Νίκος Παπαστεργιάδης – Παγκόσμιες ροές και υβριδική τέχνη την εποχή της πολιορκίας |
Αντιδρώντας στην παγκόσμια κρίση προσφύγων, τον “πόλεμο κατά της τρομοκρατίας” και τον ανερχόμενο νέο-εθνικισμό, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν στρατηγικές που αντιτίθενται στις συνοριακές πολιτικές του αποκλεισμού, αμφισβητούν τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο, προσφέρουν εναλλακτικές προοπτικές στην πολιτισμική ταυτότητα και εισάγουν μια νέα ηθική αναζήτηση για την έννοια της κοινότητας…
Σήμερα, η διακίνηση των ιδεών, των κεφαλαίων και των ανθρώπων γίνεται σε πιο γρήγορους και τρελούς ρυθμούς απ’ ό, τι σε οποιαδήποτε άλλη ιστορική στιγμή. Οι σύγχρονες παγκόσμιες ροές είναι πολυ-κατευθυνόμενες, ξεπροβάλλουν σε παλιά μονοπάτια και υφαίνουν περίπλοκα καινούρια πρότυπα. Σε μια εποχή κινητικότητας, κανένας πολιτισμός δεν μπορεί να βρίσκεται σε απομόνωση. Ωστόσο, κατά παράδοξο τρόπο, τα κράτη-έθνη ενώ χαιρετίζουν τις προόδους του κεφαλαίου και της νέας τεχνολογίας, οχυρώνουν παράλληλα τα σύνορά τους ενάντια στους μετανάστες. Από την 11η Σεπτεμβρίου, ο γενικευμένος φόβος του άγνωστου εξαπλώθηκε και γέννησε τα δικά του ‘τέρατα’: τους τρομοκράτες ανάμεσά μας και τους πρόσφυγες εν κινήσει.
Οι φρικαλεότητες της τρομοκρατίας δεν συγκρίνονται με το μικρότερο βάρος που αποτελεί η εγκατάσταση κάποιων ξένων. Ωστόσο, αυτά τα δυο γεγονότα έχουν περιέλθει στο ίδιο επίπεδο παράνοιας. Ο πολιτικός λόγος για τη μετανάστευση βρέθηκε στο επίκεντρο των αμυντικών αντιδράσεων κατά της παγκοσμιοποίησης, και της επιθετικής επαναβεβαίωσης του πολιτισμικού εθνικισμού. Ο φόβος αναπτύσσεται στις μεταφορές της ροής και της ανάσχεσης και γίνεται τώρα πιο έντονος στον τρόπο που περιγράφουμε την κινητικότητα και το συναίσθημα της σταθερής σχέσης με έναν τόπο. Πλαισιώνει τις καχύποπτες ματιές που ρίχνουμε στους γείτονές μας και επεκτείνεται στη χρήση της κρατικής βίας για τον αποκλεισμό των ‘απέξω’.
Η αποτυχία των μεταναστευτικών ελέγχων
Η σύγχρονη εξουσία δεν μπορεί να ελέγξει τις παγκόσμιες ροές, κυρίως επειδή δεν απαντά στα περίπλοκα πρότυπα της σύγχρονης κινητικότητας. Τα παραδοσιακά πρότυπα αντιλαμβάνονταν τη μετανάστευση ως μια πεπερασμένη εξέλιξη με μια κατεύθυνση. Ωστόσο, οι βαθιές αλλαγές στον όγκο και τις τροχιές της παγκόσμιας κινητικότητας απαιτούν ένα νέο εννοιολογικό πλαίσιο. Σήμερα, υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι εν κινήσει από ό, τι σε οποιαδήποτε εποχή της ιστορίας και οι σύγχρονες ροές μεταναστών είναι πολλαπλές και ταραχώδεις. Στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ των δυο παγκοσμίων πόλεμων, ο αριθμός των μεταναστών διπλασιάστηκε. Μέχρι το 1965 υπήρχαν 75 εκατομμύρια μετανάστες – το 2002 υπήρχαν 175 εκατομμύρια, μεταξύ των οποίων 16 εκατομμύρια πρόσφυγες. Οι ίδιοι οι μετανάστες άλλαξαν και ξέφυγαν από την κλασική κοινωνιολογική εικόνα του μοναχικού, φτωχού, χωρίς ρίζες ανθρώπου, για να συμπεριλάβουν ανθρώπους απ’ όλες τις ταξικές ομάδες, καθώς και αυξανόμενους αριθμούς μορφωμένων γυναικών. Με τις μαζικές αερομεταφορές, τις νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες και τα διασπορικά δίκτυα που επεξεργάζονται περίπλοκες νέες διασυνδέσεις σε μεγάλες αποστάσεις, ξεπρόβαλαν περίπλοκες μορφές υπηρεσιών και χωροταξικής διασύνδεσης. Οι σημερινοί μετανάστες επιλέγουν συχνά τον προορισμό τους με κριτήριο μάλλον την προσωπική γνώση, τη δικτύωση και τα διαθέσιμα μέσα μεταφοράς, παρά με κριτήρια αμιγώς οικονομικά ή γεωγραφικής εγγύτητας.
