David R. Witzling – Η πειρατεία και οι καπετάνιοι της βιομηχανίας |
Αν γίνει σωστά κατανοητή, η λέξη «πειρατεία» (όταν χρησιμοποιείται σε σχέση με την παράνομη διανομή εμπορικών προεγγεγραμμένων μέσων) σήμερα χρησιμοποιείται με ιδιαίτερα αλληγορική σημασία. Οι μεταφορές που περιβάλλουν αυτή τη χρήση έχουν τις ρίζες τους σε αρχές του εθιμικού δικαίου όπως «ο καρπός του μόχθου κάποιου», φέροντας μια διακριτή – και υπολογισμένη – προκατάληψη ενάντια σ’ αυτούς που ασχολούνται ή υπερασπίζονται τέτοιες δραστηριότητες.
1. Μια αντικρουόμενη αλληγορία
Η πειρατεία στην ανοιχτή θάλασσα κανονικά περιλαμβάνει τη στέρηση ενός τρίτου από κάτι πολύτιμο, και την φύλαξη αυτού του πράγματος μακριά από άλλους. Σήμερα βλέπουμε συχνά τους πειρατές να απαιτούν λύτρα σε αντάλλαγμα της απελευθέρωσης αυτού που έχουν παράνομα στην κατοχή τους, συχνά με τη βία ή με την απειλή της βίας.
Η συναισθηματική προκατάληψη που περιέχεται στη μεταφορική χρήση της λέξης «πειρατεία» κατά πολύ πηγάζει από μια φυσική αίσθηση εμπάθειας. Έχει σχηματιστεί βάσει των όρων του Χρυσού Κανόνα: Κανείς δε θέλει να είναι θύμα πειρατών, κι έτσι τα άτομα αποθαρρύνονται από το να θυματοποιούν άλλους με πειρατικές ενέργειες. Το νόημα είναι ότι η απόκτηση κι επαναδιανομή προεγγεγραμμένων εμπορικών μέσων είναι κατακριτέα γιατί στερεί αυτούς που έκαναν την εγγραφή από τα οφειλόμενα κέρδη τους.
Όσοι αποτελούν στόχο δίωξης εκ μέρους της βιομηχανίας είναι συνήθως άτομα που διανέμουν παράνομες εγγραφές: ίσως λαθρέμποροι – αλλά όχι πειρατές. Ό,τι αντιγράφουν αυτά τα άτομα – ή πιο συγκεκριμένα, ό,τι διανέμουν (αντί να συσσωρεύουν) – ξεκίνησε σαν μια νόμιμα αποκτηθείσα ανθρώπινη εγγραφή (παρά σαν ένα απτό πράγμα που αποσπάστηκε με τη βία από κάποιον άλλο).
Το σημείο κατά το οποίο ένα συγκεκριμένο αντίγραφο μιας συγκεκριμένης εγγραφής παύει να είναι νόμιμο συμβαίνει όταν ένα άτομο αποφασίζει να μοιραστεί μ’ ένα άλλο κάτι που θεώρησε απολαυστικό. Το να μοιραζόμαστε εκτιμάται θετικά ανάμεσα στους φίλους και στις σχέσεις, και το έχουμε διδαχτεί σαν αρετή από πολύ μικρή ηλικία. Οι εμπειρίες που μοιραζόμαστε επίσης συνιστούν τη βάση του πολιτισμού (και θα έπρεπε να κατέχουμε κάποια γενετική προσταγή να κατανοούμε τις υποκειμενικές εμπειρίες μας ως προς τις κοινές πολιτισμικές τεχνολογίες, όπως είναι οι γλώσσες της τέχνης και της μουσικής, της ποίησης, της αλληγορίας και του νόμου). Υπάρχει κάτι έντονα προσωπικό και βαθιά ανθρώπινο σ’ αυτό το είδος του μοιράσματος. Επίσης δημιουργεί σε πολλούς ανθρώπους χαρά το να μοιράζονται κάτι απολαυστικό με άλλους.
