Gary Dymski – Η κρίση και τα ‘ανοίγματά’ της για την αριστερά |
Ο οικονομολόγος Gary Dymski μιλάει για τα αίτια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και τις δυνατότητες που ανοίγονται για τον επανασχεδιασμό του πιστωτικού συστήματος, της εργασίας, και των δημόσιων επενδύσεων. Ο Dymski καλεί την αριστερά να ξεκινήσει μια περιεκτική συζήτηση για τον οικονομικό προγραμματισμό, μια συζήτηση που να περιλαμβάνει όλες τις φωνές ανά τον πλανήτη.
Μια συνέντευξη στον Παύλο Χατζόπουλο για το Re-public
Παύλος Χατζόπουλος: Ξεκινώντας από τις αιτίες της κρίσης, μπορούμε, πολύ σχηματικά, να τις χωρίσουμε σε δυο μεγάλες κατηγορίες: Η μια έχει να κάνει με την ευθύνη: την ανεύθυνη συμπεριφορά ανώτερων στελεχών, τη μαζική μη συμμόρφωση των Αμερικανών της εργατικής τάξης στις πληρωμές των στεγαστικών δανείων τους. Η άλλη έχει να κάνει με τη δομή: τον χαρακτήρα της οικονομικής ανάπτυξης που αυξάνει το χρέος. Ποια νομίζετε ότι ήταν η αλληλεπίδραση αυτών των δυο μεγάλων κατηγοριών σε αυτή την περίπτωση;
Gary Dymski: Πρέπει να αναζητήσουμε την προέλευση της κρίσης στην απαρχή της νεοφιλελεύθερης εποχής. Ας πάρουμε την τραπεζική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 1980, στις ΗΠΑ και αλλού. Στις ΗΠΑ, είχαμε την αργή κατάρρευση του συστήματος Bretton Woods, που δεν μπόρεσε να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων. Είχαμε την εξαιρετικά επιθετική στρατηγική του Paul Volcker, που νίκησε τον πληθωρισμό οδηγώντας τα ποσοστά των επιτοκίων σε επίπεδα χωρίς προηγούμενο. Στο πλαίσιο αυτό, υπήρχε, επίσης, τραπεζική κρίση: οι τράπεζες, που είχαν δανείσει πολλά χρήματα στη Λατινική Αμερική και υπέφεραν από τη μη συμμόρφωση του Μεξικού, ξεπέρασαν την κρίση με την αναδιαμόρφωσή τους μέσα από ενοποιήσεις, συγχωνεύσεις. Υπάρχει μια πιο λεπτομερής ιστορία πίσω απ’ αυτή την εξέλιξη, αλλά η κατάληξη είναι ότι οι τράπεζες άρχισαν να εστιάζουν ξανά στο ελεύθερο εισόδημα και η διαδικασία της τιτλοποίησης έγινε βασική συνιστώσα του τραπεζικού συστήματος.
Αρχικά, είχε να κάνει απλώς με την τιτλοποίηση των στεγαστικών δανείων plain vanilla. Στα τέλη του 1980, ωστόσο, διαμορφώθηκε μια νέα παγκόσμια δομή: οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν συστηματικό εμπορικό έλλειμμα που χρηματοδοτείτο από τη ροή ξένων κεφαλαίων και επεδίωκαν ασφαλείς επενδύσεις, κυρίως σε στεγαστικά με χρεόγραφα κι αυτή έγινε, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990, η μεγαλύτερη αγορά στον κόσμο. Στο μεταξύ, η ανισότητα και η φτώχια αυξάνονταν. Οι μεταναστευτικές διαδικασίες, κυρίως σε ό, τι αφορά τη μετανάστευση εργατών, έγιναν διαδεδομένες στις Ηνωμένες Πολιτείες και, συνεπώς, η αγορά εμβασμάτων έγινε πολύ σημαντική.
