ετικέτες


blogging claudia aradau creative commons facebook geert lovink michel bauwens olpc p2p trafficking Venanzio Arquilla web2.0 wikileaks wikipedia Γαλλία ΕΕ ΕΚΦ ΗΠΑ Λατινική Αμερική Μεγάλη Βρετανία ΟΗΕ ΠΚΦ Τουρκία ακτιβισμός ανθρωπισμός ανθρωπολογία ανθρώπινα δικαιώματα ανοικτές υποδομές ανοικτή πρόσβαση αραβικές εξεγέρσεις αριστερά αρχιτεκτονική ασφάλεια βασίλης κωστάκης βιοτεχνολογία δημιουργικότητα δημοκρατία δημόσια αγαθά δημόσιοι χώροι διανεμημένη-ενέργεια διαφάνεια εθνικισμός εκπαίδευση ελεύθερα δεδομένα ελεύθερο λογισμικό ελλάδα ενέργεια επισφάλεια εργασία ηθική θεωρία δικτύων θρησκεία θυματοποίηση ιταλία καθημερινή ζωή καινοτομία καπιταλισμός κλιματική αλλαγή κοινά αγαθά κοινωνία πολιτών κοινωνική δικαιοσύνη κοσμοπολιτισμός κρίση αντιπροσώπευσης λαϊκισμός λογισμικό λογοδοσία μετανάστες μετανθρωπισμός μη-γραμμικότητα μη πολίτες μουσική νέα μέσα νέλλη καμπούρη νεοφιλελευθερισμός ντιζάιν οικολογία οικονομικές στατιστικές οικονομική κρίση παγκοσμιότητα πειρατεία πνευματικά δικαιώματα πολιτισμικές διαφορές πρόνοια πόλεις σεξουαλική εργασία σοσιαλδημοκρατία σοσιαλισμός συλλογική νοημοσύνη συμμετοχική δημοκρατία συμμετοχική κουλτούρα συνεργατική γνώση σύνορα τέχνη ταχύτητα υπηκοότητα φιλελευθερισμός φύλο χαρτογράφηση χρέος χώρος ψηφιακά δικαιώματα

Re-public στο

José Fernandez Santillán – Μια επανεξέταση του τρίτου δρόμου


José Fernandez Santillán

Υπάρχουν σήμερα μεγάλες προκλήσεις σε διεθνές επίπεδο: η οικονομική κρίση, οι πόλεμοι στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, η δυνητική ενδόρρηξη του Πακιστάν, μια πιθανή σύρραξη με το Ιράν, η κλιματική αλλαγή, η πρόκληση της ανάδειξης δυνάμεων, όπως η Κίνα και η Ινδία, και το δίλλημα της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή. Υπάρχουν όμως και εσωτερικά ζητήματα που εκκρεμούν: το πρόβλημα της μετανάστευσης, το σύστημα υγείας, αποφάσεις σε σχέση με την οικονομική πολιτική και οι προκλήσεις της παιδείας.



Φαίνεται ότι από αυτή την ατζέντα η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική απουσιάζουν, δηλαδή δεν εμφανίζονται στις προτεραιότητες των Ηνωμένων Πολιτειών. Πράγματι, καμία από τις χώρες μας δεν αποτελεί άμεση πρόκληση για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Εντούτοις, ο Abraham Lowentha θεωρεί ότι η Λατινική Αμερική αποτελεί και σήμερα ένα σημαντικό ζήτημα για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις λόγοι: 1) η δημογραφική αλληλεξάρτηση που προκύπτει από την μαζική μετανάστευση δημιουργώντας αυτό που έχει ονομαστεί η «δια-οικιακή» πρόκληση, 2) τα εμβάσματα που προέρχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πληθυσμοί που διαπερνούν τα σύνορα, οι συντάξεις κινήτρων και θέματα, όπως η υγεία και η παιδεία, που δεν σταματούν μπροστά σε τελωνειακούς και μεταναστευτικούς ελέγχους, 3) η σημασία της περιοχής ως αγοράς για τις εξαγωγές των ΗΠΑ και, αντίστοιχα, η τροφοδοσία της χώρας με προϊόντα ζωτικά για την αμερικάνικη οικονομία και πηγές πίστωσης, 4) η παρουσία αξιών που μοιράζονται οι λαοί της Βόρειας Αμερικής και της Λατινικής Αμερικής, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και μια ικανή δημοκρατική κυβέρνηση.