Η σχέση μεταξύ κάποιου που κάνει μια εμπορική εγγραφή για μαζική διανομή, αυτού που πληρώνει γι’ αυτή, αυτού που ρισκάρει, κι αυτού που κερδίζει, είναι «λεπτή» και με πολλούς τρόπους αντι-διαισθητική. Χάρη στους όρους υπό τους οποίους τα μουσικά γκρουπ συνήθως κάνουν συμβόλαια με τα στούντιο, σχετικά λίγα βγάζουν αρκετά κέρδη από τις πωλήσεις των άλμπουμ, εκτός ίσως στο βαθμό που ένα άλμπουμ χρησιμεύει για να διαφημίσει μια ζωντανή συναυλία ή να προωθήσει κάποιο άλλο επώνυμο προϊόν. Οι «πειρατές» λοιπόν, δεν κλέβουν απ’ αυτούς που θα κέρδιζαν από τον «καρπό του μόχθου τους». Αντίθετα, στα εμπορικά προεγγεγραμμένα μέσα το κέρδος που θα βγει είναι συνήθως γι’ αυτούς που συντηρούν ένα συγκεκριμένο σύστημα παραγωγής και διανομής που, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών, έχει εξελιχθεί σαν ένα κομμάτι του πολιτισμού με ολοένα αυξανόμενη επιρροή. Μέρος αυτής της επιρροής έχει να κάνει με την επιτυχία με την οποία ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν ασκήσει πιέσεις στις κυβερνήσεις να θεσπίσουν ευνοϊκές νομοθεσίες και πολιτικές.
Όπου υπάρχει κλοπή στη σύγχρονη «πειρατεία» είναι όταν βιομηχανικές εταιρείες χρησιμοποιούν την προσχεδιασμένη απαρχαίωση σαν μορφή εξαναγκασμού για να διαμορφώσουν αγορές και να επιβεβαιώσουν τη συνέχιση των κερδών. Οι δίσκοι βινυλίου ήταν πολύ δημοφιλείς για αρκετό καιρό. Στις τελευταίες δεκαετίες, μια γρήγορη διαδοχή από κασσέτες, οπτικά μέσα και διάφορες μορφές αρχείων έχουν χρησιμοποιηθεί για να κατοχυρώσουν τις συνεχόμενες πωλήσεις των παλιότερων δίσκων. Ο κύκλος των αναβαθμίσεων εξυπηρετεί παρόμοιο σκοπό στη βιομηχανία των λογισμικών. Το marketing δημιουργεί την λανθασμένη αντίληψη ότι αυτές οι αναγκαστικές πιέσεις είναι στην πραγματικότητα πρόοδος, ότι αυτή η πρόοδος θα συνεχίζεται επ’ αόριστον, και ότι επαναλαμβανόμενες επενδύσεις στις βιομηχανίες που διανέμουν αυτή την αέναη πρόοδο θα συνεχίσουν να αποφέρουν μερίσματα χωρίς φθίνουσες αποδόσεις. Η «Πειρατεία» ως εκ τούτου παρέχει ένα απλό μέσο για τα άτομα ώστε να εξαιρεθούν από δυσλειτουργικές και εκμεταλλευτικές συνθήκες της αγοράς.
Αν κάπου υπάρχουν λύτρα, αυτά είναι οι ζωές των καταναλωτών: το cloud computing και τα μοντέλα του λογισμικού – ως- υπηρεσία που αυτή τη στιγμή προβάλλουν στον ορίζοντα θα αξιώσουν από τους καταναλωτές να αγοράζουν πρόσβαση στο διαδίκτυο επ’ αόριστον για να «έχουν» τα προσωπικά τους δεδομένα ή τις εφαρμογές που αγοράζουν. Οι καταναλωτές θα μετατραπούν σε ψηφιακά αντίστοιχα των ενοικιαστών γεωργών. Ψηφιακά πρότυπα της τηλεόρασης όπως η διεπαφή HDMI προωθούνται ως πιο προχωρημένα από τους αναλογικούς προκατόχους τους, αλλά κυρίως ο στόχος τους είναι να αποκλείσουν τελείως τον αναλογικό εξοπλισμό από την αγορά. Ο στρατηγικός σκοπός πίσω από αυτή την ώθηση είναι να αποτρέψουν δήθεν την «πειρατεία» περιεχομένων με πνευματικά δικαιώματα, αλλά στην πράξη, είναι εξίσου πιθανό να αναχαιτίσουν τη νόμιμα προστατευμένη «δίκαιη χρήση». Το αποτέλεσμα είναι ότι νόμιμες μορφές πολιτισμικού διαλόγου λογοκρίνονται αδικαιολόγητα.
