Michel Bauwens – Το κοινωνικό web και τα κοινωνικά του συμβόλαια: Μερικές σημειώσεις για τον κοινωνικό ανταγωνισμό στον δικτυοκρατικό καπιταλισμό |
Tο κοινωνικό web βασίζεται σε ένα υποκείμενο, αλλά ασταθές κοινωνικό συμβόλαιο, υποστηρίζει ο Michel Bauwens. Από την πλευρά των χρηστών αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο προβλέπει η συνεισφορά τους να εξαργυρώνεται μέσα απ’ τη διαφήμιση, στο μέτρο που δεν παρεμβαίνει στο μοίρασμα. Εάν η παρέμβαση υπερβεί το όριο αποδοχής τους, είτε θα επαναστατήσον είτε θα πάνε αλλού.
Όταν μιλάμε για το κοινωνικό web, πρέπει να προσέχουμε σε ποια πτυχή του αναφερόμαστε:
- Μιλάμε για τις τεχνολογικές του δυνατότητες: τα νέα επίπεδα συμμετοχής που επιτρέπει;
- Μιλάμε για το κοινωνικό web ως διαδικασία άμεσης δημιουργίας αξίας από κοινότητες καταναλωτών/παραγωγών (produSers);
- Μιλάμε για τα συνδεόμενα επιχειρηματικά πρότυπα;
1.
Το κοινωνικό web διευκολύνει ένα επίπεδο κοινωνικού μοιράσματος χωρίς προηγούμενο, κυρίως μέσα από το όχημα των ιδιόκτητων πλατφορμών. Το θέμα είναι λοιπόν η σαφής διάκριση της αόρατης αρχιτεκτονικής, δηλαδή του ‘πρωτοκόλλου’ αυτής της τεχνολογίας, που πρέπει να διαχωριστεί από το θέμα της κυριότητας ως τέτοιας. Το πρωτόκολλο πρέπει να είναι αρκετά ανοιχτό ώστε να επιτρέπει να υφίσταται η διαδικασία του μοιράσματος, αλλά ταυτόχρονα ‘αρκετά κλειστό’ ώστε να δημιουργεί ανεπάρκειες που να μπορούν να εκμεταλλευθούν οι κάτοχοι πλατφορμών, κι αυτό αποτελεί ένα σαφές σημείο έντασης μεταξύ της κοινότητας των χρηστών και της εταιρικής ιεραρχίας. Για τους κατόχους πλατφορμών, η ανοιχτή πρόσβαση θα είναι πάντα δίκοπο μαχαίρι. Από τη μια πλευρά, είναι ευεργετικό να ανοίγονται και να δημιουργούν ισχυρότερα και ευρύτερα κοινά αγαθά (commons), από όπου θα προκύψει περισσότερη αξία, από την άλλη πλευρά, όμως, η πλήρης ανοιχτή πρόσβαση ισοδυναμεί με πλήρη απώλεια ελέγχου και συνεπώς με δυσκολίες στην κατάκτηση αξίας για τους μετόχους τους. Αυτό σημαίνει ότι η ένταση μεταξύ της κοινότητας των χρηστών και των κατόχων πλατφορμών είναι δομικής φύσης, όπως και ο αγωνιστικός ανταγωνισμός ανάμεσα στις διαφορετικές πλατφόρμες που ανταγωνίζονται για την προσέλκυση χρηστών.
Πιστεύουμε συνεπώς ότι το κοινωνικό web υπακούει σε ένα υποκείμενο, αλλά ασταθές κοινωνικό συμβόλαιο. Αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο ουσιαστικά λέει, απ’ την πλευρά των χρηστών: εκτιμούμε τη δυνατότητα των διαδικασιών μοιράσματος και καταλαβαίνουμε ότι η λειτουργία τέτοιων πλατφορμών συνοδεύεται από κόστος και την προσδοκία κέρδους. Κατά συνέπεια, επιτρέπουμε η συνεισφορά μας να εξαργυρώνεται μέσα απ’ τη διαφήμιση, στο μέτρο που δεν παρεμβαίνει στο μοίρασμα. Εάν η παρέμβαση υπερβεί το όριο αποδοχής μας, είτε θα επαναστατήσουμε είτε θα πάμε αλλού.
