Roberto Verzola – Συζητήσεις για την πειρατεία: Θέμα ηθικής ή εθνικού συμφέροντος; |
Όσοι χρησιμοποιούν τον όρο “πειρατεία” αντί για τον κατάλληλο νομικό όρο “παραβίαση” για να περιγράψουν την αντιγραφή, χωρίς άδεια, υλικού προστατευμένου με κοπυράιτ ή ευρεσιτεχνία κατέχουν πολύ καλά την τέχνη της προπαγάνδας. Γνωρίζουν τη δύναμη της γλώσσας και της υποβολής. Με την πάροδο του χρόνου, έχουν καταφέρει να συνδέσουν την αντιγραφή με ανήθικες, εγκληματικές ή ακόμη και βάρβαρες πράξεις. Και το έχουν καταφέρει τόσο καλά που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και το κοινό αποδέχονται σε γενικές γραμμές την υπόθεση ότι η αντιγραφή προστατευμένου υλικού αποτελεί κλεψιά, κι ακόμη χειρότερα, πειρατεία. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι στο μέλλον θα προχωρήσουν περισσότερο, συνδέοντας την παραβίαση με την τρομοκρατία.
Στην πραγματικότητα, μια εντελώς διαφορετική ηθική προοπτική μπορεί να αιτιολογηθεί, έστω κι αν είναι για να δείξει το άλλο άκρο ενός ολόκληρου φάσματος στάσεων που μπορούν να υιοθετηθούν σε σχέση με το μοίρασμα, προστατευμένου ή μη, υλικού με άλλους.
Για μια τέτοια προοπτική, μπορούμε να υιοθετήσουμε ως σημείο εκκίνησης το ακόλουθο βιβλικό απόσπασμα:
Εκείνες τις μέρες που υπήρχε πάλι ένα μεγάλο πλήθος που δεν είχε τίποτα να φάει, κάλεσε τους μαθητές του και είπε: “Η καρδιά μου πονάει για το πλήθος, γιατί εδώ και τρεις μέρες είναι μαζί μου και δεν έχουν τίποτα να φάνε. Εάν τους στείλω πεινασμένους στα σπίτια τους, θα καταρρεύσουν στη διαδρομή και ορισμένοι απ’ αυτούς έχουν έρθει από μακριά”. Οι μαθητές του απάντησαν: “Πού μπορεί κανείς να βρει αρκετό ψωμί για να τους ικανοποιήσει, εδώ, σ’ αυτή την ερημιά;” Τους ρώτησε τότε: “Πόσα καρβέλια έχετε;” “Επτά”, απάντησαν. Διέταξε το πλήθος να κάτσει κάτω. Ύστερα, παίρνοντας τα επτά καρβέλια, τα ευλόγησε, τα έκοψε και τα έδωσε στους μαθητές του να τα μοιράσουν, και τα μοίρασαν στο πλήθος. Είχαν επίσης λίγα ψάρια. Τα ευλόγησε και διέταξε να τα μοιράσουν κι αυτά. Έφαγαν και ικανοποιήθηκαν. Μάζεψαν τα κομμάτια που περίσσεψαν- επτά καλάθια. Ήταν περίπου τέσσερις χιλιάδες άτομα.[1]
Η παραβολή αυτή περιγράφει τη γενναιόδωρη μοιρασιά τροφής που ως εκ θαύματος πολλαπλασιάζεται. Τι είναι η γνώση και η ενημέρωση αν όχι τροφή για το νου; Είναι τροφή που πράγματι πολλαπλασιάζεται καθώς μοιράζεται.
Όποτε μοιραζόμαστε αρχεία με βιβλία, βίντεο, μουσική, λογισμικό και γενικά ό, τι αποτελεί το ψωμοτύρι της μεταμοντέρνας κοινωνίας, κάνουμε εμείς οι ίδιοι το θαύμα με τα καρβέλια.