2. Μια σύντομη ιστορία σχετικά με τον αλφαβητισμό των μέσων
Το 2007, βοηθούσα μια ομάδα μαθητών του δημοτικού να συλλάβουν, να παράξουν, και να εκθέσουν σύντομα video projects. Ήταν πολύ έμπειροι στη χρήση της βιντεοκάμερας και στο να βρουν πώς θα χρησιμοποιήσουν το λογισμικό επεξεργασίας, αλλά να τους διδάξω πώς να δουν το τέχνασμα πίσω από την τέχνη των κινούμενων εικόνων αποδείχτηκε αληθινή πρόκληση. Τεχνικές σαν το κινηματογραφικό μοντάζ, για παράδειγμα, είναι ταυτόχρονα τόσο φανερές και όμως τόσο ανεπαίσθητες που είναι εύκολο για κάποιον που έχει μεγαλώσει περικυκλωμένος από κινηματογραφικές ταινίες να προσπεράσει τη σκοπιμότητα τέτοιων συμβάσεων.
Για να βοηθήσω τους μαθητές μου να κατανοήσουν το τέχνασμα των συμβατικών κινηματογραφικών ταινιών, οργάνωσα μια εργασία που εκτεινόταν σε πολλαπλές συναντήσεις στην τάξη. Οι μαθητές θα αντέγραφαν τις αγαπημένες τους τηλεοπτικές διαφημίσεις στο σπίτι και έπειτα θα έφερναν τις εγγραφές στο σχολείο για συζήτηση. Αφού συζητούσαμε τις διαφημίσεις ως προς τη δομή, το περιεχόμενο και το ύφος, οι μαθητές θα ξαναέγραφαν τις διαφημίσεις με το δικό τους γλωσσικό ιδίωμα, με κάποιο τρόπο που θα μπορούσε να βιντεοσκοπηθεί στο σχολείο. Οι μαθητές ύστερα θα έκαναν την παραγωγή των επανεκδόσεών τους.
Και τότε μου ήρθε στο μυαλό ότι αυτή η εργασία ήταν εξ ολοκλήρου αδύνατον να πραγματοποιηθεί. Και ξαφνικά κατάλαβα ότι αυτό που την έκανε αδύνατη ήταν ένας τεχνολογικός περιορισμός που δεν υπήρχε στην τεχνολογία της προηγούμενης δεκαετίας. Το 2007, πολύ λίγες οικογένειες είχαν VCR στα νοικοκυριά τους. Πάρα πολλά νοικοκυριά όμως είχαν DVD players – που δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν νέες εγγραφές. Το DVD – παρουσιασμένο από το βιομηχανικό marketing σαν ανώτερο της αναλογικής βιντεοκασέτας – μετέτρεψε το σπιτικό βίντεο σε μια αυστηρά καταναλωτική τεχνολογία, αντίθετα με τον πιο ευέλικτο προκάτοχό του, το VCR, που διεύκολυνε την ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των ατόμων.
Οι συμβατικοί υπαινιγμοί της «προόδου» υπονοούν ότι τα καινούρια προϊόντα είναι πιο εξελιγμένα και θα έπρεπε να παρέχουν μεγαλύτερη λειτουργικότητα ή να είναι κάπως πιο ευπροσάρμοστα από τους προκατόχους τους. Κι όμως να μια συνηθισμένη περίπτωση όπου η εμφανώς χρήσιμη δυνατότητα να κάνει κάποιος νέες εγγραφές απαλείφθηκε στην πιο «προχωρημένη» επανάληψη ενός κοινού οικιακού προϊόντος.
