Επανεμφάνιση της κινδυνολογίας για τις αλλαγές που επιφέρει η τεχνολογία (technological alarmism)
Τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση στον αριθμό των μελετών και των δημοσιευμάτων που εστιάζουν στον αντίκτυπο της τεχνολογικής αλλαγής και της αυτοματοποίησης των επαγγελμάτων, καθώς και στις συνολικές συνέπειες της λεγόμενης 4ης Βιομηχανικής επανάστασης. Λίγο πριν από την πρόσφατη εμφάνιση του κορονοϊού, κυριαρχούσε έντονος φόβος για ένα εργασιακό μέλλον χωρίς θέσεις εργασίας λόγω των αλγόριθμων τεχνητής νοημοσύνης και των έξυπνων ρομπότ και μηχανών. Η συνεχιζόμενη υγειονομική κρίση της Covid-19 έφερε επίσης στην επιφάνεια ανησυχίες σχετικά με την αύξηση της αυτοματοποίησης στην αγορά εργασίας με το πέρας της πανδημίας.
Ένα μεγάλο μέρος αυτής της ανησυχίας για την αυτοματοποίηση συνέβαλε στην ανανέωση του ενδιαφέροντος για το παλιό και αέναο ζήτημα της κινδυνολογίας για τις αλλαγές που επιφέρει η τεχνολογία, δηλαδή για την πεποίθηση ότι η καινοτομία ενισχύει την τεχνολογική ανεργία. Οι πρόσφατες ραγδαίες εξελίξεις στους αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης (νοημοσύνη των μηχανών και εις βάθος μάθηση), με την ενισχυμένη ικανότητά τους να μαθαίνουν αποτελεσματικά από δεδομένα και να αποσυνδέουν μοτίβα για την εκτέλεση τόσο συνηθισμένων όσο και σχετικά υψηλού επιπέδου εργασιών, έχουν οξύνει αυτόν τον διάλογο.
Απεμπλοκή του κινδύνου αυτοματοποίησης της εργασίας
Παρά τους φόβους της ανεξέλεγκτης αυτοματοποίησης, πρόσφατες μελέτες επιδίωξαν να αναλύσουν την ικανότητα των τεχνολογιών να «καταστρέφουν» τις θέσεις εργασίες αποδομώντας τις σύμφωνα με τις απαιτήσεις μεμονωμένων εργασιών ή δεξιοτήτων. Αυτές οι αναλύσεις αποκάλυψαν ότι το μερίδιο των θέσεων εργασίας που μπορεί να αντικατασταθούν από την τεχνητή νοημοσύνη και τις μηχανές είναι δυνητικά πολύ χαμηλότερο από εκείνο που είχε προβλεφθεί αρχικά. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, μόνο περίπου 1 στις 10 θέσεις εργασίας διατρέχει πολύ υψηλό κίνδυνο αυτοματοποίησης. Ωστόσο, επισημαίνεται επίσης ότι για περίπου 2 στις 5 θέσεις εργασίας τα καθήκοντα εργασίας ενδέχεται να τροποποιηθούν, θέτοντας σημαντικές προκλήσεις για την αναβάθμιση δεξιοτήτων ή την επανεκπαίδευση των εργαζομένων που ανήκουν σε αυτές.
Αυτές οι μελέτες προσδιορίζουν ότι οι βασικές εργασίες που είναι πιθανό να αντικατασταθούν από μηχανές, είναι εκείνες που βασίζονται σε δεξιότητες ανάκτησης πληροφοριών υψηλής κωδικοποίησης καθώς και σε συνηθισμένες, πρακτικές δεξιότητες. Αντίθετα, οι εργασιακές δραστηριότητες που είναι σχετικά αμετάβλητες στους αλγόριθμους μηχανικής μάθησης περιλαμβάνουν εκείνες που εξαρτώνται από υψηλές κοινωνικοσυναισθηματικές και διαπροσωπικές δεξιότητες και δεξιότητες διαχείρισης, επίλυσης προβλημάτων και κριτικής σκέψης (Εικόνα 1).
Διαπιστώνεται επίσης ότι ο κίνδυνος αυτοματοποίησης είναι γενικά υψηλότερος μεταξύ εργαζομένων χαμηλότερης εκπαίδευσης και επαγγελμάτων μέσης ή χαμηλής ειδίκευσης (π.χ. συναρμολογητές, χειριστές σταθερών εγκαταστάσεων και μηχανών, ηλεκτρολόγοι και ηλεκτρονικοί, οδηγοί και χειριστές κινητών εγκαταστάσεων). Το ίδιο ισχύει για εκείνους που απασχολούνται σε βιομηχανίες πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, σε αντίθεση με εκείνους που εργάζονται σε κοινωνικές και προσωπικές υπηρεσίες, στην εκπαίδευση, την υγεία και τις πολιτιστικές βιομηχανίες.