Στον απόηχο της βιβλικής παραβολής, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και ήρωας Τόμας Τζέφερσον (1743-1826) υποστήριξε ότι η γνώση, οι ιδέες και οι εφευρέσεις είναι από τη φύση τους φτιαγμένες για να μοιράζονται και δεν μπορούν να είναι “υποκείμενα ιδιοκτησίας”.[2]
“Εάν η φύση έχει κάνει κάτι που υπόκειται λιγότερο από όλα τα άλλα σε αποκλειστική ιδιοκτησία, είναι η δράση της διανοητικής δύναμης που ονομάζεται ιδέα, την οποία ένα άτομο μπορεί να κατέχει αποκλειστικά όσο την κρατάει για τον εαυτό του. Από τη στιγμή που αποκαλύπτεται, εισέρχεται στην κατοχή του καθένα και ο λήπτης δεν μπορεί να την αποβάλει. Ένα παράξενο χαρακτηριστικό της, επίσης, είναι ότι κανείς δεν κατέχει κάτι λιγότερο, επειδή όλοι την κατέχουν στο σύνολό της. Όποιος λαμβάνει μια ιδέα από μένα, λαμβάνει μια διδαχή χωρίς να μειώσει τη δική μου, όπως εκείνος που ανάβει το κερί του με το δικό μου, λαμβάνει φως χωρίς να με αφήνει στο σκοτάδι. Το γεγονός ότι οι ιδέες πρέπει να διαδίδονται από τον έναν στον άλλο ανά τον πλανήτη, για την ηθική και αμοιβαία διδαχή του ανθρώπου και τη βελτίωση της κατάστασής του, μοιάζει να έχει καλοπροαίρετα σχεδιαστεί από τη φύση που έκανε τις ιδέες, όπως τη φωτιά, να επεκτείνονται σε όλο το χώρο χωρίς να χάνουν σε πυκνότητα σε κανένα σημείο, και όπως τον αέρα όπου αναπνέουμε, κινούμαστε και έχουμε τη φυσική μας ύπαρξη, και δεν μπορεί να περιοριστεί ή να γίνει αντικείμενο αποκλειστικής ιδιοποίησης. Από τη φύση τους, λοιπόν, οι εφευρέσεις δεν μπορούν να είναι υποκείμενο ιδιοκτησίας.”
Το επιχείρημα ότι η γνώση ήταν καλοπροαίρετα σχεδιασμένη από τη φύση” για να μοιράζεται, ενισχύεται από την άποψη ότι η κοινή χρήση και η ανταλλαγή της γνώσης- ή πιο αφηρημένα της επικοινωνίας- αποτελεί εγγενή ανάγκη κάθε ανθρώπινου όντος. Γεννιόμαστε με μια βιολογική προδιάθεση για τη γλώσσα. Οι πολιτισμοί μας προδιαθέτουν κάθε γενιά να μεταφέρει τα αποθέματα της γνώσης της στην επόμενη.
Μέσα από τα γονίδια και τους πολιτισμούς μας, είμαστε φτιαγμένοι για να μοιραζόμαστε.
Κάποιος μπορεί να αντιτάξει ότι οι άνθρωποι μοιράζονται μόνο όταν μπορούν να το κάνουν. Μπορεί να πει πως η αυτοσυντήρηση είναι μια αξία που προέχει της κοινής χρήσης. Το ένστικτο αυτό είναι ακόμη πιο βασικό, καθώς δεν συναντάται μόνο στα ζώα αλλά σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς. Πράγματι, η αυτοσυντήρηση μοιάζει να αιτιολογεί τον εγωϊσμό και τη συσσώρευση.
Ωστόσο, το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να αιτιολογήσει την ποινικοποίηση της παραβίασης, γιατί ισχύει μόνο για τα υλικά αγαθά που είναι από τη φύση τους ανταγωνιστικά. Όταν μοιράζεσαι ψωμί με έναν άλλον, σημαίνει ότι χάνεις μια μερίδα απ’ αυτό το ψωμί. Όταν μοιράζεσαι ένα ποτήρι νερό, σημαίνει ότι έχεις λιγότερο νερό για σένα. Είναι πράγματι πιο δύσκολο να μοιράζεσαι τόσο απτά πράγματα. Όταν ελάχιστη τροφή ή νερό είναι διαθέσιμα, τότε προέχει η αυτοσυντήρηση.
Δεν γεννάται όμως ανάλογο πρόβλημα με άυλα πράγματα όπως η πληροφορία και η γνώση. Όταν μοιραζόμαστε ένα αρχείο, δεν χάνουμε το αντίγραφό μας. Στην πραγματικότητα, όταν μοιραζόμαστε πληροφορίες και γνώσεις, καταλήγουμε να έχουμε περισσότερες πληροφορίες και γνώση απ’ ό, τι στην αρχή. Το θαύμα με το ψωμί και τα ψάρια στην έρημο αποτελεί ένα φυσικό γεγονός όταν πρόκειται για δυαδικά ψηφία και αρχεία στο Ίντερνετ.