Η ιδέα πίσω απ΄αυτή την εργασία ήταν απλή: πάρε αυτό που έχεις μέσα στο σπίτι σου – μια διαφήμιση της τηλεόρασης- κάτι που κυριολεκτικά στέλνεται μέσα στο σώμα σου κάθε λεπτό της κάθε ημέρας στη διαδρομή προς την απόκτηση κέρδους μιας εταιρείας, αυτό το πράγμα έχει κατασκευαστεί ρητά για να αναπαράγεται και να συζητείται –το οποίο μάλιστα διανέμεται και δωρεάν- και φέρε ένα αντίγραφο στην τάξη να το συζητήσουμε. Στη βάση των εμπειριών μου από την τεχνολογία στην διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας, αυτό θα όφειλε να ήταν απλό. Στη βάση της υποτιθέμενης τεχνολογικής προόδου που συντελέστηκε από τότε, αυτό δε έπρεπε να απαιτούσε να στέλνουμε μικρά παιδιά στο σπίτι με ακριβό εξοπλισμό του σχολείου.
3. Η τεχνητή έλλειψη είναι μια συνέπεια της μαζικής εμπορικής διανομής
Η μαζική διάδοση προεγγεγραμμένων μέσων αντιπροσωπεύει μια αλλαγή στον πολιτισμό ίσως της ίδιας τάξης με την εισαγωγή της γραφής ή της γλώσσας. Το περίπλοκο, αλληλοσυνδεόμενο κοινωνικό μωσαϊκό που εκπροσωπούν οι προεγγεγραμμένες τέχνες γίνεται ολοένα και περισσότερο το αντικείμενο ενός επιθετικού πολιτισμικού ιμπεριαλισμού: οι βιομηχανικές επιχειρήσεις στις δημοκρατικές κοινωνίες εξυπηρετούν μια παρόμοια λειτουργία όπως τα γραφεία σχεδιασμού στις συγκεντρωτικές οικονομίες. Συγκεκριμένα, όπου πρόκειται για τις προεγγεγραμμένες τέχνες αυτή η λειτουργία σχεδιασμού έχει να κάνει με τα βασικότερα στοιχεία του ίδιου του πολιτισμού. Επιπλέον, αυτός ο σχεδιασμός διεξάγεται από ισχυρές ιδιωτικές οντότητες, κι όχι από αυθόρμητη πρωτοβουλία ή δημοκρατική διακυβέρνηση.
Η προέλευση αυτής της συγκυρίας μπορεί να εντοπιστεί τουλάχιστον στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν το σύστημα των στούντιο εξελίχθηκε παράλληλα με τις τέχνες των προεγγεγραμμένων τεχνών σαν ένας τρόπος να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι που συνδέονται με την παραγωγή. Η κάθετη ενσωμάτωση έδωσε στα στούντιο τον έλεγχο των καλλιτεχνών, της παραγωγής, της διανομής και της έκθεσης. Αυτή η ποσότητα ελέγχου έκανε την αγορά πολύ περισσότερο προβλέψιμη: όχι τελείως προβλέψιμη, αλλά στα περιθώρια, αρκετά προβλέψιμη ώστε να κερδίσουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ορισμένες επιχειρήσεις αποστροφής κινδύνου (συχνά με επιπλέον μάρκετινγκ και δημόσιες σχέσεις, καθώς και με την εφεύρεση των «σταρ»). Μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα, η εποχή της κάθετης ενσωμάτωσης ήταν κατά πολύ πλήρης, με καθιερωμένες δυνάμεις μονοπωλίου να ελέγχουν τις μεγαλύτερες βιομηχανίες (και διατηρώντας αυτό το μονοπώλιο με τη συνεργασία των κυβερνήσεων).