Στο μέσο της δεκαετίας του 1990, οι τράπεζες άρχισαν να αναζητούν πιο ριψοκίνδυνους τρόπους για να έχουν εισφορές. Υπήρξε τραπεζικός ανταγωνισμός σε σχέση με την εξυπηρέτηση ανθρώπων χαμηλότερων εισοδημάτων, κυρίως σε ό, τι αφορά τα εμβάσματα, κι οι τράπεζες άρχισαν να παράγουν μια σειρά χρηματοοικονομικών προϊόντων για ανθρώπους με χαμηλότερα εισοδήματα και κοινωνικά αποκλεισμένους. Ειδικά τα στεγαστικά υψηλού ρίσκου εφευρέθηκαν ως τρόπος εκμετάλλευσης, αρχικά, των φυλετικών μειονοτήτων. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι υπήρξε πολύχρονος αγώνας κατά των φυλετικών διακρίσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές, ειδικά σε ό, τι αφορά τη στέγαση, στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τα νέα χρηματοοικονομικά προϊόντα απευθύνονταν αρχικά στους ιδιοκτήτες σπιτιών. Τους προσέφεραν δεύτερες υποθήκες για τα σπίτια τους, έτσι ώστε να μπορούν ουσιαστικά να πάρουν μετρητά. Ήταν οικογένειες που χρειάζονταν χρήματα…σε περίπτωση που δεν θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στο δανεισμό, οι τράπεζες θα τους έπαιρναν τα σπίτια. Ως αποτέλεσμα, στο τέλος της δεκαετίας του 1990, οι Αφροαμερικανοί λάμβαναν περισσότερα δάνεια υψηλού ρίσκου παρά κανονικά δάνεια.
Καθώς η στεγαστική φούσκα απογειωνόταν και το μεγάλο κεφάλαιο αναζητούσε μια εναλλακτική στη φούσκα της Τεχνολογίας της Πληροφορίας που είχε καταρρεύσει, στήθηκε αρχικά ένας μηχανισμός ριψοκίνδυνης πίστωσης σε ιδιοκτήτες σπιτιών που το εισόδημά τους δεν μπορούσε να αντέξει τις τιμές των ακινήτων που εκτινάσσονταν στα ύψη. Έτσι, ολόκληρο το οικοδόμημα της κερδοσκοπικής οικονομίας απογειώθηκε. Τότε, πολλοί άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες αγόρασαν υπερτιμημένα σπίτια, με εκμεταλλευτικά δάνεια. Ένα τεράστιο οικοδόμημα πολύ ριψοκίνδυνων δανείων, που εξαρτώντο όλα από τη διαιώνιση της στεγαστικής φούσκας, ακόμη κι όταν τα εισοδήματα της εργατικής τάξης λίμναζαν.
Στο μεταξύ, η Γουόλ Στριτ είχε τρελαθεί…με άπληστες μεγα-τράπεζες και μεσάζοντες, που χειρίζονταν αυτά τα πολύ ριψοκίνδυνα δάνεια ως ασφαλή χρεόγραφα τρία A .
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος χαρτονομισμάτων των Ηνωμένων Πολιτειών διανέμονταν ανά τον κόσμο κι ότι άλλες ευρωπαϊκές και ασιατικές τράπεζες τα έπαιρναν, ωθούμενες από απληστία και από τον ανταγωνισμό, μας έφεραν στο χάος στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα.
Π.Χ.: Μιλώντας για το χάος….παρόλο που η κρίση έχει ακόμα τρομερές συνέπειες στις ζωές δισεκατομμυρίων ανθρώπων, παρουσιάζει επίσης κάποια ‘ανοίγματα’ για πιθανές μετατροπές του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος. Θα ήθελα να δούμε τους σημερινούς βασικούς μηχανισμούς της παγκόσμιας οικονομικής αρχιτεκτονικής και να σας ρωτήσω πώς αντιμετωπίζει η Αριστερά τη μετατροπή τους. Ας αρχίσουμε με την πίστωση.