Αυτός είναι ο κανόνας που οφείλω να υπογραμμίσω εδώ: οι δημοκρατικές αρχές που μοιραζόμαστε οι κοινωνίες που έχουμε εγκατασταθεί στην Αμερικάνικη ήπειρο πέρα από φυλετικές και θρησκευτικές διαφορές και διαφορετικές οικονομικές συνθήκες.


Υπάρχει, ωστόσο, μια σημαντική διευκρίνιση που πρέπει να γίνει: Το γεγονός ότι σήμερα επικρατεί η δημοκρατία σαν βασική πολιτική αξία στη Λατινική Αμερική,την οποία μοιραζόμαστε με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνούμε πως κατά τη διάρκεια μεγάλου μέρους του εικοστού αιώνα, η δημοκρατία δεν ήταν ο κανόνας για τις χώρες μας. Ο δρόμος που ακολουθήσαμε ήταν είτε η διαιώνιση των δικτατοριών από την πλευρά των επιλογών της δεξιάς ή αυτός της αναπαραγωγής του μοντέλου του αυταρχικού σοσιαλισμού από την πλευρά της αριστεράς. Στις αρχές της δεκαετίας του εβδομήντα, όπως ειπώθηκε τότε, η Λατινική Αμερική αντιμετώπιζε το δίλημμα: φρανκισμός ή σοσιαλισμός; Η δημοκρατία δεν αποτελούσε μέρος της ηπειρωτικής ατζέντας. Γι΄αυτό, είναι σημαντικό να θυμόμαστε τον τρόπο με τον οποίο η λατινοαμερικάνικη δημοκρατία εξελίχθηκε παρά τις τεράστιες εσωτερικές κι εξωτερικές δυσκολίες.


Ούτε κρατισμός, ούτε νεοφιλελευθερισμός


Το όραμα αυτού που, γενικά, είναι γνωστό σαν ο τρίτος δρόμος, αντίθετα με τον ‘ανταγωνισμό’ της τεχνοκρατικής δεξιάς, προτείνει την ιδέα μιας συσσώρευσης που θέλει να υποστηρίξει και να συνδέσει αρμονικά την προσπάθεια των ατόμων. Δεν είναι ούτε ο σκληρός και καθαρός κολεκτιβισμός του «πραγματικού σοσιαλισμού», ούτε ο ατομικισμός μέχρι εσχάτων του «πραγματικού φιλελευθερισμού». Ο τρίτος δρόμος αποπειράται να σφυρηλατήσει μια διαφορετική σχέση ανάμεσα στο άτομο και στην κοινωνία, προτείνοντας μια αμοιβαία ανταλλαγή μεταξύ των ατομικών δικαιωμάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης.


Ο εγωϊσμός, η απουσία κοινωνικής ιδιοκτησίας και η αποστασιοποίηση προωθήθηκαν, συνειδητά, από τον θατσερικό φιλελευθερισμό. Η απάθεια οδήγησε το άτομο να νιώσει ξένο προς την κοινότητά τους. Με τον ίδιο τρόπο, η αίσθηση κοινωνικής ενσωμάτωσης χάθηκε καθώς οι ανισορροπίες στη διανομή του πλούτου πήραν αβυσσαλέες διαστάσεις.


Αυτός που έχει θεωρηθεί σαν ένας από τους πιο σημαντικούς ιδεολόγους του τρίτου δρόμου, ο Άντονυ Γκίντενς, έχει αναφέρει δύο μορφές απάθειας και αποκλεισμού που προέρχονται από το νεοφιλελευθερισμό. Η μία, από εκείνους που βρίσκονται στο κάτω μέρος της κοινωνικής σκάλας, περιθωριοποιημένοι από τις ευκαιρίες της κοινωνικής ανόδου. Η άλλη, από αυτούς που βρίσκονται στην κορυφή, με το που κάνουν στην άκρη οικειοθελώς για να εγγυηθούν την ασφάλεια και τα προνόμιά τους. Ο τρίτος δρόμος προτείνει να διορθωθούν αυτές οι απάθειες και οι αποκλεισμοί για να ανακτηθεί η αίσθηση της ενσωμάτωσης και κοινωνικής ιδιοκτησίας μέσω μιας ισότητας ευκαιριών: Είναι η ηθική ευθύνη να δημιουργηθεί μια δίκαιη κοινωνία σαν κι αυτή για την οποία έχουν μιλήσει ο Τζον Ρόουλς και ο Σαλβατόρε Βέκα.