Ας σημειωθεί ότι το κοινωνικό web έχει ως βασικό προσανατολισμό τη σύγκλιση των ατομικών και συλλογικών συμφερόντων, ότι οργανώνεται γύρω απ’ το μοίρασμα της ατομικής έκφρασης και ότι, συνεπώς, σε η κοινότητα των χρηστών βασίζεται σε αδύναμους δεσμούς. Αυτοί οι αδύναμοι δεσμοί είναι ακριβώς η αιτία που οι κοινότητες χρηστών δεν μπορούν εύκολα να δημιουργήσουν τις δικές τους πλατφόρμες, γι’ αυτό και έχουν ανάγκη από τρίτα μέρη.
Το κοινωνικό web και η οικονομία του μοιράσματος δεν πρέπει να συγχέονται με την οικονομία των κοινών (commons), που έχει τη δική της υποδομή. Η οικονομία των κοινών υπάρχει όταν οι κοινότητες οργανώνονται προς την κατεύθυνση της παραγωγής κοινών τεχνημάτων (artefacts), που απαιτούν συντονισμό και εμπλοκή και συνεπώς δημιουργούν ισχυρότερους δεσμούς. Εξαιτίας αυτών των ισχυρών δεσμών, παρατηρούμε ότι τα προγράμματα που προσανατολίζονται στα σφαίρα των κοινών, σε αντίθεση με τις πλατφόρμες που προσανατολίζονται στο μοίρασμα, έχουν τις δικές τους υποδομές. Αντί για μια δυαδική δομή ανάμεσα στην κοινότητα των χρηστών και την ιδιόκτητη πλατφόρμα, η οικονομία των κοινών έχει μια τριαδική δομή, συνδυάζοντας τις αυτό-οργανωμένες κοινότητες καταναλωτών/παραγωγών, τους δημοκρατικά διαχειριζόμενους θεσμούς με απολαβές, που διασφαλίζουν τις απαραίτητες υποδομές, και μια οικολογία επιχειρήσεων που δημιουργούν εμπορεύσιμες ανεπάρκειες γύρω απ’ τα κοινά αγαθά.
2.
Το προηγούμενο σημείο είναι πολύ σημαντικό. Μολονότι είναι συμπλεκόμενες και μπορεί να υπάρχουν υβριδικές μορφές, είναι συνήθως βασικό να γίνεται η διάκριση ανάμεσα στη λογική του μοιράσματος και τη λογική της πώλησης επιμέλειας. Το πρώτο αποτελεί προϋπόθεση του δεύτερου, αλλά το πρώτο δεν μπορεί να συρρικνωθεί στο δεύτερο. Η πλατφόρμα είναι προϋπόθεση για το μοίρασμα, και το μοίρασμα προϋπόθεση για την οικονομία της επιμέλειας που θα ωφελήσει τους κατόχους πλατφορμών. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που μοιράζονται δεν έχουν μπει στο παιχνίδι για προσωπικό οικονομικό κέρδος, αλλά για ανταλλαγή δημιουργικής έκφρασης, για την οποία αποκτούν διάφορα μη οικονομικά οφέλη, όπως κέρδη που έχουν να κάνουν με τη φήμη. Η έννοια του να αφήνεις απέξω σημαίνει ότι η λογική του μοιράσματος, ή η λογική της παραγωγής των κοινών γι’ αυτό το σκοπό, δεν μπορεί να επηρεάζεται από την ανταγωνιστική λογική του οικονομικού κέρδους. Η εισαγωγή οικονομικού κέρδους καταστρέφει τη λογική του μοιράσματος. Για να λειτουργήσει αυτή, πρέπει η εθελοντική εμπλοκή να συνδυάζεται με την οικουμενική δυνατότητα πρόσβασης, και να μην υπάρχει ορατή μεροληψία μεταξύ των εθελοντών. Αυτή είναι η αιτία που τα σχήματα μοιράσματος του εισοδήματος είναι συνήθως αντιπαραγωγικά. Συνεπώς, η έλλειψη μοιράσματος του εισοδήματος δεν σημαίνει αναγκαστικά εκμετάλλευση και οι εκκλήσεις για ‘δίκαιο μοίρασμα του εισοδήματος’ είναι στην πραγματικότητα αντιπαραγωγικές, καθώς δεν επανεισάγουν απλώς καπιταλιστικές και οικονομικές λογικές σε μια κοινότητα μοιράσματος, αλλά καταστρέφουν και μετατοπίζουν τις μετα-καπιταλιστικές πρακτικές του μοιράσματος.