Gary Dymski: Πριν από την κρίση, η Αριστερά είχε δυο αιτήματα σε σχέση με την πίστωση. Το ένα ήταν, στο πλαίσιο των Ηνωμένων Πολιτειών ειδικότερα, η επανεπένδυση στην κοινότητα. Είναι κάτι σαν αναπτυξιακή πίστωση. Στη Βραζιλία, για παράδειγμα, σημαίνει πιστώσεις σε ανθρώπους που ζουν σε περιοχές, οι οποίες αρχίζουν να αναπτύσσονται, όπως στα βορειοανατολικά. Σε άλλα μέρη, μπορεί να έχει άλλη σημασία. Η γενική ιδέα είναι ότι οι τράπεζες που διαθέτουν μεγάλη αγορά, στην οποία υπάρχουν και πιο ασφαλείς και εύποροι πελάτες, υποχρεώνονται να δώσουν προσιτές πιστώσεις που μπορούν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη ολόκληρης της αγοράς. Οι τράπεζες , δηλαδή, θα μπορούσαν να δανείσουν στις διαστικές περιοχές στις Ηνωμένες Πολιτείες, στις περιοχές χαμηλότερων εισοδημάτων, και να δώσουν δάνεια βιώσιμα. Προτείνω να δούμε το μοντέλο της BNDES στη Βραζιλία. Υπάρχουν τραπεζικά προβλήματα στη Βραζιλία, αλλά η παρουσία δημόσιων και ημι-δημόσιων ιδρυμάτων έχει ριζική επίδραση στην πιστωτική αγορά.
Το δεύτερο αίτημα που είχε η Αριστερά πριν απ’ την κρίση αφορούσε τις μικρο-πιστώσεις, σχεδιασμένες ειδικά για τους φτωχούς.
Άκουσα κάποιους διανοούμενους της Αριστεράς να λένε, μετά την κρίση, ‘όχι άλλα δάνεια υψηλού ρίσκου’. Αυτή είμαι μια άποψη που πρέπει να αποδομήσουμε. Εάν εννοούμε ‘όχι άλλα δάνεια βασισμένα στην κερδοσκοπία στους κερδοσκόπους’, έχει καλώς. Είναι σημαντικό, όμως, να θυμόμαστε ότι πολλά από τα δάνεια που προσφέρονταν με τη μορφή χρεογράφων υψηλού ρίσκου, τα οποία απέτυχαν και τώρα είναι τοξικά, δίνονταν σε ανθρώπους της εργατικής τάξης που προσπαθούσαν να γίνουν ιδιοκτήτες σπιτιών, που προσπαθούσαν να στείλουν τα παιδιά τους σχολείο.
Εμείς, η Αριστερά, πρέπει να πιέσουμε, για παράδειγμα, για προσιτή στέγαση. Χρειαζόμαστε πιο σταθερό και πιο ασφαλές πραγματικό εισόδημα για την εργατική τάξη. Χρειαζόμαστε να παρέχουμε πίστωση που να είναι δίκαιη για όλους τους ανθρώπους. Χρειαζόμαστε τράπεζες που δέχονται να μοιραστούν τα ρίσκα, αντί να επιχορηγούν απλώς τους πλούσιους. Πρέπει να πιέσουμε για ένα κίνημα κοινοτικής επανεπένδυσης σε όλες τις χώρες, πρέπει να εισαγάγουμε μια κριτική συζήτηση για τις κοινωνικές ευθύνες των τραπεζών.
Π.Χ.: Πιστεύετε ότι τα υπάρχοντα ιδρύματα είναι ικανά να αναδιαμορφώσουν την πίστωση με τους τρόπους που περιγράψατε;
Gary Dymski: Φοβούμαι ότι όχι, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Ας πάρουμε το εθνικό επίπεδο: σήμερα, στις Ηνωμένες Πολιτείες γίνεται μια προσπάθεια να ισχυριστούμε ότι οι μεγα-τράπεζές μας μπορούν να συνεχίσουν ως είχαν, σα να μη συνέβη τίποτα. Ακόμη και το υπουργείο Οικονομικών, υπό την κυβέρνηση Ομπάμα, άρχισε μια ροή πίστωσης, δίνοντας ομοσπονδιακή υποστήριξη στα νέα χρεόγραφα για πιστώσεις που προέρχονται από τράπεζες. Με άλλα λόγια, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αντί να πει ότι θα χρηματοδοτήσει δάνεια σε μικρές επιχειρήσεις και λοιπά, έδωσε επιχορηγήσεις για τα χρεόγραφα. Ωστόσο, ελάχιστες είναι οι τράπεζες που παίζουν στην αγορά χρεογράφων. Η πολιτική του υπουργείου Οικονομικών διαιώνισε την ιδέα της σωτηρίας των μεγάλων τραπεζών.