Το ηθικό επιχείρημα μπορεί επίσης να στραφεί εναντίον χωρών και εταιρειών που ποινικοποιούν την ʺπειρατεία της πνευματικής ιδιοκτησίαςʺ, καθώς οι ίδιες είναι συχνά ένοχες για ʺπειρατεία διανοουμένωνʺ από τις φτωχές χώρες τις οποίες κατηγορούν για ʺπειρατείαʺ. Αποτελεί ρουτίνα για τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και άλλες πολύ ανεπτυγμένες οικονομίες, όπως και πολυεθνικές εταιρίες, η πειρατεία των καλύτερων γιατρών, νοσοκόμων, μηχανικών, επιστημόνων και άλλων επαγγελματιών από τις αναπτυσσόμενες χώρες. Από ηθική άποψη, είναι ένα χειρότερο είδος πειρατείας, επειδή εκείνοι που κάνουν πειρατεία διανοουμένων παίρνουν τα πρωτότυπα χωρίς να αφήνουν αντίγραφο, ενώ εκείνοι που κάνουν πειρατεία πνευματικής ιδιοκτησίας κάνουν απλώς αντίγραφα για τους ίδιους και αφήνουν τα πρωτότυπα.[3]
Το καλύτερο επιχείρημα ότι η “πειρατεία πνευματικής ιδιοκτησίας” δεν αποτελεί θέμα ηθικής ή ηθικών κανόνων είναι η στάση των Ηνωμένων Πολιτειών τον 18ο και 19ο αιώνα, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ακόμη μια αναπτυσσόμενη οικονομία και ενέχονταν σε μεγάλο βαθμό σ’ αυτή την πράξη. Οι ξένοι συγγραφείς δεν είχαν δικαιώματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, που αποτελούσαν τότε κέντρο πειρατείας βρετανικών βιβλίων και εκδόσεων. “Ως νέο έθνος, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήθελαν να έχουν την ελευθερία να δανείζονται λογοτεχνία και τεχνολογία από οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη”.[4] Ας δούμε τα επιχειρήματα της αμερικανικής Γερουσίας για την απόρριψη ενός νόμου για το κοπυράιτ το 1837:[5] “Μια συμφωνία για το κοπυράιτ θα φέρει υψηλότερες τιμές στα βιβλία και μικρότερες εκδόσεις”, οι τοπικοί εκδότες θα χάσουν μεγάλο μέρος της δουλειάς τους, “πολλοί περισσότεροι Άγγλοι {παρά Αμερικανοί} θα κερδίσουν”, το κοπυράιτ ποτέ δεν θεωρήθηκε από τα έθνη ως “ιδιοκτησία που βασίζεται σε προϊόντα ή εμπόρευμα.”
Στα παραπάνω επιχειρήματα, ανατυπωτές των Ηνωμένων Πολιτειών (σήμερα θα ονομάζονταν “πειρατές”), όπως οι Harpers και Careys, πρόσθεσαν:[6] οι ανατυπωτές παρέχουν στον αμερικανικό λαό χιλιάδες θέσεις εργασίας και φτηνά βιβλία που διαφορετικά θα ήταν πολύ ακριβά αν οι Βρετανοί συγγραφείς και εκδότες είχαν δικαίωμα ʺνα επιβάλουν τις δικές τους τιμές για τα βιβλία τουςʺ, τα διεθνή κοπυράιτ “ενθαρρύνουν το μονοπώλιο που δεν είναι ποτέ για το κοινό συμφέρον” και το κοπυράιτ δεν αποτελεί ʺαπόλυτη και φυσική ιδιοκτησίαʺ αλλά υπάγεται στο δημόσιο συμφέρον που “υπηρετείται καλύτερα μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού και των φτηνών ανατυπώσεων”.