Ίσως η μετά την κάθετη ενσωμάτωση περίοδος να περιγράφεται καλύτερα ως ολιγοπώλιο: μια στρατηγική συμβίωση δυνάμεων που είναι κοκκώδεις και μεταστατικές που δεν έχουν το περιθώριο να ανταγωνίζονται στην πραγματικότητα η μία την άλλη, αλλά που ασκούνται στο τέχνασμα του ανταγωνισμού για να προσδώσουν στον εαυτό τους την αύρα της νομιμότητας, και επιπλέον να δρέψουν καινούριες ιδέες όπου η τεχνητή έλλειψη εκτρέφει την καινοτομία (το οποίο πάει να πει: μεταξύ δυνάμεων που προσομοιάζουν στις μονοπωλιακές, η αποδοτικότητα είναι άσχετη γιατί οι πόροι είναι κυριολεκτικά απεριόριστοι).
Η σπανιότητα του χρυσού είναι η προέλευση της αξίας του: η ζήτηση έχει τεράστια σχέση με τη διαθεσιμότητα της προμήθειας. Για προϊόντα όπως τα εμπορικά προεγγεγραμμένα μέσα, που είναι ρητά κατασκευασμένα για μαζική παραγωγή, δεν έχει νόημα να μιλάμε για την αξία σαν μια λειτουργία της έλλειψης. Αυτό συμβαίνει με τόσα πολλά βιομηχανικά προϊόντα, όπου, χάρη στον όγκο των πρώτων υλών που αγοράζονται και της εκτεταμένης χρήσης του αυτοματισμού, το κόστος παραγωγής ανά μονάδα μπορεί να είναι αρκετά χαμηλό σε σχέση με την τιμή πώλησης.
Πολλές βιομηχανίες δημιουργούν τεχνητούς πόρους σχετικής έλλειψης (μέσω υψηλών τιμών, για παράδειγμα, ή με σειρές κατασκευής περιορισμένων εκδόσεων, ή συμφωνίες περιοριστικών αδειών) για να καθορίσουν το κόστος των προϊόντων τους στην αγορά (από το να στηρίζονται στα αυτορυθμιζόμενα χαρακτηριστικά του συστήματος τιμολόγησης, που μπορεί να είναι αρκετά απρόβλεπτα κάπόιες φορές). Η Disney, για παράδειγμα, δεν έχει όλο τον κατάλογό της σε κυκλοφορία, αλλά περιοδικά επαναδιαθέτει κλασσικούς τίτλους. Επειδή οι κλασσικοί τίτλοι της Disney είναι σημαντικά πολιτισμικά αγαθά, και η Disney μπορεί να χρησιμοποιήσει συμφωνίες αδειών κι εμπορευσιμότητας για να διαχειριστεί, από κάποιες απόψεις, τη μακροπρόθεσμη κοινωνική αντίληψη για τα προϊόντα της, υπάρχει ένα σχετικά προβλέψιμο κέρδος όταν επανακυκλοφορεί η «Σταχτοπούτα» σε βίντεο ή στο σινεμά.
4. Συλλογή, remix, ανακύκλωση και τα μπλουζ
Η αλληγορία της «πειρατείας» έχει σαν σκοπό να επηρεάσει τη στάση των ατόμων όπως το να περιορίσει ή αλλιώς να δεσμεύσει κάποιες κοινωνικές πρακτικές, αντιμετωπίζοντας τον πολιτισμό σαν αδαμαντωρυχείο και σαν μεταδοτική ασθένεια την ίδια στιγμή. Πράγματι, κάποιες απ’ αυτές τις κοινωνικές πρακτικές είναι παράνομες, αλλά σ’ αυτή την περίπτωση ο πιο ισχυρός κατήγορος έγραψε τους κανόνες του παιχνιδιού: οι νόμοι δεν εξυπηρετούν τις ανάγκες των ατόμων, αλλά μάλλον των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Τα κίνητρα των εταιρικών κερδών στρέφουν τις κυβερνήσεις ενάντια στους πολίτες. Όπως δείχνει ξεκάθαρα η συνεχιζόμενη κρίση, η ηθική και η νομιμότητα δεν ταυτίζονται πάντα (αν και συχνά υπάρχει ουσιαστική αλληλεπικάλυψη). Μερικές φορές οι νόμοι είναι ανήθικοι (όπως αυτοί που δίεπαν τη δουλεία στις πρώιμες ΗΠΑ).