Οι μεγάλες τράπεζες δεν ενδιαφέρονται για την εντοπισμένη γνώση, για όλους τους παράγοντες που έχω περιγράψει στο έργο μου για την οικονομία της ασύμμετρης πληροφόρησης, που είναι βασικοί για την τόνωση της τοπικής ανάπτυξης. Τη γνώση αυτή κατέχουν μόνο οι τοπικές, μικρές τράπεζες που η κυβερνητική πολιτική άφησε εκτός.
Σε διεθνές επίπεδο, τώρα, το γεγονός ότι η G20 έδωσε 1.1 τρις δολάρια στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και όχι σε μια επενδυτική υπηρεσία είναι τρομερό. Πρέπει, αντίθετα, να αναθεωρήσουμε πλήρως το ρόλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, σήμερα, ή ακόμη και τους λόγους που το ΔΝΤ χρειάζεται να υπάρχει.
Π.Χ.: Το δεύτερο: η εργασία. Ισχύει ακόμη το παλιό αίτημα της Αριστεράς για πλήρη απασχόληση; Ή πρέπει η Αριστερά να σκεφτεί προς την κατεύθυνση του διαχωρισμού μεταξύ απασχόλησης και εισοδήματος και την καθιέρωση ενός βασικού εισοδήματος για όλους;
Gary Dymski: Η κρίση δείχνει για άλλη μια φορά το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των εργαζόμενων με ασφαλές εισόδημα και των πιο ευέλικτων τομέων της αγοράς εργασίας.
Είναι δύσκολο σήμερα να φανταστούμε τη δημιουργία ενός ημι μονοπωλιακού εταιρικού τομέα, που να παρέχει σταθερά κέρδη στις μεγάλες εταιρίες, ώστε αυτές, με τη σειρά τους, να είναι σε θέση να συνάπτουν συμβόλαια για ασφαλές εισόδημα με μαζικούς αριθμούς εργατών για μεγάλη χρονική περίοδο. Είναι δυνατόν να εντοπίσουμε τομείς της εργατικής τάξης όπου η εργασία είναι πιο σταθερή και πρέπει, ασφαλώς, να προστατευθούν. Η τρέχουσα πραγματικότητα, όμως, είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής δύναμης δεν είναι συνδικαλισμένο για να αγωνιστεί γι’ αυτά τα δικαιώματα.
Χρειαζόμαστε μια ευρύτερη ομπρέλα εγγυήσεων για τους εργαζόμενους, αλλά πώς θα τους τις δώσουμε; Για να έρθουμε στο άλλο σκέλος της ερώτησης, πολλά πράγματα που οι άνθρωποι κάνουν και θεωρούνται ή δεν θεωρούνται εργασία, δεν αμείβονται όπως θα έπρεπε. Από αυτή την άποψη, η ιδέα για οικουμενικό βασικό εισόδημα είναι σημαντική. Η οργάνωση μιας τέτοιας πολιτικής είναι πολύ δύσκολη. Θα μπορούσαμε να τους σπρώξουμε όλους στην αυτό-απασχόληση, να ισχυριστούμε ότι μπορούν όλοι να γίνουν επιχειρηματίες, ότι μπορούν όλοι να πάνε να πουλήσουν μήλα στο δρόμο. Αυτός είναι ο κόσμος του Hernando de Soto, αλλά δεν βρισκόμαστε ακόμη εκεί. Αν δώσεις σε όλους δικαιώματα ιδιοκτησίας, δεν σημαίνει ότι θα μπορούν να κάνουν το δικό τους κεφάλαιο. Στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι αγωνίζονται σκληρά για να εξασφαλίσουν ένα εισόδημα, συχνά με μερική και ευέλικτη απασχόληση.