Υπάρχει, βέβαια, ένα πρόσθετο ζήτημα. Καθώς οι χρήστες δημιουργούν κοινωνικό πλούτο, και ο κάτοχοι πλατφορμών τον εξαργυρώνουν, τι είδος επιστροφής μπορεί να δημιουργηθεί; Οι Google και YouTube δείχνουν σε ποια έκταση μπορεί να αποσπαστεί χρηματική αξία από τέτοιες κοινωνικές διαδικασίες, αλλά οι κοινότητες χρηστών συνήθως δεν λαμβάνουν άμεση επιστροφή χρημάτων.
Ο κατάλληλος τρόπος για τη δημιουργία επιστροφής των θετικών εξωτερικεύσεων του μοιράσματος ή των κοινών, δεν είναι μέσω της διανομής του εισοδήματος αλλά δια του μοιράσματος του οφέλους. Αυτή η διαδικασία χαρακτηρίζεται από τη γενικευμένη υποστήριξη της υποδομής που επιτρέπει το μοίρασμα και την δημιουργία κοινών, με τη συντήρηση της κοινότητας των χρηστών, και με τρόπο που να μην προκύπτει μεροληψία ή να μένει κάποιος απέξω.
Στην περίπτωση παραγωγής που προσανατολίζεται στη δημιουργία κοινών ή αν υποθέσουμε ότι κάποιες κοινότητες που μοιράζονται έχουν τις δικές τους πλατφόρμες, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Η περίπτωση ου ιδρύματος Wiτkimedia, που διαχειρίζεται την υποδομή της Wikipedia, αλλά όχι τις διαδικασίες της για δημιουργία αξίας, δείχνει ότι τα κερδοσκοπικά ιδρύματα δεν στοχεύουν αναγκαστικά στη συσσώρευση κεφαλαίου ή τη μεγιστοποίηση του κέρδους. Βλέπουμε τη Wikipedia να αρνείται τη διαφήμιση (όπως, άλλωστε, ισχύει και για την προσανατολισμένη στην ισχυρή κοινότητα λογική της Craigslist, και το blog του Ιδρύματος Mozilla έχει προγραμματίσει συζητήσεις για τη δυσκολία ανάθεσης οικονομικού εισοδήματος όταν κάποιοι μπορεί να μείνουν απέξω. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την πρωτοβουλία, δεν μπορούμε απλώς να ευχόμαστε, εάν θεωρούμε ότι η εξαργύρωση είναι εκμετάλλευση, για μια ιδιοποίηση αυτού του εισοδήματος για να επιστραφεί απλώς στις κοινότητες που μοιράζονται. Αν γινόταν αυτό, η λογική του μοιράσματος θα καταστρεφόταν και η οικονομική λογική θα γινόταν κυρίαρχη, με αποτέλεσμα κάποιοι να μείνουν απέξω.
Υπάρχει μόνο μια εξαίρεση σ’ αυτόν τον κανόνα. Ορισμένες πλατφόρμες είναι ειδικά οργανωμένες προς την ανεξάρτητη δημιουργία ανταλλακτικής αξίας και, συνεπώς, σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να προκύψει θέμα μοιράσματος εισοδήματος και οικονομικής εκμετάλλευσης.
Εάν όλα τα παραπάνω είναι σωστά και κατανοητά, τότε αυτό συνεπάγεται ότι ορισμένα αριστερίζοντα επιχειρήματα που καταγγέλλουν την εκμετάλλευση της ελεύθερης εργασίας και την αποξένωση των κοινοτήτων χρηστών, είναι παραπλανητικά και πολιτικά αντιπαραγωγικά.