Βεβαίως, μιλώντας για αναδιανεμητική δικαιοσύνη, οφείλουμε να πούμε πως ένα από τα θέματα που προκύπτουν συνεχώς στους θεωρητικούς του νεοφιλελευθερισμού, ο Ρόμπερτ Νόζικ είναι ένας από αυτούς, ήταν η απόρριψη της ιδέας να συμπορευτούν η ατομική ελευθερία με την κοινωνική ισότητα. Αντίθετα, συγγραφείς ταυτισμένοι με τον τρίτο δρόμο, όπως ο Μπρους Άκερμαν, έχουν αντικρούσει αυτή την υπόθεση: «Εμείς απορρίπτουμε εμφατικά την ιδέα να υπάρχει μια άτεγκτη απόσταση μεταξύ της ελευθερίας και της ισότητας. Η κοινωνία των εταίρων (Stakeholder Society) υπόσχεται περισσότερα από αυτές τις δυο.» Οπότε, το κλειδί του τρίτου δρόμου βρίσκεται στη στενή σύνδεση ανάμεσα στην ατομική ελευθερία και στην κοινωνική ισότητα. Μια αρμονική σύνδεση ανάμεσα στον φιλελευθερισμό και στο σοσιαλισμό.


Η νεοφιλελεύθερη απόρριψη της κοινωνικής δικαιοσύνης υπήρξε επιδέξια αναμεμειγμένη με την περιφρόνηση για τον λαϊκισμό και τον κρατισμό. Οι νεοφιλελεύθεροι θέλησαν να ρίξουν την κοινωνική δικαιοσύνη στο ίδιο καζάνι με τον κρατισμό και το λαϊκισμό. Ωστόσο, ο λαϊκισμός και ο κρατισμός δεν είναι το ίδιο πράγμα. Ούτε η έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι σύμφυτη με το κρατικιστικό μοντέλο. Η λύση είναι να παραδεχτούμε ότι κάθε άτομο, σε οικονομικούς όρους, έχει να φέρει εις πέρας ένα δίκαιο κάλεσμα όχι μόνο προς το Κράτος αλλά και στην κοινωνία στο σύνολό της. Το μοντέλο ανάπτυξης του τρίτου δρόμου προωθεί, ταυτόχρονα, την ιδιωτική πρωτοβουλία και την κοινωνική ισότητα. Να υπάρχει μια κοινωνική ισότητα σημείων εκκίνησης για να μη βρεθεί κανείς θιγμένος από την κοινωνική απομόνωση για μπορέσει αργότερα να ξετυλίξει τις ίδιες του τις κοινωνικές ικανότητες.
Με τον ίδιο τρόπο που υπάρχει το πολιτικο – νομικό κριτήριο «μια ψήφος για κάθε πολίτη», οφείλει να υπάρχει η οικονομική γραμμή ότι όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν τους καρπούς της κοινωνικής συνεργασίας. Η υλική ισότητα είναι αναγκαία για να γίνει η πολιτική ισότητα κάτι περισσότερο από ένα φορμαλιστικό αξίωμα.


Η δίκαιη κοινωνία θα ανθίσει εκεί όπου υπάρχει εγγύηση για ισότητα σε όλο το μήκος του κύκλου της ζωής για κάθε άτομο ανεξάρτητα από την κοινωνική του κατάσταση, φυλή, πίστη ή μορφωτικό επίπεδο. Αυτή η δίκαιη κοινωνία συντίθεται από την κατανόηση, την ένταξη, τη ιδιότητα του μέλους που έχει κάθε άτομο στην κοινωνία. Η κοινωνία εταίρων είναι μια κοινωνία στην οποία όλα τα μέλη της πρέπει να έχουν χώρο έκφρασης.