Κατά τη γνώμη μου, τα σχήματα για βασικό εισόδημα θέτουν τεράστια προβλήματα σχεδιασμού σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Η Αριστερά πρέπει να εγκαινιάσει μια περιεκτική συζήτηση για τον προγραμματισμό, μια συζήτηση που να περιλαμβάνει όλες τις φωνές ανά τον πλανήτη.
Π.Χ.: Μια από τις συνέπειες της κρίσης είναι η επαναφορά του κράτους στη διαχείριση της οικονομίας. Πού πρέπει όμως να επικεντρωθούν τα κρατικά επενδυτικά προγράμματα; Στις πράσινες τεχνολογίες; Στην παιδεία; Στην Τεχνολογία της Πληροφορίας;
Gary Dymski: Ασφαλώς χρειαζόμαστε ένα πράσινο μέλλον. Ασφαλώς μας αρέσει να φανταζόμαστε ότι μια ανεπτυγμένη πράσινη οικονομία μπορεί να γίνει σταθεροποιητική δύναμη για την απασχόληση της εργατικής τάξης σε όλες τις χώρες. Κι ίσως μια μέρα αυτό να συμβεί….αλλά ακόμη δεν βρισκόμαστε εκεί. Στην πραγματικότητα, πολλές από τις υπάρχουσες πράσινες τεχνολογίες δεν έχουν τόσο υψηλό αριθμό απασχολούμενων, δεν είναι καλά επεξεργασμένες από οικονομικής πλευράς. Στο σημείο που βρισκόμαστε, μια μαζική παγκόσμια επένδυση στις πράσινες τεχνολογίες είναι πιθανό να έχει ως κατάληξη να μπουν πολλά χρήματα σε λίγες τσέπες.
Σε ό, τι αφορά στο ρόλο του κράτους στην οικονομική ανάπτυξη, πρέπει πρώτα να σκεφτούμε τους κοινωνικά αποκλεισμένους και τους μετανάστες εργάτες. Ας εξετάσουμε τις περιοχές απ’ όπου προέρχονται οι μετανάστες εργάτες, τους τρόπους που αυτές διασυνδέονται με τις χώρες με μεγαλύτερο εισόδημα κι ας σκεφτούμε ολιστικά. Οι σχέσεις είναι πολύπλοκες και ρευστές αλλά ασφαλώς πρέπει να χτίσουμε πιο βιώσιμους χώρους στους οποίους οι άνθρωποι να μπορούν να αποκτούν εισόδημα και να ζουν τη ζωή τους.
Θα προτιμούσα λοιπόν να ξεκινήσω απ’ αυτά τα άλυτα προβλήματα και να προσπαθήσω να είμαι δημιουργικός σε σχέση με τα επενδυτικά σχέδια και τους τρόπους για την καθιέρωση ροής εισοδήματος και τη δημιουργία πλούτου που να κάνουν αυτούς τους κύκλους μάλλον ηθικούς παρά εκμεταλλευτικούς. Χρειαζόμαστε κράτη που να εργάζονται για την ανθρωπότητα ως σύνολο και ασφαλώς δεν χρειαζόμαστε μια αντιδραστική Παγκόσμια Τράπεζα, αλλά μια παγκόσμια επενδυτική αρχή, υπόλογη στην παγκόσμια εργατική τάξη. Ένα τέτοιο ίδρυμα θα αποτελεί πάντοτε αντικείμενο διαμάχης και αντιπαραθέσεων, αλλά σίγουρα είναι καιρός να σκεφτούμε κάτι διαφορετικό από τα σημερινά παγκόσμια χρηματοοικονομικά ιδρύματα.
Αφιέρωμα: right-front, συνεντεύξεις για την κρίση
Ετικέτες: Gary Dymski , οικονομική κρίση , σοσιαλδημοκρατία