Θωμάς Σιώμος – Ο κόσμος του «μετά» και τα κινήματα |
Την εναλλακτική «σημειωτική αντίσταση» του μεταμοντέρνου που αμφισβήτησε χαοτικά τις «μοντέρνες» μεγαλόστομες αυθεντίες (στα μέσα της δεκαετίας του 80 και σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 90) διαδέχτηκαν οι δια-θεματικές συλλογικότητες προθύμων πολιτών της δεκαετίας που διανύουμε. Κάποιες από αυτές τις συλλογικότητες, οι πιο ηχηρές, παίρνουν την μορφή κινήματος. Στο παρακάτω κείμενο εκφράζεται μια εκδοχή αυτής της διαδοχής. |
Από το μοντέρνο στο μεταμοντέρνο
Είναι δύσκολο σε κάποιον να αγνοήσει την τεράστια τομή στην παγκόσμια κοινωνική, ιδεολογική, νοητική και πολιτική πραγματικότητα που τα μεταμοντέρνα χρόνια έφεραν την τελευταία εικοσαετία. Μπήκε μια «τελεία και παύλα» στον κόσμο όπως τον ξέραμε και φανερώθηκε μια νέα αφετηρία για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Το μεταμοντέρνο σύμπαν είπαν όσοι το ασπάστηκαν είναι όλα όσα υπερβαίνουν το πλαίσιο των διαφωτιστικών ιδεών. Η εικόνα ενός τακτοποιημένου κόσμου που άλλοτε μοιάζει μπερδεμένος και άλλοτε γοητευτικός αντικαθίσταται από ένα πολύχρωμο καλειδοσκόπιο όπου χωράνε, τα ΜΜΕ, η καθημερινή ζωή, η ποπ μουσική, το ξόδεμα, η αναπαράσταση, η αισθητική, το σώμα, η ηθική, τα κινήματα, το παιχνίδι, οι τέχνες, η τυπογραφία, η αντίσταση με φαντασία, οι «ανοιχτές π(λ)ηγές» (OPEN SOURCE COMMUNITY), το κλείσιμο του ματιού στη ολοκαίνουργια νέα «γενναία εποχή». Αυτό που συνέβηκε με το μεταμοντερνισμό είναι ότι πρώτα υπήρξε και μετά ονομάστηκε, καταγράφηκε και αναλύθηκε ιδεολογικά και επιστημονικά, πρώτα συνέβηκε και μετά ακτινογραφήθηκε και ακτινογραφείται ακόμη. Μάλιστα ο Φρέντρικ Τζαίημσον το συγκρίνει με ένα εξίσου ισχυρό και δημοφιλές πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό φαινόμενο την Παγκοσμιοποίηση που είχε την ίδια πορεία, πρώτα υπήρξε και μετά ρυθμίστηκε και πλαισιοδοτήθηκε.
Ο μεταμοντέρνος άνθρωπος και η θέση του στον κόσμο
Ο Ζαν Φρανσουά Λυοτάρ υπογραμμίζει το γεγονός ότι στις μεταβιομηχανικές κοινωνίες η ανάπτυξη των τεχνολογιών και της πληροφορικής έχει ριζικά μετασχηματίσει τη «θέση του ανθρώπου στον κόσμο». Στις μοντέρνες κοινωνίες είχε εγκαθιδρυθεί μια οργανική σχέση ανθρώπου, σύμπαντος και φύσης όπου οι «μεγάλες μυθικές και θρησκευτικές αφηγήσεις» είχαν αναλάβει το ρόλο του εργαλείου προκειμένου ο άνθρωπος να ερμηνεύσει τον κόσμο. Στη θέση του «υποκειμένου» όμως δε βρίσκουμε το «ζωντανό άνθρωπο» με συγκεκριμένες ανάγκες, επιθυμίες, πάθη και μορφές αλλά την «υπερβατική» εκδοχή του: τον ιδεατό «μοντέρνο άνθρωπο».