Το γεγονός ότι τα υπέρ και τα κατά της πειρατείας είναι θέμα εθνικού συμφέροντος και όχι ηθικής, δείχνουν μερικά ακόμη παραδείγματα:
Οι κατασκοπευτικοί δορυφόροι των Ηνωμένων Πολιτειών θα μπορούσαν να κατηγορηθούν για πειρατεία στρατηγικών πληροφοριών από χώρες που δεν έχουν δυνατότητα δορυφόρων, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επέμεναν τότε ότι είναι δικαίωμά τους να στέλνουν δορυφόρους σε μεγάλα υψόμετρα και να φωτογραφίζουν οποιαδήποτε χώρα. Όμως, εάν μια χώρα που η τεχνολογία της τής επιτρέπει να στέλνει μόνο σκάφη χαμηλότερου υψόμετρου, έστελνε μερικά πάνω από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να τραβήξει ανάλογες φωτογραφίες, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι οι Ηνωμενες Πολιτείες θα τα κατέρριπταν.
Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες έστειλαν εμπορικούς δορυφόρους στο διάστημα για να εκπέμπουν προγράμματα βίντεο σε άλλες χώρες, ορισμένες χώρες με πιο συντηρητικούς πολιτισμούς διαμαρτυρήθηκαν για το ανάρμοστο περιεχόμενο των βίντεο. Επικαλούμενες την αρχή της “ελεύθερης ροής της πληροφορίας”, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέμειναν ότι είχαν δικαίωμα να εκπέμπουν αυτά τα προγράμματα. Σε πολλούς ανθρώπους άρχισαν τελικά να αρέσουν τα αμερικανικά βίντεο, χάρη σε αυτή την “ελεύθερη ροή πληροφορίας”. Όταν όμως οι άνθρωποι άρχισαν να πιάνουν αυτές τις δορυφορικές εκπομπές και να τις διανέμουν τοπικά μέσω μαγνητοταινιών, δίσκων και τοπικής καλωδιακής τηλεόρασης έτσι ώστε η υπόλοιπη χώρα να απολαμβάνει την ίδια “ελεύθερη ροή πληροφορίας”, οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να κατηγορούν τους ανθρώπους ότι λάμβαναν, αποκωδικοποιούσαν και αντέγραφαν εμπορικές εκπομπές χωρίς να πληρώνουν γι’ αυτές. Η “ελεύθερη ροή πληροφορίας” άνοιξε νέες αγορές για τα πολιτιστικά υλικά των Ηνωμένων Πολιτειών και η επακόλουθη “προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας” επέτρεψε στις αμερικανικές εταιρίες να αντλήσουν αξία από αυτά τα υλικά.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν σωστό να στέλνουν τους εθνοβοτανολόγους τους σε τροπικές χώρες για να μαθαίνουν από τους τοπικούς θεραπευτές. Οι πρώτοι αποκτούν την προαιώνια γνώση των δεύτερων που βασίζεται σε εκχυλίσματα φυτών και ζώων, και την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες αποκαλούν “κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας”. Όταν με τη σειρά τους οι χώρες αυτές αντιγράφουν αμερικανικά κείμενα για να αποκτήσουν αμερικανική γνώση, κατηγορούνται για πειρατεία. Οι βιολογικοί ερευνητές των Ηνωμένων Πολιτειών παίρνουν από τις αναπτυσσόμενες χώρες όλων των ειδών τους μικροοργανισμούς, φυτά και άλλες πηγές μονοπωλιακών ουσιών. Ωστόσο, όταν αυτές οι χώρες κατασκευάζουν ανεξάρτητα τα ίδια φάρμακα και άλλες εμπορικές φόρμουλες που έχουν αναπτυχθεί από αυτές τις ουσίες αλλά προστατεύονται τώρα από ευρεσιτεχνία, κατηγορούνται και πάλι για πειρατεία. Η εγχώρια γνώση και η βιοποικιλότητα είναι “κοινή κληρονομιά” επειδή αποτελούν ακατέργαστα υλικά για την φαρμακευτική και γονιδιωματική βιομηχανία των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά τα βιβλία, η μουσική, το λογισμικό, οι αλγόριθμοι, οι φαρμακευτικές φόρμουλες και τα ίδια τα γονίδια αποτελούν “πνευματική ιδιοκτησία”, επειδή οι αμερικανικές εταιρίες πρόλαβαν να κατοχυρώσουν δικαιώματα ιδιοκτησίας σε αυτά τα υλικά.