Η σύλληψη της κοινωνίας εταίρων μπορεί να οριστεί, συνεπώς, με διάφορους τρόπους: «παραχώρηση εξουσίας κι αξιοπρέπειας σε όλους», «να δοθεί η ευκαιρία στον καθένα να σηκωθεί για να βοηθήσει ώστε η κοινωνία να ανακάμψει», «να προσφερθούν τα βασικά σε όλους για να εργαστούν για το δικό τους καλό αλλά και για το καλό της κοινωνίας όπου ανήκουν». Η προϋπόθεση είναι να υπάρχει μια αφοσίωση ουσιαστική των πολιτών στην κοινωνία για να κάνουν την ένταξη πραγματικότητα.


Από την προοπτική του τρίτου δρόμου έχει υπάρξει επιμονή για το γεγονός ότι το έθνος-κράτος είναι απαραίτητο ως σταθεροποιητική δύναμη για να αναλάβει τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης, τις οικονομικές διακυμάνσεις, την εμφάνιση μη συμβατικών στρατιωτικών δράσεων. Με παρόμοιο τρόπο, δίνεται έμφαση σε μια αρχή που μέχρι τώρα δεν είχε ληφθεί αρκούντως υπ΄όψη, κι αυτή είναι, η κοινωνία των πολιτών.


Ο Τοντ Λίντμπεργκ έχει δίκιο όταν λέει: «Αυτό το κίνημα που ίδρυσαν τα κόμματα της κεντροαριστεράς σε διεθνές επίπεδο είναι το πιο σημαντικό γεγονός που καταγράφηκε στη δεκαετία του ογδόντα. Αυτά, τα κόμματα της κεντροαριστεράς, αποφάσισαν να θάψουν τους παλιούς αταβισμούς τους και κατέκτησαν, με αυτόν τον τρόπο, την εξουσία και την κυβέρνηση». Αυτή η εξέλιξη ήταν προϊόν μιας δουλειά αυτοκριτικής σε βάθος.


Ένα κείμενο του 1999 με τον τίτλο Ευρώπη: Ο Τρίτος Δρόμος και υπογεγραμμένο από τους Tony Blair και Gerhard Schroeder αρχίζει με τον ακόλουθο τρόπο: «Οι σοσιαλδημοκράτες κυβερνούν σχεδόν όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτοί βρήκαν εκ νέου αποδοχή χάρη στην οποία, ενώ διατήρησαν τις πρωτογενείς αξίες τους, ξεκίνησαν ένα μονοπάτι ανανέωσης των ιδεών και των προγραμμάτων τους. Αυτή η καινούρια συναίνεση κατακτήθηκε γιατί προώθησαν όχι μόνο την κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά επίσης τον οικονομικό δυναμισμό, τη δημιουργικότητα και την ανανέωση.”


Αυτή η προσπάθεια ανανέωσης της σοσιαλδημοκρατίας δεν περιορίστηκε σε μερικές, λίγες, πολιτικές προσωπικότητες. Μοιάζει σαν ένας συνεχιζόμενος αγώνας: που συνεχίζεται με την ανάληψη από τον Γκόρντον Μπράουν της εργατικής κυβέρνησης του Μπλερ, ή την άνοδο του Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο στην ηγεσία του Ισπανικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος.


Η κρίσιμη ερώτηση όμως θα έπρεπε να είναι: τι σχέση έχει η Λατινική Αμερική με όλα αυτά; Η απάντηση είναι προφανής: έχει μεγάλη σχέση γιατί μετά από μια περίπλοκη και μακρόχρονη διαδικασία μετάβασης που συνδυάστηκε αντιφατικά με την εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, τώρα το μεγαλύτερο μέρος των χωρών της περιοχής κυβερνούνται από την αριστερά. Πολλές κεντροαριστερές κυβερνήσεις στην Λατινική Αμερική προχώρησαν στα δικά τους πειράματα με το μοντέλου του τρίτου δρόμου: ο Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα στη Βραζιλία, η Μισέλ Μπατσελέτ στη Χιλή, η Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρχνερ στην Αργεντινή, ο Άλαν Γκαρσία στο Περού, ο Ραφαέλ Κορρέα στον Ισημερινό, ο Όσκαρ Αρίας στην Κόστα Ρίκα, ο Άλαβαρο Κολόμ στη Γουατεμάλα, ο Λεονέλ Φερνάντες, στη Δομινικανή Δημοκρατία.