Το γεγονός ότι οι κοινότητες χρηστών, σ’ ένα πλαίσιο μοιράσματος ή κοινών, μοιάζουν να μην έχουν παράπονο με τους ιδιοκτήτες εταίρους τους, δεν σημαίνει ότι είναι αποξενωμένες αλλά ότι, αντίθετα, ερμηνεύουν σωστά τα ζωτικά συμφέροντά τους σε ό, τι αφορά στη διατήρηση του μοιράσματος και των κοινών ως θεμελιακής κοινωνικής προόδου με σαφή και άμεσα προσωπικά και συλλογικά οφέλη. Στην περίπτωση του μοιράσματος, χαίρονται αυτή τη δυνατότητα και κατανοούν την αναγκαιότητα ενός βιώσιμου επιχειρηματικού πρότυπου. Στην περίπτωση των κοινών, κατανοούν την μη αμοιβαιότητα της ομότιμης παραγωγής, από την οποία συνεπάγεται αναπόφευκτα ότι η εμπορική χρήση είναι αποδεκτή, καθώς η οικουμενική διαθεσιμότητα συνεπάγεται ελεύθερη χρήση ανάλογα με τις ανάγκες. Ορισμένες από αυτές τις χρήσεις μπορεί πράγματι να είναι εμπορικές. Δεν αποτελεί σύμπτωση που ριζοσπαστικές, προσανατολισμένες στα κοινά, άδειες, όπως η GPL, επιτρέπουν την εμπορική χρήση, ενώ οι πιο δημοφιλείς από τις μετριοπαθέστερες, προσανατολισμένες στο μοίρασμα, άδειες Creative Commons είναι αυτές που απαγορεύουν την εμπορική χρήση. Η αιτία είναι ότι η GPL δημιουργεί μια πραγματική σφαίρα κοινών με λογική μη αμοιβαιότητας, και η CC είναι απλώς μια άδεια που ρυθμίζει τις εντάσεις του μοιράσματος, υπό τον έλεγχο ατομικών κατόχων.
Τα πραγματικά κοινά δεν απαιτούν μοίρασμα εισοδήματος, αλλά μοίρασμα κέρδους έτσι ώστε τα κοινά να είναι βιώσιμα, πράγμα που είναι προς το συμφέρον των συμμετεχόντων εταιριών.
Η πολιτική έμφαση στην εκμετάλλευση είναι αντιπαραγωγική γιατί απαιτεί να πειστεί η μεγάλη πλειοψηφία εκείνων που μοιράζονται αλλά και παράγουν ομότιμα ότι η χαρά που τους δίνει το μοίρασμα είναι άστοχη και προκαλεί αποξένωση : είναι στην πραγματικότητα κάλεσμα για την εισαγωγή οικονομικών και καπιταλιστικών πρακτικών (μοιράσματος εισοδήματος) στη διαδικασία του μοιράσματος και της ομότιμης παραγωγής. Κανένας βιομηχανικός εργάτης δεν χρειάζεται να πειστεί ότι είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης, η συνείδηση αυτή έρχεται φυσικά, μπορεί να το νιώσει στο πετσί του (της). Εξίσου φυσικά έρχεται και η συνείδηση ότι ο προσανατολισμός στο μοίρασμα και τα κοινά αποτελούν θετικές κοινωνικές εξελίξεις.
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να γίνει τίποτα προς την πλευρά της εξαργύρωσης, σε όφελος των θεσμικών οχημάτων που αυξάνουν την ισότητα. Οι προσανατολισμένες στο μοίρασμα και τα κοινά κοινότητες μπορούν να ωφεληθούν από μορφές εξαργύρωσης που είναι όλο και πιο ηθικές και ευθυγραμμισμένες με τις αξίες του μοιράσματος. Συνεπώς, αντί η εξαργύρωση να γίνεται καθαρά υπέρ των εταιριών, μπορεί να υπάρξει μια ώθηση για διαφορετικές μορφές κεφαλαίου. Ένα παράδειγμα είναι η δημιουργία συνεταιρισμών όπως η OS Aliance στην Αυστρία.