Ο μεταμοντερνισμός επιδίωξε να επαναφέρει “την άνθρωπο” στη ζωντανή, δημιουργική και χειραφετημένη της εκδοχή. Φαντάστηκε μια γνωστική και βιωματική σχέση της ανθρώπου με τον κόσμο που «ενσωματώνει και την αισθητική τάση», υιοθετεί τον «πολυθεϊσμό των αξιών» και πάνω από όλα αναγνωρίζει την άνθρωπο ως «ζωντανή ομιλήτρια» που βιώνει την κρίση των μεγάλων αφηγήσεων της πολιτικής και της πίστης σε ένα κόσμο μεταβατικό, όπου ο καπιταλισμός γεύεται την «οξειδωτική» δράση των τεχνολογιών, της πληροφορικής και της γνώσης. Κατά αντιστοιχία των απόψεων του Μαξ Βέμπερ που τόνισε το γεγονός ότι οι «ασκητικές θρησκευτικές αξίες» του προτεσταντισμού δημιούργησαν ένα άνθρωπο ικανό να υπηρετήσει τις βιομηχανικές δομές κοινωνικής οργάνωσης οι μεταμοντέρνες ιδέες ανέλαβαν το έργο να «παράξουν» ανθρώπους ικανές να λειτουργήσουν σε ένα παράξενο και συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο. Το μεταμοντέρνο έχει χαρακτήρα «εμπειρικό, χαώδη και ανομοιογενή» και για αυτό ανατρεπτικό.
Ο κόσμος του «μετά» και η αντίσταση ως αυτοσκοπός
Η κριτική που ασκείτο στους κάθε είδους μεταμοντερνισμούς αφορά κυρίως στις «μεγάλες αρνήσεις» που χαρακτηρίζουν τον κόσμο του «Μετά». Άρνηση ενάντια της ολότητας, της τελεολογίας και της ουτοπίας όπου δεν υπάρχουν ούτε «αίτια», ούτε «αρχές» αλλά ούτε κάποια «κατεύθυνση προς ένα τέλος». Όπως λέει ο Dick Hebdige στον κόσμο των μεταμοντέρνων «δεν μένει τόπος να σταθείς να παλέψεις ή για τον οποίο μπορείς να παλέψεις να τον κατακτήσεις!» Οι μεταμοντέρνοι αδυνατούν να οραματιστούν μια ουτοπία, θέτουν ως κύριο μέλημα την άρνηση, «την διαφορά ως αυτοσκοπό!» Γυρίζοντας την πλάτη στο «υπερβατικό ανθρώπινο υποκείμενο» που προσβλέπει σε μια καθολική ανθρώπινη μοίρα και σε συλλογικούς ανθρώπινους στόχους παραμένουν σε μια «αντίσταση σημειωτική» που απλά διαπιστώνεται ή εκθειάζεται. Εγκαταλείπουν το βασικό στοιχείο του μοντερνισμού, την αντίθεση στους καταπιεστικούς κοινωνικούς και πολιτικούς σχηματισμούς και απογυμνώνονται ιδεολογικά.
