αντίστοιχη βελτίωση στο περιεχόμενό τους και τη χρήση τους; Υπάρχουν όρια σ’ αυτά για τα οποία μπορεί να μιλήσει ο μαζικός πολιτισμός, επίπεδα λεπτών αποχρώσεων, γλώσσας, σκέψης και στοχασμού. Το θέμα της τεχνικής είναι πιο δύσκολο να παραμείνει καθηλωμένο, καθώς ο μαζικός πολιτισμός έχει τέτοια οικονομική ισχύ που τα πιο νέα και ισχυρά εργαλεία και τεχνικές είναι πάντα ανοιχτά σ’ αυτόν, αλλά οπωσδήποτε ο μαζικός πολιτισμός έχει την τάση να μετατρέπει αυτές τις τεχνικές σε στερεότυπα. Μπορούμε να φανταστούμε κάποιον άλλον από έναν ταλαντούχο καλλιτέχνη να χρησιμοποιεί τις μορφικές τεχνολογίες σ’ αυτό το σημείο και να μην προκαλεί στο κοινό δάκρυα, γέλιο ή πόνο;
Ο μακαρίτης Kingsley Amis συνόψισε σκληρά την κοσμοθεωρία του στις παρατηρήσεις του Lucky Jim ότι ‘δεν υπάρχει τέλος στους τρόπους με τους οποίους τα ωραία πράγματα είναι πιο ωραία από τα απεχθή’. Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν υπάρχει τέλος στους τρόπους με τους οποίους ένας πολιτισμός με νόημα έχει περισσότερο νόημα από την ανόητη παραγωγή, ανεξάρτητα πόσο συμμετοχική είναι αυτή.
Το κείμενο είναι διασκευασμένο από τον τόμο The Secret War Between Downloading and Uploading: How the Computer Became Our Culture Machine, MIT Press, υπό έκδοση
Αφιέρωμα: πρόσφατα άρθρα, τέχνη και δημοκρατία
Ετικέτες: peter lunenfeld , web2.0 , θεωρία δικτύων , συμμετοχική κουλτούρα