Ο τρίτος δρόμος και η Λατινική Αμερική


Στην τωρινή ατζέντα των σχέσεων Λατινικής Αμερικής-ΗΠΑ υπάρχουν θέματα παρόμοια με αυτά που αναφέρει ο Lowenthal: η δημογραφική αλληλεξάρτηση, κοινωνικά ζητήματα νέας κοπής, η σύνδεση των οικονομιών μας και, κυρίως, η παρουσία αξιών που μοιράζονται οι λαοί μας.


Οι τοπικές διαφωνίες, σε σύγκριση με τις μεγάλες διεθνείς πολεμικές, ακούγονται ξεπερασμένες, σαν πασίγνωστα ρεφραίν. Η παραγωγή καινοτόμων ιδεών μοιάζει να μην έχει σημασία. Στο Μεξικό, ο τρίτος δρόμος δεν έχει εγκαταστήσει τα στρατεύματα του όπως το έχει ήδη κάνει σε άλλη μήκη και πλάτη για το καλό της δημοκρατίας και τη λύση των προβλημάτων της παραγωγικότητας και αναδιανομής. Ίσως γι΄αυτό η μετάβαση, που σε άλλα μέρη πραγματοποιήθηκε πριν από 30 χρόνια, εδώ δεν έχει εδραιωθεί ακόμη.


Το κλειδί θα ήταν να συγκληθεί η εκπόνηση καινοτόμων εννοιολογικών προτάσεων και η διαμόρφωση συναίνεσης με τις πολιτικές δυνάμεις που κατανοούν τη διαδικασία μεταμόρφωσης σε επίπεδο εθνικό και διεθνές. Θα χρειαζόταν να δομηθεί μια συμμαχία της οποίας ο κεντρικός πυρήνας θα προέκυπτε ως σύνθεση τόσο μιας ένωσης αναδυόμενων κοινωνικών δυνάμεων όσο κι πολιτικών ρευμάτων ικανών να καθοδηγήσουν την αλλαγή. Ένα κοινό μέτωπο, πεφωτισμένο, που θα αντικαθιστούσε τον κυρίαρχο συντηρητικό συνασπισμό.


Το κεντρικό σημείο είναι να εδραιωθεί η εσωτερική δημοκρατία και να τροποποιηθεί το μοντέλο ανάπτυξης για να βγει η χώρα από τον εξορία στην οποία βρίσκεται και να ανακτήσει την ηγετική θέση που είχαμε για τόσο καιρό στον ιβηροαμερικανικό κόσμο. Αυτό θα βοηθούσε να αποκτήσουμε μια καλύτερη σχέση με τους γείτονές μας του βορρά, ενώ ταυτόχρονα θα μας παρακινούσε να παίξουμε έναν ρόλο πολύ πιο σημαντικό στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης εφ΄όσον σήμερα, οφείλουμε να το παραδεχτούμε, καθόμαστε στο τελευταίο βαγόνι του τρένου.


Το κείμενο έχει εμφανιστεί στα ισπανικά στην Μεξικάνικη επιθεώρηση CONFLUENCIA XXI, και δημοσιεύεται στο πλαίσιο συνεργασίας των δύο περιοδικών




Αφιέρωμα: Λατινική Αμερική
Ετικέτες: , ,

|
1 σχόλιο »

1 σχόλιο

  1. Ο/Η Θεόδ. Δημόπουλος :
    March 18th, 2009 at 00:36

    Πολύ ενδιαφέρον άρθρο αν και με πολλές ασάφειες. Στη μετάφραση ο όρος ‘διανεμημένη δικαιοσύνη’ είναι λάθος. Ορθόν είναι ‘(ανα)διανεμητική δικαιοσύνη'(distributive justice).


σχολίασε