Δεκαετία των μηδενικών και οι νέες συλλογικότητες
Τα νέα κοινωνικά κινήματα που ξεπήδησαν στη δεκαετία του 90 μοιάζουν να ορίζουν ένα «άλλο» δρόμο μεταξύ του μοντέρνου και μεταμοντέρνου τρόπου. Βαθιά επηρεασμένα από την προαγγελία του τέλους: της ιστορίας, της πολιτικής, της ιδεολογίας, του κόσμου όπως τον ξέραμε, δηλώνουν παρόντες και συμμετέχουν στην οικοδόμηση μιας νέας πραγματικότητας. Ξεκίνησαν από το Σηάτλ όπου αντιστάθηκαν στην ισχύ του αντιδημοκρατικού θεσμού του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, αμφισβήτησαν την νομιμοποίηση του, χρησιμοποίησαν το διαδικτυακό Independent Media Center για να διαδώσουν σε όλο τον κόσμο τα μηνύματα τους. Στη Γένοβα θρήνησαν τον πρώτο νεκρό σε διαδηλώσεις ενάντια στο κατεξοχήν αντιδημοκρατικό και υπεροπτικό μηχανισμό συνεργασίας των πλουσίων κρατών-εθνών του πλανήτη. Στη Φλωρεντία φιλοξενήθηκαν προκειμένου να επεξεργαστούν θέσεις και προτάσεις για το μέλλον του κόσμου και έδωσαν ραντεβού στο Πόρτο Αλέγκρε όπου συνεχίζουν να συναντιούνται. Στη Θεσσαλονίκη τον Ιούνιο του 2003 διοργάνωσαν την Αντι-Σύνοδο Κορυφής σε μια κίνηση εντονότερης πολιτικοποίησης των ζητημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο σύνθημα «οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη» μοιάζουν να μιλούν όχι για τον ιδεατό άνθρωπο των διαφωτιστικών διεκδικήσεων αλλά για τις ανθρώπους που έχουν σάρκα και οστά, για κάθε έναν από εμάς. Τοποθετούν στην απέναντι όχθη όχι την εξουσία, την παράδοση, την ιεραρχία ακόμη και το αόριστο κεφάλαιο αλλά κάτι πιο συγκεκριμένο: την κερδοφορία των επιχειρήσεων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Με τη μεταμοντέρνα εμπειρία να είναι ακόμη νωπή ή και ζωντανή, οι πολίτες που συμμετέχουν στα κινήματα μοιάζει ότι αρχίζουν να διατυπώνουν σαφείς και ονοματισμένους στόχους. Δεν διεκδικούν αόριστα την κοινωνική αλλαγή ή την ισότητα, δεν επαναστατούν και δεν οραματίζονται τις ουτοπίες της δεκαετίας του ’60. Σοφοί και πραγματιστές, προσγειώνουν την αντίσταση στο καθημερινό, το απλό, το θεματικό. Αυτό που το μεταμοντέρνο μοιάζει να προσέφερε στα εναλλακτικά κοινωνικά κινήματα είναι ορμή, φαντασία και ρεαλισμό. Ώθησε τα νέα κινήματα να ανακαλύψουν την αντίσταση στο καθημερινό πεδίο της ανθρώπινης δραστηριότητας, (συνειδητή κατανάλωση, ποπ τέχνη κ.α.). Ο μεταμοντερνισμός όπλισε τα κινήματα αυτά με την κατάλληλη και απαραίτητη γνώση των πολιτιστικών παραμέτρων που είναι ικανές να αποτελέσουν πεδία δράσης και διεκδίκησης. Την περιγραφική αισθαντικότητα του μεταμοντερνισμού έντυσε η πραγματιστική αποτελεσματικότητα των κινημάτων όπου το «σύνολο» και η συλλογική δράση δεν έχει την έννοια της πειθαρχίας και τη κοινής επιδίωξης. Δεν είναι εκεί για να απαιτήσει την υποταγή των πολιτών σε ένα κοινό στόχο αλλά για να οικοδομήσει έναν ελάχιστο τόπο ελευθερίας που θα στεγάσει του πρόθυμους. Τα κινήματα μοιάζουν να επιδιώκουν την αφετηριακή θέσπιση ενός χώρου όπου όλα είναι υπό διαπραγμάτευση και συζήτηση. Οι ιδεοληπτικές εμμονές και το αλάθητο των συστημάτων σκέψης του παρελθόντος αναχωρούν και δίνουν την θέση τους στα «μπλοκ» που μπορούν να αμφισβητήσουν τα πάντα ακόμη και τον ίδιο το εαυτό τους αλλά σε καμιά περίπτωση δεν θα αμφισβητήσουν την πρωταρχική σημασία που έχει η άνθρωπος για τον κόσμο και τον πλανήτη.
Διαβάστε ακόμα
Ο μεταμοντερνισμός και η κριτική του – πηγές
Αφιέρωμα: κοινωνικά κινήματα, πρόσφατα άρθρα
Ετικέτες: ακτιβισμός , θωμάς σιώμος , μεταμοντερνισμός , ΠΚΦ