Με δυο λόγια, η απόκτηση πληροφορίας έχει πολύ προσεκτικά οριστεί και ρυθμιστεί: όταν είναι κακή για τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων ανεπτυγμένων χωρών, αποκαλείται “πειρατεία”, μολονότι μπορεί να είναι καλή για άλλες χώρες. Όταν είναι καλή για τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών, αποκαλείται “ελεύθερη ροή πληροφορίας” και “κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας”, μολονότι μπορεί να είναι κακή για άλλες χώρες.
Είναι καθαρά θέμα εθνικού συμφέροντος- η ηθική και οι ηθικοί κανόνες δεν έχουν καμιά σχέση μ’ αυτό. Οι πρόσφατες διαρροές του WikiLeaks δείχνουν ότι το εθνικό συμφέρον εξακολουθεί να κατευθύνει την πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών για υλικά προστατευμένα με κοπυράιτ και ευρεσιτεχνία,[7] ακόμη κι αν αναγκάζονται να χρησιμοποιούν ανήθικα μέσα για να το κάνουν.
Ποιο είναι λοιπόν το εθνικό συμφέρον μιας αναπτυσσόμενης χώρας; Να προστατεύει με κοπυράιτ και ευρεσιτεχνίες- όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη κάνουν σήμερα μέσω του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, των διμερών διαπραγματεύσεων και της ACTA (εμπορικής συμφωνίας για την καταπολέμηση της παραποίησης) – ή να διασφαλίζει και να προστατεύει την πρόσβαση των πολιτών της στη γνώση και τις τεχνολογίες;
Είναι κάτι που κάθε αναπτυσσόμενη χώρα πρέπει προσεκτικά να ορίσει η ίδια.[8]
Σημειώσεις
[1] New American Bible.Mark 8:1-9. Ελεύθερη μετάφραση. Βλ. http://usccb.org/nab/bible/mark/mark8.htm. (τελευταία πρόσβαση 23 Δεκ. 2010).
[2] Βλ. http://www.movingtofreedom.org/2006/10/06/thomas-jefferson-on-patents-and-freedom-of-ideas/ (τελευταία πρόσβαση 18 Ιαν. 2011).
[3] Για την πλήρη επιχειρηματολογία, βλ. Verzola, Roberto. 2004. Towards a Political Economy of Information. Constantino Foundation, Quezon City. Το πλήρες κείμενο είναι διαθέσιμο στο http://rverzola.files.wordpress.com/2008/01/infoeconomy-verzola.pdf (ελευταία πρόσβαση 18 Ιαν. 2011)
[4] Για την πλήρη υπόθεση, βλ. Barnes, James J. 1974. Authors, Publishers and Politicians: The Quest for an Anglo-American Copyright Agreement, 1815-1854. The Ohio State University Press, Ohio. Αυτό το βιβλίο πρέπει οπωσδήποτε να το διαβάσουν όσοι υποστηρίζουν τη φιλελευθεροποίηση της τοπικής πρόσβασης σε ξένες εκδόσεις και τεχνολογίες. Το πλήρες κείμενο είναι διαθέσιμο στο https://kb.osu.edu/dspace/bitstream/1811/6194/1/AUTHORS_PUBLISHERS_AND_POLITICIANS.pdf (τελευταία πρόσβαση 18 Ιαν.2011).
[5] Barnes, βλ. πιο πάνω, σ. 69-70.
[6] Barnes, βλ. πιο πάνω, σ. 235-236.
[7] Βλ., για παράδειγμα, Kinsella, Stephan “Intellectual Property Appears to Figure Prominently in WikiLeaks Cablegate”, 29 Νοεμβρίου 2010. http://c4sif.org/2010/11/intellectual-property-appears-to-figure-prominently-in-wikileaks-cablegate/ (τελευταία πρόσβαση 18 Ιανουαρίου 2011).
[8] Η Επιτροπή Παραγωγικότητας της αυστραλιανής κυβέρνησης φαίνεται ότι έκανε μια τέτοια προσεκτική μελέτη και κατέληξε ότι η συμπερίληψη της προστασίας πνευματικής ιδιοκτησίας σε εμπορικές συμφωνίες “συνεπάγεται ενδεχομένως ορισμένα κόστη και ρίσκα”. Βλ. http://www.pc.gov.au/projects/study/trade-agreements/report/media-release (τελευταία πρόσβαση 18 Ιανουαρίου 2011).
Αφιέρωμα: πειρατεία ως ακτιβισμός
Ετικέτες: Roberto Verzola , ηθική , ΗΠΑ , λογισμικό , μουσική , πειρατεία