Το σημείο-κλειδί είναι να θυμόμαστε ότι η μη αμοιβαιότητα είναι πιθανή μόνο στη σφαίρα της μη-ανταγωνιστικής άυλης παραγωγής, αλλά ότι η σφαίρα της φυσικής παραγωγής, όπου μπορεί να προκύψει εξαργύρωση, απαιτεί να επιστρέφεται το επενδυτικό κεφάλαιο για νέους κύκλους παραγωγής. Αυτό μπορεί να συμβεί μέσα από τις εμπορικές συναλλαγές ή μέσα από ανανεωμένες οικονομικές μορφές που βασίζονται στην αμοιβαιότητα.
3.
Ποιο είναι λοιπόν το πραγματικό κοινωνικό σχήμα ανταγωνιστικών συμφερόντων, και τα σημεία έντασης στα οποία πρέπει να επικεντρώσει κανείς την ενέργειά του;
Όχι μόνο οι εργάτες της γνώσης, αλλά στην πραγματικότητα όλοι οι παραγωγοί, αναδιαμορφώνουν τουλάχιστον ένα μέρος της ζωής τους στην άμεση κοινωνική παραγωγή χρηστικής αξίας μέσω του μοιράσματος ή των κοινών. Η ομότιμη παραγωγή δεν περιορίζεται στους πολύ εκπαιδευμένους εργάτες της γνώσης αλλά η αρχή της για ισοδυναμία και η ατομική επιλογή καθηκόντων σημαίνουν ότι είναι διαθέσιμη για όλους τους παραγωγούς. Επειδή η γνώση βρίσκεται στον πυρήνα της δικτυωμένης οικονομίας της πληροφορίας, τέτοιες πρακτικές βρίσκονται στον πυρήνα της κοινωνίας μας, όπως έχει εξηγήσει πολύ πειστικά ο Yochai Benkler. Επειδή η ομότιμη παραγωγή είναι οικονομικά πιο παραγωγική, και πολιτικά πιο συμμετοχική, και πιο διανεμητική ως μορφή κυριότητας, είναι επίσης ένας μετα-καπιταλιστικός τρόπος δημιουργίας αξίας που θα βρεθεί αναπόφευκτα στην κεντρική σκηνή.
Αλλά η ομότιμη παραγωγή αναδιαμορφώνει επίσης την τάξη των κατόχων. Οι δυο στύλοι του γνωστικού καπιταλισμού, δηλαδή η απόσπαση πλεονάζοντος εισοδήματος μέσω των μονοπωλίων πνευματικής ιδιοκτησίας, και το μονοπώλιο των μέσων διανομής, υποσκάπτονται συστηματικά από τα διανεμημένα δίκτυα (distributed networks). Τα περιθωριακά κόστη αναπαραγωγής διεθνών τεχνητών προϊόντων, η δυνατότητα αντιγραφής του ενημερωτικού πυρήνα φυσικών προϊόντων υψηλής αξίας, και το κοινωνικό web ως οικουμενική πλατφόρμα διανομής για ενημερωτικά τεχνητά προϊόντα και για ανοιχτό σχεδιασμό φυσικών προϊόντων, εκτοπίζουν αυτά τα μονοπώλια.
Είναι συνεπώς λογικό πως, για ιδιοτελείς λόγους, κάποιοι από τους κατόχους μετατρέπονται σε δικτυοκρατικούς καπιταλιστές, που διευκολύνουν και ενισχύουν τις κοινότητες μοιράσματος και διατηρούν συμφωνίες μοιράσματος των κερδών με τις προσανατολισμένες στα κοινά κοινότητες παραγωγής.
Ποια είναι η σχέση μεταξύ των κοινοτήτων καταναλωτών/παραγωγών και των κατόχων δικτυοκρατικής πλατφόρμας; Μια γρήγορη απάντηση είναι ότι έχουν συμφέροντα που συγκλίνουν και αποκλίνουν.