Πολλές από τις συμπεριφορές που ενέχονται στην «πειρατεία» – ιδωμένες από ένα ελαφρώς διαφορετικό πλαίσιο – θεωρούνται ενάρετες. Η ανάπτυξη των παραδόσεων της Αμερικάνικης gospel μουσικής και των blues (κι επομένως της jazz και της rock) μπορούν, κατά μια σημαντική έννοια, να γίνουν κατανοητές από την άποψη μιας ακουστικής παράδοσης «ανακύκλωσης» και «σοφίας». Οι πρώτοι μουσικοί της jazz και των blues συχνά ανακύκλωναν ρυθμούς, μελωδίες και στίχους σαν κομμάτι μιας παρεκβατικής παράδοσης, ενσωματώνοντας γόνιμα αυτά τα δάνεια σε καινούριες συνθέσεις.
Καθώς εν μέρει οφείλεται στη βία του φυλετικού μίσους, η ακριβής προέλευση των blues είναι αδιευκρίνιστη. Η ίδια συστηματική διαγραφή της πολιτιστικής κληρονομιάς που ενέπνευσε τον Malcolm X κι άλλους Αφροαμερικανούς να αποποιηθούν τα επώνυμά τους επίσης τρέχει κάτω από την επιφάνεια των πιο επιτυχημένων προϊόντων της σύγχρονης μουσικής βιομηχανίας.
Οι ίδιες παραδόσεις της συλλογής (compilation), remix, και ανακύκλωσης που γέννησαν τα blues επίσης δημιούργησαν τη Βίβλο: Η Παλαιά Διαθήκη είναι εμφανώς ένα κείμενο που προέρχεται από συλλογή άλλων κειμένων, και τα τέσσερα Ευαγγέλια της κανονικής Καινής Διαθήκης βασίζονται σε προηγούμενες πηγές (όπως το Κοπτικό Ευαγγέλιο του Θωμά και η υποθετική πηγή Q).
Με απίστευτο (ή ειρωνικό) τρόπο, οι ίδιες παραδόσεις που δημιούργησαν μερικές από τις πιο σεβαστές μορφές έκφρασης του πολιτισμού μας είναι ουσιαστικά εκτός νόμου σήμερα- εκτός από τιε περιπτώσεις όπου επιχειρήσεις με τεράστιους πόρους μπορούν να ασκούν νομοθετική επιρροή για να διεκδικούν μεγαλύτερα μερίδια της δημόσιας σφαίρας.
Ό,τι διαισθάνεται ο καλλιτέχνης του remix – και μεταφέρει στο ακροατήριό του/της – είναι ότι η συλλογή, η σύνθεση, ο επανασυνδυασμός και η επαναδιανομή πολιτισμικών τεχνουργημάτων είναι αρχαίες και αξιοσέβαστες πρακτικές, που εμφανίζονται στα ίδια τα θεμέλια πολλών πολιτισμών. Οι πολιτισμοί εξαρτώνται από τις μοιρασμένες εμπειρίες, και είναι βαθιά προβληματικό για τον πολιτισμό το γεγονός ότι γίνεται ολοένα και περισσότερο ιδιόκτητος.
Αφιέρωμα: πειρατεία ως ακτιβισμός
Ετικέτες: David Witzling , remix , ελεύθερο λογισμικό , λογισμικό , πειρατεία , πνευματικά δικαιώματα
February 7th, 2011 at 20:15
[…] essay has also been translated into Greek, which sounds like the punchline to a joke about academic […]