Στο μεταξύ, από τη δεκαετία του 1970, η αντιμετώπιση της μετανάστευσης υπέστη σημαντικές αλλαγές, με νέο επίκεντρο τον έλεγχο των υπερ-εθνικών ροών. Μέχρι το 2001, περίπου οι μισές από τις ανεπτυγμένες χώρες προσπάθησαν να περιορίσουν τις ροές καταργώντας τα πρακτορεία στρατολόγησης μεταναστών, περιορίζοντας τις αιτήσεις ασύλου και εισάγοντας νέες πρακτικές κράτησης και απέλασης, καθώς και τις αρχές της ‘ασφαλούς χώρας προέλευσης’ και της ‘ασφαλούς τρίτης χώρας’. Αυτά τα μέτρα αποδείχτηκαν αναποτελεσματικά, στην καλύτερη περίπτωση – και βίαια, στη χειρότερη. Η έλλειψη μιας παγκόσμιας ρυθμιστικής αρχής εξακολουθεί να εκθέτει τους πρόσφυγες στο έλεος των εγκληματικών στοιχείων που διακινούν τα δίκτυα και διογκώνει τους φόβους σε ό, τι αφορά στις διασυνοριακές μετακινήσεις.
Οι κυβερνήσεις δεν παραδέχονται ότι η ιστορία των μεταναστευτικών ελέγχων αποτελεί έναν κατάλογο αποτυχιών και ότι η μετανάστευση αποτελεί κινητήρια δύναμη και προϊόν της παγκοσμιοποίησης. Και παρά τα εμπειρικά στοιχεία για τον δυναμικό ρόλο των μεταναστών, υπάρχει ο λαϊκίστικος φόβος ότι η μετανάστευση απειλεί την κοινωνία, και η σύγχρονη μορφή του μετανάστη βαρύνεται με στιγματικούς συνειρμούς που έχουν να κάνουν με την εγκληματικότητα, την εκμετάλλευση και την απόγνωση.
Η τέχνη σαν μία ‘διαλογική πράξη’
Οι πολιτισμικές δυναμικές της παγκοσμιοποίησης θέτουν μια πρόκληση για τους διανοητές και τους καλλιτέχνες: την επείγουσα ανάγκη για μια πιο θετική και κριτική αντίδραση στα θέματα της κινητικότητας και της σταθερής σχέσης με έναν τόπο. Αντιδρώντας στην παγκόσμια κρίση προσφύγων, τον ‘πόλεμο κατά της τρομοκρατίας’ και τον ανερχόμενο νέο-εθνικισμό, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν στρατηγικές που αντιτίθενται στις συνοριακές πολιτικές του αποκλεισμού, αμφισβητούν τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο, προσφέρουν εναλλακτικές προοπτικές στην πολιτισμική ταυτότητα και εισάγουν μια νέα ηθική αναζήτηση για την έννοια της κοινότητας. Δουλεύοντας τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, εκμεταλλεύονται τις νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες για να αλλάξουν τα μέσα παραγωγής και την αλληλεπίδραση με τη δουλειά τους, και να διασυνδεθούν με υπηρεσίες σε μακρινές αποστάσεις που έχουν τις ίδιες ιδέες. Σ’ αυτά τα υπερ-εθνικά δημιουργικά δίκτυα, βλέπουμε κάποιες αναλαμπές δημιουργικής αντίστασης και ελπίδας.