Στο βαθμό που οι κάτοχοι πλατφορμών διευκολύνουν το μοίρασμα, είναι σύμμαχοι των ομότιμων παραγωγών και μετόχων. Στο βαθμό που οι κάτοχοι πλατφορμών χρειάζονται περιφράξεις και ανεπάρκειες για να εισέλθουν σε μια ανταγωνιστική αγορά, τα συμφέροντα αποκλίνουν. Απαιτείται συνεπώς μια γνωστική συμμετοχή, που δεν αντιτίθεται στην αφηρημένη ‘εκμετάλλευσης της ελεύθερης εργασίας’, αλλά που οργανώνεται σε σχέση με τις αόρατες αρχιτεκτονικές του μοιράσματος (που πρέπει να είναι πραγματικά ανοιχτές, συμμετοχικές και προσανατολισμένες στα κοινά), και ενάντια στους περιορισμούς στην ελευθερία που απαιτεί η αποκλειστική ιδιοκτησία.
Στο μακρο-επίπεδο και πάλι οι δικτυοκρατικοί καπιταλιστές μπορούν να είναι σύμμαχοι, στο μέτρο που συμμετέχουν στην ατζέντα για κοινωνικές πολιτικές που κινούνται προς την κατεύθυνση της προώθησης του μοιράσματος και της παραγωγής κοινών αγαθών (βλέπε τη στάση του Google για το ανοιχτό πρίσμα ως θετικό παράδειγμα σύγκλισης πολιτικής). Στο μέτρο, όμως, που θέλουν να περιφράξουν την ανοιχτή πρόσβαση τα συμφέροντα αποκλίνουν.
4.
Για να ανθίσουν, τα μέλη των κοινοτήτων που μοιράζονται και οι υποστηρικτές της σφαίρας των κοινών χρειάζονται τρία πράγματα:
1) Ανοιχτό και ελεύθερο ακατέργαστο υλικό έτσι ώστε να μπορεί να προκύψει παραγωγή. Οι κοινότητες καταναλωτών/παραγωγών θα ευνοήσουν προσεγγίσεις όπως ελεύθερο λογισμικό, ανοιχτό περιεχόμενο, ανοιχτή πρόσβαση κλπ.
2) Το χαμηλότερο δυνατό όριο συμμετοχής, έτσι ώστε κάθε κίνητρο, κάθε συμμετοχή, να μπορεί να γίνει δυνατή και παραγωγική.
3) Να προστατεύουν τα κοινά αγαθά που προκύπτουν από ιδιωτική ιδιοποίηση, πράγμα που απαιτεί προσοχή για τις συγκεκριμένες απαιτήσεις αδειών και εγρήγορση ενάντια στις στρατηγικές ιδιοποίησης, για παράδειγμα την a priori εκχώρηση δημιουργικών δικαιωμάτων στους κατόχους πλατφορμών.
Όλα αυτά απαιτούν μια γνωστική συμμετοχή, μια έξυπνη αντιμετώπιση για τα συγκλίνοντα και αποκλίνοντα συμφέροντα, και όχι μια αυτόματη αντίθεση στους κατόχους πλατφορμών.
Οι κάτοχοι πλατφορμών του κοινωνικού web ακολουθούν μια διπλή λογική. Από τη μια πλευρά, χρειάζονται ικανά επίπεδα ανοιχτής πρόσβασης για να προκύψει μοίρασμα, ενώ επιχειρούν επίσης μερικές περιφράξεις για να διαθέσουν εμπορεύσιμες ανεπάρκειες. Αυτή η ανταγωνιστική λογική αποτελεί σημείο έντασης και οι κοινότητες συνειδητών χρηστών μπορούν να διασφαλίσουν ότι η ανοιχτή πρόσβαση είναι πρωταρχική και δεν επηρεάζεται από ιδιοκτησιακές λογικές.
Το κοινωνικό web μπορεί να είναι απλώς ένα μεταβατικό στάδιο. Είναι αποτέλεσμα της σχετικής αδυναμίας των κοινοτήτων μοιράσματος, αλλά καθώς οι ισχυρότερες, προσανατολισμένες στα κοινά, κοινότητες πολλαπλασιάζονται, μπορούν να δημιουργήσουν νέες διανεμημένες και ανοιχτές αρχιτεκτονικές που ενδέχεται τελικά να εκτοπίσουν τις ιδιόκτητες πλατφόρμες (παρόλο που αυτό δεν είναι βέβαιο). Αυτές οι δημιουργημένες από τα κοινά πλατφόρμες μπορούν/ ή θα μπορούσαν τότε να χρησιμοποιηθούν από τις κοινότητες μοιράσματος.