Εκτός από τις επιπτώσεις της αντικατάστασης, οι νέες τεχνολογίες δημιουργούν νέα καθήκοντα στο πλαίσιο των επαγγελμάτων όπου η ανθρώπινη εργασία έχει συγκριτικό πλεονέκτημα. Γενικά, η τεχνολογική πρόοδος καθιστά ορισμένες δεξιότητες παρωχημένες με την πάροδο του χρόνου, ενώ παράλληλα ενισχύει τη δημιουργία νέων καθηκόντων. Από την άλλη πλευρά, η τεχνολογική αλλαγή τείνει να σχετίζεται με μεγαλύτερες επενδύσεις αναβάθμισης δεξιοτήτων ή επανεκπαίδευσης των εργαζομένων. Ωστόσο, το πρόβλημα που προκύπτει είναι ότι η διαδικασία προσαρμογής μπορεί να είναι αργή. Η ταχύτητα προσαρμογής εξαρτάται από τον βαθμό αναντιστοιχίας μεταξύ των νέων απαιτήσεων επαγγελματικών δεξιοτήτων των προηγμένων τεχνολογιών και των δεξιοτήτων του υφιστάμενου εργατικού δυναμικού, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε παρατεταμένες περιόδους ανεργίας ορισμένων εργαζομένων κάποιων κλάδων, προκαλώντας κοινωνικές συγκρούσεις.
Ο βαθμός στον οποίο οι θέσεις εργασίας ενδέχεται να αντικατασταθούν από μηχανές στο μέλλον σχετίζεται επίσης με την οικονομική ή επιχειρηματική περίπτωση των επιχειρήσεων που επενδύουν στην υποκατάσταση της ανθρώπινης εργασίας από το κεφάλαιο. Οι εταιρείες που καλλιεργούν ένα συμβουλευτικό κλίμα διαχείρισης του εργατικού δυναμικού, όπου κάθε εισαγωγή νέων ψηφιακών τεχνολογιών γίνεται με συντονισμένο τρόπο και σύμφωνα με τις ανάγκες κατάρτισης των εργαζομένων, είναι επίσης καίριας σημασίας.
Εικόνα 1. Καθήκοντα θέσεων εργασίας της ΕΕ σε υψηλό κίνδυνο αυτοματοποίησης
Αναβάθμιση δεξιοτήτων για το μέλλον της εργασίας
Εκτός από την ανάγκη για προορατικές πολιτικές καινοτομίας, ανταγωνισμού και απασχόλησης, το μέλλον της εργασίας εξαρτάται από τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων εκπαίδευσης και διά βίου μάθησης. Ο σχεδιασμός προγραμμάτων αναβάθμισης δεξιοτήτων ή επανεκπαίδευσης που δεν διατρέχουν κίνδυνο αντικατάστασης από ρομπότ (robot proof) και εστιάζουν στην ανάπτυξη νέων ψηφιακών και τεχνολογικών γνώσεων, συστημάτων σκέψης, δεξιοτήτων που σχετίζονται με την επικοινωνία, τη συνεργασία, τη δημιουργικότητα και την κριτική σκέψη και ως επί το πλείστον με την ενσυναίσθηση ανθρώπου-μηχανής, αποτελεί ομολογουμένως διασφάλιση για τις μελλοντικές γενιές μαθητών.
Αν αναλογιστούμε τη μελλοντική κατάσταση της εργασίας, τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας διασφαλίζουν ότι η κινδυνολογία είναι αβάσιμη όταν συζητάμε τον αντίκτυπο των νέων ψηφιακών τεχνολογιών στις θέσεις εργασίας. Ωστόσο, τα άτομα που επηρεάζονται από τις μεταβαλλόμενες τεχνολογίες βιώνουν μεγαλύτερη εργασιακή ανασφάλεια και συστηματοποίηση μέρους της εργασίας τους, και ένα αξιοσημείωτο μέρος του εργαζόμενου πληθυσμού μπορεί να αντιμετωπίσει μακροχρόνιες αρνητικές συνέπειες για την επιβίωσή του.
Παράλληλα, οι περισσότερες προηγμένες οικονομίες αγωνίζονται για να διατηρήσουν ή να αυξήσουν τα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας τους, γεγονός που είναι εκ των ων ουκ άνευ δεδομένης της γήρανσης των κοινωνιών. Αυτό αναδεικνύει μια σημαντική πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής οι οποίοι, από τη μία πλευρά, θα πρέπει να αμβλύνουν τις ανησυχίες των ατόμων σχετικά με την ικανότητα των νέων ψηφιακών τεχνολογιών να καταστρέφουν θέσεις εργασίας. Ενώ, από την άλλη, θα πρέπει ταυτόχρονα να τονίσουν τον σημαντικό ρόλο των τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου και την ανάγκη επένδυσης σε μια προσαρμοστική διά βίου μάθηση.
Will-AI-and-robots-automate-or-enrich-jobsΑνώτερος εμπειρογνώμονας, Τμήμα Δεξιοτήτων και Αγοράς Εργασίας, Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop)
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.