Στην Αυστραλία, για παράδειγμα, οι καλλιτέχνες έδειξαν γρήγορα την αλληλεγγύη τους απέναντι σ’ αυτούς που ζητούσαν άσυλο κατά την κρίση της Τάμπα. Τον Αύγουστο του 2001, ένα νορβηγικό φορτηγό πλοίο διέσωσε 433 πρόσφυγες από ένα βυθιζόμενο ινδονησιακό αλιευτικό και κατευθύνθηκε στο πιο κοντινό λιμάνι, το Christmas Island, στην αυστραλιανή επικράτεια. Αυτή η παραδοσιακή ναυτική διάσωση προκάλεσε μια διεθνή κρίση: οι κυβερνήσεις της Αυστραλίας, της Νορβηγίας και της Ινδονησίας αρνήθηκαν να δεχτούν τους πρόσφυγες και το πλοίο εκδιώχτηκε από τα αυστραλιανά ύδατα. Ακολούθησε μια βίαιη αντίδραση, που περιλάμβανε στρατιωτική ανάσχεση, επανασχεδιασμό των αυστραλιανών συνόρων, εντολή για εγκλεισμό των προσφύγων, επίθεση κατά της ανθρωπιστικής πολιτικής για τους πρόσφυγες, και τη λεγόμενη ‘Ειρηνική Λύση’ ή ‘Λύση του Ειρηνικού’ . Μέσα στην υστερία μιας υποτιθέμενης εισβολής, η πολιτική μετανάστευσης και ασύλου της Αυστραλίας, μια από τις πλέον ευνοϊκές στον κόσμο, μεταβλήθηκε σε σημαιοφόρο του βίαιου αποκλεισμού και της αποτροπής.
Η έκθεση Borderpanic (Πανικός στα σύνορα) αποτέλεσε μια ισχυρή αντίδραση στην αυστραλιανή ‘κρίση προσφύγων’. Ένα κολλάζ της Vivienne Dadour- Legislation Affecting Alliens 1895 (Οι επιδράσεις της νομοθεσίας στους ξένους 1895)- εξερευνά τις έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ τόπου και έννοιας . Το έργο είναι μια σύνθεση που συνδυάζει εικόνες αρχείου από την οικογενειακή ιστορία της καλλιτέχνιδας, ένα πρωτοχριστιανικό κτίριο και ένα ιστορικό έγγραφο που δηλώνει ότι οι Κινέζοι και οι Σύριοι πρέπει να αποκλειστούν από την Αυστραλία επειδή προκαλούν βιολογικούς και πολιτισμικούς κινδύνους σε ένα αδιαμόρφωτο ακόμη έθνος. Τα ρατσιστικά κείμενα αντιπαρατίθενται σε εικόνες κοινότητας και φιλοξενίας. Στο κέντρο βρίσκεται το βλέμμα και η φιλόξενη χειρονομία ενός άντρα: μια αρχέγονη, σαφής πρόσκληση για φαγητό και ποτό, με τα χέρια ανοιχτά για να αγκαλιάσουν και να δεχτούν. Αυτή η γενναιόδωρη χειρονομία προσφέρει σε ‘εμάς’, τους άγνωστους θεατές, τη θέση του καλεσμένου σε αυτή τη σκηνή, παρ’ όλο που το υποκείμενο δεν γνωρίζει ποιος βρίσκεται από την άλλη πλευρά της φωτογραφίας- και προοιωνίζει παρόμοιες χειρονομίες προσφύγων, μέσα απ’ τα συρματοπλέγματα, στο κέντρο κράτησης της Woomera: ‘Πείτε τους πως είμαστε άνθρωποι, όχι ζώα’.