Η ανάγκη για κεφάλαιο που εκπροσωπούν αυτές οι πλατφόρμες δεν είναι μόνο μια αντικειμενική αναγκαιότητα, αλλά απορρέει από πολιτικές επιλογές που αφορούν τη σφαίρα των υποδομών, και από την έλλειψη εναλλακτικών λύσεων. Οι συγκεντρωτικοί διακομιστές, όπως αυτοί που χρησιμοποιεί η Google, μπορούν να αντικατασταθούν από πραγματικά διανεμημένα συστήματα μεταξύ ομότιμων, με κεφάλαιο που δημιουργείται από τους χρήστες, υποσκάπτοντας έτσι την αποκλειστική ανάγκη για ιδιόκτητες πλατφόρμες. Το κάλεσμα για ανοιχτά κοινωνικά γραφήματα, για ανοιχτές και διαλειτουργικές υποδομές, ενδέχεται να μειώσει σταδιακά τα κλειδώματα. Τότε, οι κάτοχοι πλατφορμών μπορεί να περάσουν από την εστίαση στη δημιουργία τεχνητών ανεπαρκειών στη δημιουργία πραγματικά προστιθέμενων αξιών, όπως συμβαίνει τώρα με το Linux και κάποια άλλα λογισμικά προγράμματα ανοιχτού κώδικα. Και πάλι, η συνειδητοποίηση της ανάγκης τέτοιων διανεμημένων υποδομών είναι θέμα γνώσης.
5.
Μερικές ‘μακρο-κοινωφελείς’ παρατηρήσεις για να ολοκληρώσουμε την παρέμβασή μας.
Ο καπιταλισμός, μολονότι μοιάζει να είναι πολύ ζωντανός, είναι ταυτόχρονα ένα ψόφιο άλογο. Η μακροπρόθεσμη συνέχιση ενός συστήματος ατέλειωτης ανάπτυξης σε περιορισμένο περιβάλλον είναι φυσικά και λογικά αδύνατη. Πιστεύω επίσης ότι η έμφαση σε έναν αντικαπιταλιστικό λόγο, μετά από διακόσια χρόνια αποτυχίας, είναι κατά τα φαινόμενα αντιπαραγωγική.
Συνεπώς, θα ήταν πιο ενδιαφέρον να σκεφτούμε πώς η ομότιμη παραγωγή, που πιστεύουμε ότι θα είναι στον πυρήνα του κοινωνικού νεωτερισμού και τη δημιουργία αξίας, θα διασταυρωθεί με τον κόσμο της φυσικής παραγωγής των προϊόντων σε ανεπάρκεια. Ή, με άλλα λόγια, πώς μπορούν ή πώς θα μπορούσαν τα κοινά να σχετιστούν με την αγορά, από τη στιγμή που αυτή θα έχει διαχωριστεί από την καπιταλιστική λογική της ατέρμονης ανάπτυξης;
Αυτό που θεωρούμε πιθανό είναι ότι η παραγωγή μεταξύ ομότιμων θα γίνει η κυρίαρχη λογική δημιουργίας αξίας, κι ότι αυτή η δημιουργία αξίας στο πεδίο της άυλη παραγωγής θα λάβει τη μορφή άφθονων και αναπαραγόμενων κοινών αγαθών ανοιχτής γνώσης, δηλαδή θα υπάρξει με τη μορφή χρηστικής και όχι ανταλλάξιμης αξίας.
Καθώς αυτή η λογική της αφθονίας δεν μεταφράζεται σε επίδοση ανεπαρκών φυσικών αγαθών, θα χρειαστεί να συνδυαστεί με άλλες μορφές επίδοσης ,μεταξύ των οποίων η αγορά, σε αυτό που πιστεύουμε και ελπίζουμε ότι είναι μια πλουραλιστική οικονομία σχημάτων ενημερωμένων από ομότιμους.
Για να φτάσουμε εκεί χρειάζεται ένα ισχυρό κοινωνικό κίνημα που συνδυάζει παράνομες και ανταγωνιστικές τακτικές όταν είναι απαραίτητο- μια εποικοδομητική προσέγγιση προς τη δημιουργία νέων μορφών κοινωνικής ζωής μέσα από υποδομές που διευκολύνουν, δηλαδή τη δημιουργία του νέου κόσμου μέσα στον παλιό και την απαραίτητη εμπλοκή με υπάρχουσες θεσμικές μορφές ενόψει της προσαρμογής τους σε νέες κοινωνικές ανάγκες. Ο κύριος στόχος είναι η ανατροπή της λογικής της ψευδο-αφθονίας στον φυσικό κόσμο και η δημιουργία τεχνητών ανεπαρκειών στον άυλο κόσμο. Σε αυτή τη φάση, πιστεύουμε ότι η έμφαση πρέπει να είναι στην κοσμο-κατασκευή, και σε αυτή την προσπάθεια εκείνοι που καθιστούν δυνατό τον κοινωνικό επιμερισμό και την παραγωγή κοινών αγαθών είναι σύμμαχοι των καταναλωτών/παραγωγών. Αυτό που χρειάζεται είναι μια συνεχής πίεση για ανοιχτή πρόσβαση, βασισμένη σε μια όλο και βαθύτερη γνώση συμμετοχής. Οι ανταγωνιστικές τακτικές είναι αναγκαίες όταν η δυνατότητα ελεύθερης συνεργασίας δέχεται επίθεση, ενώ η θεσμική εμπλοκή θα καταστεί δυνατή όταν το κοινωνικό κίνημα αγγίξει μια κρίσιμη μαζικότητα που δεν έχει ακόμη.
Η δημιουργία μιας νέας κοινωνικής τάξης δεν είναι ποτέ εύκολο πράγμα ούτε μια αυτόματη διαδικασία, αλλά η συστημική κρίση του σημερινού καθεστώτος, οι τεχνολογικές δυνατότητες του κοινωνικού web, και ο νέες δυνατότητες ύπαρξης και μάθησης για τις κοινότητες καταναλωτών/παραγωγών είναι ευοίωνες. Η δημιουργία μιας νέας κοινωνικής τάξης δεν είναι εύκολο πράγμα επειδή απαιτεί συνήθως μεταβατικές φάσεις. Σχετικά μ’ αυτό πιστεύουμε το εξής: επειδή καμιά κυρίαρχη τάξη δεν είναι εντελώς αυτοκτονική, τα προχωρημένα τμήματα της ελίτ συνειδητοποιούν ήδη την αναγκαιότητα μιας μείζονος μεταρρύθμισης προς τον πράσινο καπιταλισμό. Ένας τέτοιος πράσινος καπιταλισμός -ένας ουσιαστικά αντιφατικός όρος- θα χρειαστεί περαιτέρω βήματα σε ό, τι αφορά την ανοιχτή πρόσβαση, τη συμμετοχή και τη δημιουργία κοινών αγαθών, που θα δημιουργήσουν περαιτέρω προϋποθέσεις για την προώθηση της λογικής μεταξύ ομότιμων προς τον πυρήνα της δημιουργίας αξίας και ως πρωταρχική κοινωνική λογική.
Εάν οι απόψεις μας είναι σωστές, απαιτούνται νέοι τρόποι σκέψης, που δεν θα αποτελούν απλώς μια επανάληψη των παραδοσιακών επιχειρημάτων έναντι της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, αλλά θα απαιτούν τη συνεχή ενδυνάμωση των κοινοτήτων που στηρίζουν και αναπαράγουν το μολιρασμα και τα κοινά ως βασικών παραγόντων αυτής της κοινωνικής αλλαγής.
Σημείωση
Χρησιμοποιούμε τον όρο καταναλωτές/παραγωγοί (produSers) όπως τον ορίζει ο Axel Bruns, στο επερχόμενο βιβλίο του για το prosusage: ως την λογική πίσω από την ομότιμη παραγωγή.
Αφιέρωμα: read also, web 2.0
Ετικέτες: michel bauwens , p2p , web2.0 , εργασία , καπιταλισμός , κοινά αγαθά