Η 11η Σεπτεμβρίου και ο ‘πόλεμος κατά της τρομοκρατίας’ αποτέλεσαν μια απόλυτη υπενθύμιση της ανάγκης να ξανασκεφτούμε τις διασυνδέσεις μεταξύ τέχνης και πολιτικής. Αυτή η βαθιά πρόκληση απαιτεί από μας να αναγνωρίσουμε πως τόσο οι πολιτικές δυνάμεις όσο και οι πολιτισμικές ταυτότητες εγκλωβίζονται σε ταραχώδη πρότυπα διασύνδεσης και εκτόπισης. Καθώς οι άνθρωποι περνούν τα σύνορα, φέρνουν διαφορετικές ιδέες και αξίες.
Το γλυπτό του Carlos Capelan My House is your House (Το Σπίτι μου είναι Σπίτι σου), 2005, αποτελεί απόλυτη υπενθύμιση πως η φιλοξενία δεν συνεπάγεται απεριόριστες ξενοδοχειακές υπηρεσίες. Στις συνθέσεις του Capelan, η καρέκλα και το ποτήρι το νερό χρησιμοποιούνται επανειλημμένα ως σύμβολα της ελάχιστης προσφοράς που μπορούμε να κάνουμε σε ξένους. Στην έκθεσή του Only You(Μόνο Εσύ), στην Εθνική Πινακοθήκη της Ουρουγουάης, έδεσε δύο πασσάλους στα πόδια και την πλάτη μιας παλιάς διπλωμένης καρέκλας. Αυτά τα προσθετικά πόδια μεταμορφώνουν την καρέκλα έτσι που να θυμίζει περίγραμμα σκηνής, αλλά το γλυπτό φέρει επίσης μια πιο δυσοίωνη ηχώ, ενός σώματος άκαμπτου από τα ηλεκτροσόκ. Η πρόσκληση να μοιραστείς ένα σπίτι είναι μια επισφαλής χειρονομία, γιατί προσαρμόζει την αποδοχή του ξένου στις εντάσεις του οικοδεσπότη.
Ο Ζακ Ντεριντά έχει τονίσει ότι η φιλοξενία, αντίθετα με την φιλανθρωπία, είναι ένα ‘δώρο’ που δίνεται χωρίς προσδοκία ανταπόδοσης, χωρίς προσδοκία απόκτησης οικονομικής ασφάλειας ή κοινωνικού στάτους. ‘Ας πούμε ναι σε ό, τι προκύπτει, πριν από κάθε απόφαση, πριν από κάθε προσδοκία, πριν από κάθε ταύτιση’. Ωστόσο, ένα τόσο απροσδιόριστο ‘δώρο’ δεν μπορεί ποτέ να βρει μια θέση σε νομικές ή πολιτικές δομές. Όπως υποστηρίζει ο Ντεριντά, είναι ένα δώρο που το κρατούν σπάγκοι. Ένα ανεπιφύλακτο καλωσόρισμα, μια έννοια που, όπως παραδέχεται, είναι πρακτικά ανέφικτη, τοποθετείται κόντρα στο αντίθετό της, την επιταγή της κυριαρχίας. Το δικαίωμα στην κινητικότητα πρέπει να τοποθετείται παράλληλα με το δικαίωμα του οικοδεσπότη να εξουσιάζει το σπίτι του. ‘Όχι φιλοξενία, με την κλασική έννοια, χωρίς κυριαρχία κάποιου στο σπίτι του, αλλά αφού δεν υπάρχει φιλοξενία χωρίς τέλος, η κυριαρχία μπορεί να ασκηθεί μόνο με το φιλτράρισμα, την επιλογή και επομένως τον αποκλεισμό και τη βία’.
Όταν δυο δικαιώματα τίθενται ως νόμιμα και απροσμέτρητα, το καθήκον της διαπραγμάτευσης γίνεται επείγον. Να προδώσεις τη φιλοξενία για να εξασφαλίσεις την κυριαρχία είναι ηθική απώλεια. Να καταγγείλεις την κυριαρχία για πλήρη φιλοξενία είναι πολιτική καταστροφή. Σ’ αυτό το γρίφο, πρέπει να ληφθούν αποφάσεις. Όπως υποστήριξαν οι επιμελητές εκθέσεων Maria Hlavajova και Gerardo Mosquera (2004), η τέχνη, λόγω της διαλογικής έννοιάς της, μπορεί να παίξει ζωτικό ρόλο με τη συμμετοχή της στη διεξαγωγή και το περιεχόμενο αυτών των συζητήσεων.
Μήπως ο βάρβαρος βρίσκεται ήδη μέσα μας;
Πάνε περισσότερα από εκατό χρόνια που ο Κωνσταντίνος Καβάφης έγραψε το ποίημα ‘ Περιμένοντας τους Βαρβάρους’. Ο Καβάφης ζούσε στις κοσμοπολίτικες συνοικίες της Αλεξάνδρειας και είχε πλήρη συνείδηση της αμηχανίας που επικρατούσε στην πόλη. Περιγράφει το προαίσθημα που προηγείται μιας εισβολής, αποκαλύπτοντας πώς οι εσώτεροι φόβοι εξαπλώνονται με τις φήμες, προκαλώντας τον πανικό. Ωστόσο, παρά τους αποκαλυπτικούς υπαινιγμούς του, το ποίημα εμπεριέχει μια χροιά ειρωνείας:
Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κι οι πλατείες
Κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;
Γιατί ενύχτωσε κι οι βάρβαροι δεν ήρθαν.
Και μερικοί έφθασαν απ’ τα σύνορα,
Και είπανε πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν.
Και τώρα τι θα γίνουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.
Οι άνθρωποι ήρθαν όλοι μαζί για να αμυνθούν, έτοιμοι για μάχη. Αλλά μετά από τόση αναμονή, τίποτα δεν συμβαίνει: ούτε νίκη ούτε ήττα. Ο Καβάφης υπαινίσσεται πως αυτό που ακολουθεί δεν είναι ανακούφιση. Η πόλη έγινε εξαρτώμενη απ’ τους βαρβάρους: ήταν πράγματι ‘μια κάποια λύση’. Με τους βαρβάρους απέξω, είναι βολικό να αποφευχθεί το ερώτημα: μήπως ο βάρβαρος βρίσκεται ήδη μέσα μας;
Πολλοί σχολιαστές δήλωσαν ότι η 11η Σεπτεμβρίου οριοθέτησε μια ‘σύγκρουση των πολιτισμών’. Ωστόσο, όταν οι πολιτισμοί αντιμετωπίζουν τη διαφορά δεν συγκρούονται, αλλά αναζητούν νέες οδούς για διάλογο και διαπραγμάτευση. Σήμερα, η ηθική πρόκληση για την τέχνη είναι να αναζητήσει πιο κατηγορηματικούς τρόπους δέσμευσης σε ό, τι αφορά στα ζητήματα της κινητικότητας, της πολιτισμικής διαφοράς και της σταθερής σχέσης με έναν τόπο. Η τέχνη πρέπει να αντιμετωπίσει το ερώτημα: περιμένοντας τους βαρβάρους, τι θυσιάζουμε; Ποιο είναι το πραγματικό κόστος του φόβου και της καχυποψίας- και ποιες είναι οι εναλλακτικές αντιδράσεις; Οι καλλιτέχνες προσεγγίζουν αυτό το πλάνο μέσα από τοπικές συνεργασίες, μέσα από υπερ-εθνικές συμμαχίες ποικίλων υπηρεσιών και με το ξεκίνημα ευρύτερων διαπολιτισμικών κοινοτήτων και δικτύων. Αυτές οι αναλαμπές δημιουργικής αντίστασης είναι από τη φύση τους αποσπασματικές και εφήμερες. Δεν προσφέρουν απλές ή ενιαίες λύσεις. Ωστόσο, μέσα σ’ αυτό το περίπλοκο σύστημα τοπικής αντίστασης και παγκόσμιας ανατροφοδότησης, μπορούμε να διακρίνουμε τη δυνατότητα ενός νέου λόγου ελπίδας.
Διαβάστε ακόμα
Πανικός στα σύνορα – οδηγός (στα Αγγλικά)
Αφιέρωμα: μετανάστευση
Ετικέτες: ακτιβισμός , Αυστραλία , μετανάστες , νίκος παπαστεργιάδης